Άρχισε σήμερα στη Βρετανία η χορήγηση των πρώτων δόσεων του εμβολίου της Οξφόρδης/AstraZeneca, του δεύτερου κατά σειρά σκευάσματος που εγκρίθηκε προς χρήση μετά από εκείνο της Pfizer.
Η αρχή γίνεται σε μόνο έξι νοσοκομεία, δύο στο Λονδίνο και από ένα σε Οξφόρδη, Σάσεξ, Λάνκασιρ και Γουόρικσιρ, ώστε να παρακολουθούνται οι πολίτες που θα εμβολιάζονται για τυχόν παρενέργειες.
Ο πρώτος που έκανε το συγκεκριμένο εμβόλιο ήταν ο 82χρονος Μπράιαν Πίνκερ, που υποβάλλεται σε αιμοκάθαρση στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της Οξφόρδης, μόλις κάποιες εκατοντάδες μέτρα από το χώρο όπου αναπτύχθηκε το εμβόλιο.
Συνολικά αυτή τη στιγμή στη διάθεση του εθνικού συστήματος υγείας NHS είναι διαθέσιμες περίπου 530.000 δόσεις. Άμεσα θα ακολουθήσουν περίπου άλλες τόσες, οι οποίες θα χορηγούνται σε περισσότερα από 700 εμβολιαστικά κέντρα ανά τη χώρα, όπως νοσοκομεία, τοπικά ιατρεία και ειδικοί χώροι ανά περιοχή.
Συνολικά η βρετανική Κυβέρνηση έχει παραγγείλει 100.000 δόσεις του εμβολίου αυτού.
Το εμβόλιο της Οξφόρδης, λόγω των χαμηλών απαιτήσεων συντήρησης και της ευκολίας μεταφοράς του, θα αρχίσει να χορηγείται και σε φιλοξενούμενους σε γηροκομεία.
Ο Υπουργός Υγείας Ματ Χάνκοκ έκανε λόγο για καθοριστική στιγμή στη μάχη κατά του κορωνοϊού. «Ελπίζω να παρέχει την ανανεωμένη ελπίδα σε όλους ότι το τέλος αυτής της πανδημίας είναι ορατό», πρόσθεσε.
Το εμβόλιο εγκρίθηκε από τη Ρυθμιστική Αρχή Φαρμάκων με τη δοσολογική μέθοδο των δύο πλήρων δόσεων, παρά το γεγονός ότι στις κλινικές δοκιμές αποδείχθηκε λιγότερο αποτελεσματική από τη χορήγηση μισής δράσης αρχικά και έπειτα μίας πλήρους δόσης. Η αρμόδια αρχή είπε ότι δεν υπήρχαν επαρκή στοιχεία για να αξιολογηθεί δεύτερη δοσολογική μέθοδος.
Επίσης, κατόπιν σύστασης από την Ενιαία Επιτροπή Εμβολιασμών, η Κυβέρνηση αποφάσισε ότι δεύτερη δόση του εμβολίου, όπως και εκείνου της Pfizer, θα χορηγείται εντός 12 εβδομάδων από την πρώτη και όχι στις 28 ημέρες (για το σκεύασμα της Οξφόρδης) ή στις 21 ημέρες (για εκείνο της Pfizer).
Στόχος είναι η μεγαλύτερη και ταχύτερη δυνατή κάλυψη των πιο ευπαθών πολιτών με τη μερική αλλά ικανοποιητική ανοσία που προσφέρει η πρώτη δόση.