Του Δρα Άριστου Αριστοτέλους
Πρώην Βουλευτή, Ειδικού σε Θέματα Άμυνας και Στρατηγικής
Η δήλωση του τέως υπουργού Οικονομικών και αναπληρωτή Προέδρου του ΔΗΣΥ κ. Χάρη Γεωργιάδη ότι το θέμα ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ δεν έχει εγκαταλειφτεί («Αλήθεια», 8/02/2022) αφορά μια ουτοπία η οποία είναι άνευ αξίας όσον αφορά τη στρατιωτική προστασία της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία – αν αυτό είναι το ζητούμενο -, αλλά ούτε και μπορεί να υλοποιηθεί. Όμως η φιλανδική αίτηση ένταξης στο ΝΑΤΟ προσφέρει στο κυβερνών κόμμα, που εμμένει στη θέση αυτή, θαυμάσιο παράθυρο ευκαιρίας στην ήδη αποτυχημένη αυτή πολιτική, να ξαναδοκιμαστεί.
Να θυμηθούμε απλώς ότι με τις προτροπές «πεφωτισμένων» ακαδημαϊκών και πολιτικών κύκλων της Αθήνας και της Λευκωσίας ( με υπέρμαχο τον τότε Υπουργό Εθνικής Άμυνας της Ν.Δ κ. Βαγγέλη Μεϊμαράκη ) η πολιτική της ένταξης στο νατοϊκό σχήμα προτάθηκε και προωθήθηκε ως ναυαρχίδα της εξωτερικής πολιτικής της νεοεκλεγείσας το 2013 κυβέρνησης Αναστασιάδη. Με κύριους συντελεστές της εκστρατείας αυτής να είναι ο ίδιος ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο υπουργός Εξωτερικών, ο υπουργός Άμυνας και εν μέρει η ελληνική Κυβέρνηση.
Πρώτο βήμα της πολιτικής αυτής ήταν η ανάληψη διεργασιών υποβολής αίτησης ένταξης στο νατοϊκό πρόγραμμα Συνεταιρισμός για την Ειρήνη αλλά η όλη προσπάθεια είχε άδοξα και ανώμαλα προσγειωθεί. Οι ηγέτες μας – που υπεροπτικά αγνοούσαν τις προειδοποιήσεις μας – εισέπρατταν τη μια σφαλιάρα μετά την άλλη στις επαφές για το θέμα αυτό είτε με τον Αμερικανό ΥΠΕΞ Τζον Κέρι, είτε με τον Βρετανό Πρωθυπουργό Ντέβιντ Κάμερον, είτε με την Γερμανίδα Καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ, είτε με τον Γ.Γ. του ΝΑΤΟ (Άντερς Φογκ Ράσμουσεν). Ο ίδιος ο κ. Ράσμουσεν προηγουμένως, ως πρωθυπουργός της Δανίας, φρόντισε στα Συμπεράσματα της Ένωσης. κατά τη δανέζικη προεδρία, μαζί με τους αγγλοαμερικανούς, να μας αποκλείσουν από τις συναντήσεις ΕΕ – ΝΑΤΟ, χωρίς καμία αντίδραση από Ελλάδα. Όλοι με εύσχημο τρόπο και διπλωματικές υπεκφυγές αντιμετώπιζαν αρνητικά το αίτημα μας μέχρι που τελικά είχε εγκαταλειφθεί.
Η υποβολή αίτησης ένταξης στο ΝΑΤΟ, στην οποία και σήμερα επιμένουν κάποιοι εξ Ελλάδος καθηγητές όπως ο κ. Ι. Μάζης και απόστρατοι αξιωματικοί, δεν είναι απλή διαδικασία διεκδίκησης θέσης σε Πανεπιστήμιο. Όπως και τότε, υποδεικνύαμε – απευθυνόμενοι εις ώτα μη ακουόντων – σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η Τουρκία όχι μόνο θα ασκούσε βέτο αλλά ούτε καν στην ημερήσια διάταξη της συνόδου του ΝΑΤΟ θα επέτρεπε η ίδια ή και οι εταίροι της, το θέμα να εγγραφεί. Ο δε Γ.Γ του Οργανισμού, γνωρίζοντας τις αντιδράσεις των Τούρκων, ούτε που θα τολμούσε να το συζητήσει μαζί τους. Πόσο μάλλον ο σημερινός Νορβηγός ΓΓ του ΝΑΤΟ Γεν Στόλτενμπεργκ τον οποίο ορισμένοι έχουν χαρακτηρίσει και «τουρκολάγνο». (Κανάλι1, 90,4, 7/09/2020)
Εκ των υστέρων, τώρα, και μετά από δέκα χρόνια αποτυχημένων προσπαθειών, αναγνωρίζουν δημόσια το πρόβλημα τόσο ο νυν και τότε ΥΠΕΞ κ. Γιαννάκης Κασουλίδης (ΡΙΚ 13/5/2022) όσο και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας (ΚΥΠΕ 14/5/2022), ενώ όταν εμείς το υποδεικνύαμε απαντούσαν ότι «και στην ένταξη μας στην ΕΕ αντιδρούσαν οι Τούρκοι αλλά τελικά τα καταφέραμε». Προφανώς δεν μπορούσαν ή δεν ήθελαν να καταλάβουν ότι άλλα τα δεδομένα στο ΝΑΤΟ, όπου είναι μέλος με δικαίωμα αρνησικυρίας η Τουρκία και άλλα στην Ένωση, όπου δεν έχει άμεσα λόγο η Άγκυρα. Ούτε βέβαια είναι δεδομένη η συγκατάθεση των υπολοίπων χωρών αφού με άλυτο το Κυπριακό θα θεωρούσαν ότι τυχόν συμμετοχή μας θα μετέφερε το πρόβλημα στους κόλπους της Συμμαχίας.
Όμως εφόσον στο κυβερνών κόμμα φαίνεται να υπάρχει έντονη προσήλωση στη θέση αυτή, τότε πρέπει να πείσουν την ίδια την κυβέρνηση τους ότι η αίτηση της Φιλανδίας ή και της Σουηδίας για ένταξη στο ΝΑΤΟ, προσφέρει μια «χρυσή ευκαιρία” στη Λευκωσία ( και βέβαια στην κυβέρνησης της Ν.Δ., που ενθάρρυνε την πολιτική αυτή) να ξαναδοκιμάσουν την τύχη τους. Να επαναλάβουν δηλαδή την προσπάθεια αυτή αξιοποιώντας αποφασιστικά το δικαίωμα αρνησικυρίας της Ελλάδας στην ένταξη των χωρών αυτών αν δεν γίνει αποδεκτή και η κυπριακή αίτηση στην επικείμενη σύνοδο της Συμμαχίας τον Ιούνιο στην Ισπανία. Αυτό θα μπορούσε να το απαιτήσει και το Ελληνικό Κοινοβούλιο όταν θα κληθεί να επικυρώσει τη συμφωνία ένταξης των χωρών αυτών στο ΝΑΤΟ. Και τότε ίδωμεν ποιο θα είναι το αποτέλεσμα και πόσο μελετημένοι, υπεύθυνοι και σοβαροί είμαστε στους χειρισμούς μας σε ζωτικά θέμα εθνικής ασφάλειας ή αν ως συνήθως αιθεροβατούμε.
Τι αναμένουμε λοιπόν; :«Αυτού γαρ και Ρόδος και πήδημα»