Σχεδόν το 40% των αμερικανικών καταδρομικών υποβρυχίων είναι εκτός λειτουργίας για επισκευές, ποσοστό περίπου διπλάσιο από αυτό που θα ήθελε το Πολεμικό Ναυτικό, σύμφωνα με νέα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η υπηρεσία.
Αυτό καθιστά τις ΗΠΑ σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση έναντι του αριθμητικά ανώτερου στόλου της Κίνας.
Το συγκεκριμένο ποσοστό είναι κατά πολύ χαμηλότερο από το προβλεπόμενο πλαφόν του 20%, αναφέρει το Bloomberg.
Το 2017, τα πολεμικά υποβρύχια που βρέθηκαν εκτός λειτουργίας έφτασαν στο 28% του στόλου και το 2022, στο 33%.
«Οι καθυστερήσεις της συντήρησης στα ναυπηγεία έχει μειώσει σημαντικά τον αριθμό των υποβρυχίων που βρίσκονται σε λειτουργία μειώνοντας την ικανότητα των ενόπλων δυνάμεων να ανταποκρίνονται στις καθημερινές απαιτήσεις αποστολών κα ασκώντας αυξημένη λειτουργική πίεση στα υποβρύχια που βρίσκονται σε υπηρεσία, ανέφερε ο ναυτικός αναλυτής της CRS Ronald O’Rourke σε έκθεση της 6ης Ιουλίου.
Η Διοίκηση Ναυτικών Θαλάσσιων Συστημάτων αποδίδει ευθύνες στον “κακό προγραμματισμό, στην έλλειψη υλικών και στις καθυστερήσεις των ναυπηγείων”, σύμφωνα με ανακοίνωση.
Γρήγορα επιθετικά σκάφη
Αξιωματούχοι και νομοθέτες των ΗΠΑ στον τομέα της άμυνας θεωρούν ότι η δύναμη των υποβρυχίων αποτελεί βασικό πλεονέκτημα έναντι του πολεμικού ναυτικού της Κίνας. Τα ανενεργά υποβρύχια κατά βάση, δεν είναι τα υποβρύχια κλάσης Ohio που φέρουν πυρηνικούς βαλλιστικούς πυραύλους, αλλά γρήγορα επιθετικά σκάφη που μπορούν να εκτοξεύουν τορπίλες και πυραύλους κρουζ Tomahawk σε πλοία και χερσαίους στόχους και να εκτελούν αποστολές stealth, όπως η επιτήρηση.
Τα προβλήματα των καθυστερήσεων έρχονται σε αντίθεση με την τρέχουσα πολιτική του Πενταγώνου, η οποία έχει ζητήσει αυξημένη προβολή παγκοσμίως της αμερικανικής υποβρυχιακής δύναμης ως μήνυμα προς την Κίνα, τη Ρωσία και τη Βόρεια Κορέα.
Ένα παράδειγμα της ακραίας καθυστέρησης αφορά το USS Connecticut, ένα από τα τρία κορυφαία υποβρύχια κλάσης Seawolf, που προσέκρουσε σε υποθαλάσσιο όρος στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας πριν από 20 μήνες και δεν θα επιστρέψει στην υπηρεσία πριν από τις αρχές του 2026, το νωρίτερο.
Τα δημοσιοποιηθέντα στοιχεία “δεν προκαλούν έκπληξη, αν αναλογιστεί κανείς πώς τα ναυπηγεία πασχίζουν να συντηρήσουν το στόλο σε παλαιές και ανεπαρκείς εγκαταστάσεις”, δήλωσε ο εκπρόσωπος του Γραφείου Λογοδοσίας της Κυβέρνησης, Chuck Young.
Σύμφωνα με τον Young το Ναυτικό δεν διαθέτει ακόμη αξιόπιστες εκτιμήσεις για το κόστος ή το χρονοδιάγραμμα, πέντε χρόνια μετά την έναρξη της προσπάθειας βελτίωσης των ναυπηγείων, και πιθανότατα δεν θα έχει καλύτερη εικόνα μέχρι το 2025.