Την πολιτική της για την ανταλλαγή και τη συλλογή πληροφοριών που αφορούν υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων με έδρα τους άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα για μακροπροληπτικούς σκοπούς, έχει ορίσει η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου (ΚΤΚ), στη βάση της Σύστασης που εξέδωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ΕΣΣΚ/2019/18) στις 26 Σεπτεμβρίου 2019.
Σε σημερινή ανακοίνωση, η ΚΤΚ αναφέρει πως σύμφωνα με τη Σύσταση Α, οι οικείες Αρχές προτρέπονται όπως ανταλλάσσουν πληροφορίες που θεωρούνται αναγκαίες για μακροπροληπτικούς σκοπούς.
Σύμφωνα με την Σύσταση Α, συνίσταται στις οικείες αρχές να ανταλλάσσουν με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο πληροφορίες που θεωρούνται αναγκαίες για την εκτέλεση των καθηκόντων τους σχετικών με τη λήψη ή/και ενεργοποίηση μέτρων μακροπροληπτικής πολιτικής ή με άλλα καθήκοντα χρηματοοικονομικής σταθερότητας και που αφορούν υποκαταστήματα πιστωτικών ιδρυμάτων που εδρεύουν σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα, τα οποία λειτουργούν σε κράτος μέλος υποδοχής.
Σημειώνεται πως η ανταλλαγή των εν λόγω πληροφοριών θα πρέπει να βασίζεται στην υποβολή σχετικού αιτιολογημένου αιτήματος από την οικεία αρχή του κράτους μέλους υποδοχής που είναι επιφορτισμένη με τη λήψη ή/και εφαρμογή μέτρων μακροπροληπτικής πολιτικής ή με άλλα καθήκοντα χρηματοοικονομικής σταθερότητας, λαμβάνοντας υπόψη τις κατευθυντήριες γραμμές που εκδίδει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών («ΕΑΤ»).
Προστίθεται πως οι προς ανταλλαγή πληροφορίες θα πρέπει να είναι ανάλογες της σημασίας των υποκαταστημάτων για την χρηματοοικονομική σταθερότητα στο κράτος μέλος υποδοχής.
Επίσης, συνίσταται στις οικίες αρχές να καταρτίζουν μεταξύ τους ή με οικεία αρχή τρίτης χώρας μνημόνια συναντίληψης ή άλλες μορφές οικειοθελών ρυθμίσεων για τη συνεργασία και την ανταλλαγή πληροφοριών για τα ως άνω υποκαταστήματα στο κράτος μέλος υποδοχής, εφόσον όλα τα εμπλεκόμενα μέρη το κρίνουν αναγκαίο και ενδεδειγμένο ενόψει της διευκόλυνσης της ανταλλαγής πληροφοριών.
Βάσει της Σύστασης ΕΣΣΚ/2019/18, η ΚΤΚ ως οικεία αρχή (δηλαδή ως μακροπροληπτική αρχή και ως αρχή επιφορτισμένη με την εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων), καλείται να συμμορφωθεί με τις διατάξεις της Σύστασης Α μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2020 και προς τούτο να υποβάλει ενδιάμεση έκθεση προς το ΕΣΣΚ και το Συμβούλιο της ΕΕ.