Σοκ (και) στο κατεστημένο της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ από την επιλογή του Τραμπ να διορίσει την Τάλσι Γκάμπαρντ επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της χώρας, ενισχύοντας παράλληλα τις ανησυχίες ότι οι υπηρεσίες πληροφοριών θα πολιτικοποιούνται όλο και περισσότερο.
Όπως αναφέρει το Reuters, η ανάθεση του ρόλου αυτού στην Γκάμπαρντ, μια πρώην βουλευτή των Δημοκρατικών που δεν έχει εμπειρία στις υπηρεσίες πληροφοριών και θεωρείται ήπια απέναντι στη Ρωσία και τη Συρία, είναι μεταξύ πολλών επιλογών υψηλού επιπέδου που υποδηλώνουν ότι ο νέος πρόεδρος δίνει προτεραιότητα στην αφοσίωση έναντι της ικανότητας.
Νυν και πρώην αξιωματούχοι εκτιμούν ότι υπάρχει κίνδυνος να φτάνει στον νέο πρόεδρο μια διαστρεβλωμένη εικόνα για τις παγκόσμιες απειλές, με βάση αυτό που πιστεύουν οι αξιωματούχοι ότι θα τον ευχαριστήσει, και παράλληλα φοβούνται ότι οι ξένοι σύμμαχοι θα είναι απρόθυμοι να μοιραστούν ζωτικής σημασίας πληροφορίες.
Ο Ράνταλ Φίλιπς, πρώην αξιωματούχος της CIA που εργάστηκε στην Κίνα, είπε ότι η ανάληψη υψηλόβαθμων πόστων από αξιωματούχους πιστούς στον Τραμπ, «θα μπορούσε να γίνει οδηγήσει σε αμφιλεγόμενες ενέργειες» από την ηγεσία των υπηρεσιών πληροφοριών.
Άλλη πηγή εκτίμησε ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια αρχική επιβράδυνση στην ανταλλαγή πληροφοριών, όταν ο Τραμπ αναλάβει καθήκοντα τον Ιανουάριο, η οποία θα μπορούσε ενδεχομένως να επηρεάσει το «Five Eyes», δηλαδή τη «συμμαχία» ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ ΗΠΑ, Βρετανίας, Καναδά, Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας.
Οι σύμμαχοι των ΗΠΑ ανησυχούν ότι όλοι οι διορισμοί του Τραμπ κλίνουν προς τη «λάθος κατεύθυνση», είπε η ίδια πηγή, ενώ η ομάδα Τραμπ για τη μετάβαση δεν απάντησε σε αίτημα του Reuters για σχολιασμό.
Εντός και εκτός ΗΠΑ, μεγάλο μέρος της ανησυχίας πηγάζει από την επιλογή της 43χρονης Γκάμπαρντ ως επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, και ειδικά εξαιτίας της ήπιας στάσης της απέναντι στη Ρωσία.
Η επιλογή της Γκάμπαρντ, της έφεδρης αξιωματικού του αμερικανικού στρατού, εξέπληξε ακόμη και ορισμένους Ρεπουμπλικανούς. Είναι πιθανό να αντιμετωπίσει μια σκληρή ανάκριση στις ακροάσεις της Γερουσίας.
Η Γκάμπαρντ, που αποχώρησε από το Δημοκρατικό Κόμμα το 2022, έχει προκαλέσει διαμάχη λόγω της κριτικής που ασκούσε στον Μπάιντεν για την υποστήριξή του προς την Ουκρανία, κάτι που έκανε κάποιους να λένε ότι «παπαγαλίζει» την προπαγάνδα του Κρεμλίνου.
Μίλησε επίσης κατά της στρατιωτικής επέμβασης των ΗΠΑ στη Συρία υπό τον Μπαράκ Ομπάμα ενώ το 2017 είχε συναντηθεί με τον Μπασάρ αλ Άσαντ, με τον οποίο η Ουάσιγκτον διέκοψε κάθε διπλωματικό δεσμό το 2012.
Η επιλογή της Γκάμπαρντ έχει σημάνει συναγερμό στις τάξεις των αξιωματικών των υπηρεσιών πληροφοριών, οι οποίοι ανησυχούν για το πόσο ισχυρογνώμων είναι όσον αφορά τις γεωπολιτικές της απόψεις, είτε είναι παραπληροφορημένη είτε απλώς απηχεί τους οπαδούς του Τραμπ, δήλωσε αξιωματούχος των υπηρεσιών πληροφοριών υπό τον όρο της ανωνυμίας.
«Φυσικά θα υπάρξει αντίδραση από τον ‘βάλτο’ στην Ουάσιγκτον», είπε η Γκάμπαρντ σε συνέντευξη στο Fox News το βράδυ της Τετάρτης.
Είπε ότι οι ψηφοφόροι έδωσαν στον Τραμπ «μια απίστευτη εντολή» να απομακρυνθεί από την ατζέντα του Μπάιντεν, αλλά δεν έδωσε λεπτομέρειες.
Σύμμαχοι, προσοχή!
Ανώτερος Ευρωπαίος αξιωματούχος των υπηρεσιών πληροφοριών είπε ότι οι υπηρεσίες στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης «θα είναι ρεαλιστικές και έτοιμες να προσαρμοστούν στις αλλαγές».
«Δεν υπάρχει πανικός προς το παρόν», πρόσθεσε ο αξιωματούχος.
Άλλος Ευρωπαίος αξιωματούχος περιέγραψε την Γκάμπαρντ ως «σταθερά» προσκείμενη στο στρατόπεδο της Ρωσίας.
«Αλλά πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτό που έχουμε. Θα είμαστε προσεκτικοί» είπε ο ίδιος.
Ορισμένοι αναλυτές είπαν ότι οι ανησυχίες για την Γκάμπαρντ θα μπορούσαν να μετριαστούν από την επιλογή του Τραμπ να ηγηθεί της CIA ο Τζον Ράτκλιφ, πρώην βουλευτής που υπηρέτησε ως διευθυντής των υπηρεσιών πληροφοριών στο τέλος της πρώτης θητείας του Τραμπ.
Αν και κοντά στον Τραμπ -δεν αναμένεται να αντιπαρατεθεί στις πολιτικές του-, ο Ράτκλιφ δεν θεωρείται εμπρηστική προσωπικότητα και θα μπορούσε να λειτουργήσει ως αντίβαρο στην Γκάμπαρντ.