Ολιγοήμερος πανικός επικράτησε στο Βιετνάμ, όταν στις 12 Ιανουαρίου, ο 79χρονος ηγέτης της χώρας, Νγκουγιέν Φου Τρονγκ, δεν κατάφερε να συναντήσει τον πρόεδρο της Ινδονησίας, που επισκεπτόταν τη χώρα. Φήμες κυκλοφόρησαν ότι ήταν νεκρός και τα σενάρια για τον διάδοχό του έδιναν και έπαιρναν. Το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα τηρούσε σιγήν ιχθύος.
Στις 15 Ιανουαρίου, τα επίσημα μέσα ενημέρωσης έδειξαν έναν αδύναμο Τρονγκ να δίνει το «παρών» σε συνεδρίαση του νομοθετικού σώματος στο Ανόι, σαν να φώναζε «Δεν έχω πεθάνει!», όπως αναφέρει σε ρεπορτάζ ο Economist. Mπορεί να μην μάθουμε ποτέ αν ήταν ασθένεια ή κάτι άλλο που έκανε τον αρχηγό του Κομμουνιστικού Κόμματος να εξαφανιστεί για λίγες ημέρες. Αλλά το θέμα απασχόλησε τα διεθνή μέσα. Και τούτο γιατί όλοι θέλουν να είναι φίλοι του Βιετνάμ αυτές τις μέρες.
Αυτό οφείλεται εν μέρει σε γεωπολιτικούς λόγους. Το Βιετνάμ, μια χώρα περίπου 100 εκατομμυρίων πολιτών, έχει τοποθετηθεί έξυπνα στα μισά του δρόμου μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, ωθώντας και τις δύο υπερδυνάμεις στο να προσπαθούν να το προσελκύσουν. Το 2023 το Βιετνάμ ήταν η μόνη χώρα που τιμήθηκε με κρατικές επισκέψεις τόσο από τον Τζο Μπάιντεν όσο και από τον Σι Τζινπίνγκ. Τον Σεπτέμβριο αναβάθμισε τη σχέση της με την Αμερική σε μια «συνολική στρατηγική εταιρική σχέση», τοποθετώντας την στο ίδιο επίπεδο με τη Ρωσία και την Κίνα.
Γιατί κατευθύνονται στο Βιετνάμ οι επενδύσεις
Όπως εξηγεί ο Economist η αυξανόμενη γεωπολιτική συνάφεια της χώρας βασίζεται στις ισχυρές οικονομικές επιδόσεις της, καθώς και στη γεωγραφία. Όταν το Βιετνάμ άρχισε να ανοίγει την οικονομία του στα μέσα της δεκαετίας του 1980, το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν το μισό από αυτό της Κένυας. Με βάση τις ρεαλιστικές και ολοένα και πιο φιλικές προς τις επιχειρήσεις πολιτικές, έκτοτε έχει εξαπλασιαστεί. Σήμερα, η φιλοδοξία της κυβέρνησης να μετατρέψει το Βιετνάμ σε πλούσια χώρα έως το 2045 είναι εύλογη. Οικονομικά, το Βιετνάμ πιθανότατα δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ ένα πιο ευνοϊκό παγκόσμιο περιβάλλον.
Η γεωπολιτική οδηγεί τις επενδύσεις προς τη χώρα, καθώς η Αμερική επιδιώκει να αποσυνδεθεί από την Κίνα και οι ιδιωτικές εταιρείες όλων των εθνικοτήτων αντιλαμβάνονται προς ποια κατεύθυνση φυσάει ο άνεμος. Οι περισσότεροι κατασκευαστές δεν μπορούν απλά να αποχωρήσουν από την Κίνα. Αλλά για να μετριάσουν το κόστος των σημερινών και μελλοντικών εμπορικών φραγμών, μπορούν να αντισταθμίσουν τα στοιχήματά τους μεταφέροντας μέρος της παραγωγής τους και αλλού (μια στρατηγική γνωστή ως “Κίνα + 1”).
Οι εταιρείες που εξάγουν στη Δύση μεταφέρουν την παραγωγή τους στο Βιετνάμ. Brands όπως η Samsung και η Apple κατασκευάζουν gadget εκεί. Οι προμηθευτές, συμπεριλαμβανομένων των κινεζικών, συγκεντρώνονται γύρω τους. «Οι πελάτες μας επέμειναν να μετακομίσουμε στο Βιετνάμ [για γεωπολιτικούς λόγους]», λέει στον Economist ο επικεφαλής εταιρείας ηλεκτρονικών. «Αλλά το σκεφτόμασταν ήδη, καθώς το κόστος εργασίας στην Κίνα αυξανόταν και οι νέοι Κινέζοι δεν θέλουν πλέον να εργάζονται σε εργοστάσια». Κατά τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2023, οι εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων στο Βιετνάμ ως μερίδιο του ΑΕΠ ήταν διπλάσιες από ό,τι στην Ινδονησία, τις Φιλιππίνες ή την Ταϊλάνδη, υπολογίζει η clsa.
Οι άφθονοι, νέοι εργάτες της μεταποίησης του Βιετνάμ είναι επιμελείς, μορφωμένοι και χαμηλότερα αμειβόμενοι από εκείνους στις κινεζικές παράκτιες περιοχές, ενώ το Βιετνάμ, σε αντίθεση με την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες δεν έχει πρόβλημα με την ισλαμιστική τρομοκρατία.