Μπορεί η έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία να μην έχει ξεκαθαρίσει, ωστόσο η οικονομική οπισθοδρόμηση του πλανήτη είναι σίγουρη. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτής της σύγκρουσης, το ότι ο πόλεμος εκδηλώθηκε και εξελίσσεται στην Ευρώπη και το μεγάλο εύρος των κυρώσεων που επιβάλλει η Δύση στη Ρωσία, ανατρέπουν όλη την ισορροπία του διεθνούς οικονομικού συστήματος και προκαλούν αλυσιδωτές επιπτώσεις προς πολλές κατευθύνσεις.
Το κομβικό σημείο που θα κρίνει το μέγεθος και το βάθος αυτής της οικονομικής ανατροπής δεν είναι το ποιος θα νικήσει σ’αυτό τον πόλεμο (όλοι ξέρουν ότι στρατιωτικά θα νικήσει η Ρωσία), αλλά η χρονική διάρκεια της σύγκρουσης. Αν οι δύο πλευρές, έρθουν σύντομα σε μια συμφωνία ειρήνευσης σιγά-σιγά θα αρχίσουν να ομαλοποιούνται τα πράγματα και η οικονομία θα μπορέσει σταδιακά να επανέλθει στην ομαλότητα. Αν παρ’ελπίδα, η ουκρανική κρίση (που στην ουσία είναι σύγκρουση Ρωσίας-Δύσης) εξελιχθεί σε σύρραξη διαρκείας, τότε η διεθνής οικονομία θα εισέλθει σε επικίνδυνες ατραπούς, με άγνωστες αυτή τη στιγμή τις συνολικές συνέπειες.
Μέσα α’αυτό το θολό τοπίο αναπόφευκτα βρίσκεται και η χώρα μας, η οποία λόγω των στενών οικονομικών και τουριστικών δεσμών που έχει με τη Ρωσία, θα κληθεί να πληρώσει και το ανάλογο κόστος. Τομείς όπως ο τουρισμός, οι επενδύσεις, η επάρκεια σε σιτηρά, το εμπόριο και άλλοι παρεμφερείς τομείς θα δεχθούν καίρια πλήγματα. Πέραν, όμως αυτών των τομέων, η Κύπρος, ως μικρή και ευάλωτη οικονομία, θα έχει επιπτώσεις και από τη γενικότερη αναταραχή στην παγκόσμια οικονομία.
Σίγουρα, η διαχείριση των νέων δεδομένων δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε απλή. Και αυτό, αφενός γιατί μιλούμε για παγκόσμια αναταραχή και αφετέρου γιατί η οικονομία μας (όπως και άλλων χωρών) είναι πληγωμένη από τη δίχρονη περιπέτεια με την πανδημία. Αυτή η συγκυρία δυσκολεύει το κράτος να διαθέσει νέο (και σε μεγάλη έκταση) χρήμα στην αγορά προς στήριξη της οικονομίας και των επιχειρήσεων.
Κατά τη γνώμη μας, εκείνο που χρειάζεται σήμερα είναι μια σε βάθος αξιολόγηση όλων των δεδομένων και ο καταρτισμός ενός έκτατου σχεδίου δράσης για στήριξη της οικονομίας. Το σχέδιο αυτό, όμως, θα πρέπει να περιλαμβάνει στοχευμένα μέτρα και μικρής διάρκειας, αφού ο πόλεμος μπορεί ανά πάσαν στιγμή να τελειώσει. Για το σχεδιασμό αυτό μπορούμε να ζητήσουμε και τη συνδρομή της Ε. Ένωσης, ώστε να μην διαταραχθεί περισσότερο η κατάσταση των δημοσίων οικονομικών.
Η παρούσα κατάσταση δεν θα πρέπει να διακινδυνεύσει τα δημόσια οικονομικά, αλλά ούτε και να αφήσει την οικονομία και τις επιχειρήσεις γυμνές στ’αγκάθια. Πρέπει να κινηθούμε με ψυχραιμία και στρατηγικά για να περάσουμε τις συμπληγάδες, χωρίς άλλους κινδύνους.
Και αυτό, γιατί η οικονομία μας ήδη πλήττεται από την εκτόξευση του πληθωρισμού στο 5.4%, τα δημόσια οικονομικά είναι σε δύσκολη θέση λόγω της πανδημίας, ενώ η πραγματική οικονομία μαστίζεται ακόμα από τα γνωστά προβλήματα με τα «κόκκινα» δάνεια, την έλλειψη ρευστότητας χρήματος, τις μειωμένες επενδύσεις και άλλα.
Άρα, ο τετραγωνισμός του κύκλου δεν θα είναι εύκολος και η κυβέρνηση Αναστασιάδη στην ουσία καλείται να αντιμετωπίσει μια τρίτη στη σειρά μεγάλη οικονομική πρόκληση μετά την παραλίγο χρεοκοπία του 2013 και την πανδημία του 2020-22.
Θεωρούμε ότι μπορούμε να καταφέρουμε να διαχειριστούμε τα προβλήματα εάν ο πόλεμος τελειώσει σύντομα και εάν η παγκόσμια οικονομία αρχίσει αμέσως να επανέρχεται στη ρότα της κανονικότητας. Αν δεν επισυμβούν αυτά τα δύο, αναπόφευκτα θα υποστούμε μεγάλο πλήγμα σε καίριους τομείς της οικονομίας μας. Και το πλήγμα αυτό, δυστυχώς, θα αφήσει το αποτύπωμα του για τα επόμενα χρόνια σε όλους μας.
ΙΩΣΗΦ ΙΩΣΗΦ