Το Δικαστήριο της ΕΕ έκρινε πως προσφυγές Βρετανών πολιτών κατά του Συμβουλίου της ΕΕ για την απώλεια των δικαιωμάτων τους ως Ευρωπαίων πολιτών ως αποτέλεσμα του Brexit δεν πρέπει να γίνουν αποδεκτές, με το σκεπτικό πως η απώλεια αυτή οφείλεται αποκλειστικά στην ίδια αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, και όχι στις πρόνοιες της συμφωνίας αποχώρησης.
Όπως σημειώνει σε σχετική ανακοίνωση το δικαστήριο με έδρα το Λουξεμβούργο, η απώλεια της ιδιότητας του πολίτη της ΕΕ και των σχετικών δικαιωμάτων «αποτελεί αυτόματη συνέπεια της κυριαρχικής απόφασης και μόνον την οποία έλαβε το Ηνωμένο Βασίλειο να αποχωρήσει από την Ένωση και όχι συνέπεια της συμφωνίας αποχώρησης ή της απόφασης του Συμβουλίου με την οποία εγκρίθηκε η εν λόγω συμφωνία».
Η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ αποφασίστηκε από την πλειοψηφία των ψηφοφόρων στο δημοψήφισμα του 2016. Στη συνέχεια, το ΗΒ ενημέρωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την πρόθεσή του να αποχωρήσει. Μετά από διαπραγματεύσεις, ΕΕ και ΗΒ υπέγραψαν τη συμφωνία για το Brexit στις 24 Ιανουαρίου 2020, και το Συμβούλιο της ΕΕ ενέκρινε τη συμφωνία στις 30 Ιανουαρίου 2020, με τη χώρα να αποχωρεί από την ΕΕ στις 31 Ιανουαρίου του 2020.
Οι σημερινές αποφάσεις αφορούν τρεις ξεχωριστές προσφυγές από Βρετανούς πολίτες που κατοικούν στο Ηνωμένο Βασίλειο και κράτη μέλη της ΕΕ κατά του Συμβουλίου της ΕΕ, σύμφωνα με τις οποίες στερήθηκαν τα δικαιώματα τους ως πολίτες της ΕΕ ως αποτέλεσμα της Συμφωνίας ΕΕ – ΗΒ για το Brexit και την σχετική απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ.
Το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ (ΓΔΕΕ) απέρριψε αρχικά και τις τρεις προσφυγές ως μη παραδεκτές, ενώ με τη σημερινή του απόφαση το ΔΕΕ απέρριψε και τις προσφυγές με τις οποίες οι τρεις Βρετανοί ζήτησαν την αναίρεση της απόφασης του ΓΔΕΕ.
Το Δικαστήριο εξέτασε αυτεπαγγέλτως το ζήτημα του εννόμου συμφέροντος των εν λόγω Βρετανών πολιτών για να ορίσει αν ορθά το ΓΔΕΕ απέρριψε τις προσφυγές ως μη αποδεκτές. Με την απόφασή του, το ΔΕΕ υπενθυμίζει ότι η απόφαση αποχωρήσεως επαφίεται αποκλειστικά στη βούληση του κράτους μέλους, στη βάση των συνταγματικών κανόνων, και αποτελεί κυριαρχική επιλογή. Επομένως η απώλεια της ιδιότητας του πολίτη της ΕΕ και των σχετικών δικαιωμάτων αποτελεί συνέπεια της κυριαρχικής απόφασης που έλαβε το Ηνωμένο Βασίλειο, και όχι συνέπεια της συμφωνίας αποχώρησης ή της απόφασης του Συμβουλίου.