Για πολλούς επιστήμονες και Αμερικανούς πολιτικούς είναι το πρόσωπο – κλειδί στην προσπάθεια του κόσμου να μάθει εάν ο ιός πίσω από την καταστροφική πανδημία της Covid-19 ξέφυγε από κινεζικό εργαστήριο. Για την κοινή κυβέρνηση και κοινή γνώμη είναι μία ηρωίδα στην επιτυχία της χώρας να θέσει υπό έλεγχο την πανδημία και θύμα κακόβουλων θεωριών συνωμοσίας.
Η Σι Ζενγκλί, κορυφαία επιδημιολόγος της Κίνας, είναι ξανά στο επίκεντρο αντικρουόμενων αφηγημάτων για την έρευνά της στους κορωνοϊούς στο κρατικό Ινστιτούτο Επιδημιολογίας της Γουχάν, της πόλης όπου έκανε για πρώτη φορά την εμφάνισή του ο ιός. Οι επιστήμονες συμφωνούν ότι προς το παρόν δεν υπάρχουν ισχυρές αποδείξεις που να στηρίζουν τη θεωρία του εργαστηρίου. Αλλά τώρα περισσότεροι από ποτέ συμφωνούν επίσης ότι η θεωρία αυτή απορρίφθηκε υπερβολικά γρήγορα, χωρίς ενδελεχή έρευνα και επισημαίνουν ότι υπάρχουν σειρά σοβαρών ερωτημάτων, που πρέπει να απαντηθούν.
Ορισμένοι επιστήμονες τονίζουν ότι η Δρ. Σι πραγματοποίησε επικίνδυνα πειράματα με κορωνοϊούς νυχτερίδων σε εργαστήρια, που δεν ήταν αρκετά ασφαλή. Άλλοι θέλουν περισσότερη σαφήνει για τις αναφορές των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, που αφήνουν να εννοηθεί ότι υπάλληλοι του Ινστιτούτου Επιδημολογίας της Γουχάν είχαν μολυνθεί από τον νέο κορωνοϊό αρκετά νωρίτερα, αφότου η Κίνα κατέγραψε το πρώτο επίσημο κρούσμα.
Η Δρ. Σι αρνείται αυτές τις κατηγορίες και τώρα καλείται να υπεραπιστεί τη φήμη του εργαστηρίου της και της χώρας της. Σε τηλεφωνική επικοινωνία πριν από δύο εβδομάδες είπε ότι δεν ήθελε να μιλήσει απευθείας με δημοσιογράφους. Παρόλα αυτά δεν μπορούσε να κρύψει την απογοήτευσή της.
«Πώς είναι δυνατόν να προσφέρω αποδείξεις για κάτι για το οποίο δεν υπάρχει απόδειξη;» είπε υψώνοντας τη φωνή της με θυμό κατά τη σύντομη συνομιλία. «Δεν ξέρω πώς ο κόσμος έφτασε να ρίχνει λάσπη σε έναν αθώο επιστήμονα» έγραψε αργότερα σε γραπτό μήνυμα.
Σε μία σπάνια συνέντευξη μέσω email αποκήρυξε τις υποψίες που έχουν διατυπωθεί ως αβάσιμες, συμπεριλαμβανομένης της καταγγελίας ότι συνάδελφοί της είχαν νοσήσει πριν ξεσπάσει η πανδημία. Όλες οι υποψίες καταλήγουν ουσιαστικά σε ένα κεντρικό ερώτημα: Κρατούσε το εργαστήριο της Δρ. Σι κάποια πηγή του νέου κορωνοϊού πριν η πανδημία ξεσπάσει; Η απάντησή της είναι ένα εμφατικό «όχι».
Αλλά η άρνηση της Κίνας να επιτρέψει ανεξάρτητη έρευνα στο εργαστήριο της επιδημιολόγου ή να μοιραστεί τα δεδομένα της έρευνάς της καθιστούν εξαιρετικά δύσκολο το να επιβεβαιώσει κάποιος τους ισςχυρισμούς της. Η στάση της απλώς φουντώνει τις υποψίες.
Εκείνοι που είναι υπέρ της υπόθεσης για τις φυσικές ρίζες του ιού τονίζουν πως η Γουχάνε είναι ένα μεγάλο κέντρο μεταφορών. Επιπλέον επικαλούνται έρευνα που έδειχνε ότι πριν ξεσπάσει η πανδημία οι αγορές της πόλεις πωλούσαν πολλά είδη ζώων, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως ξενιστές επικίνδυνων παθογόνων, τα οποία μεταπηδούν και σε ανθρώπους.
«Αυτό δεν έχει τίποτα να κάνει με λάθος ή ενοχή» λέει ο Ντέιβιντ Ρέλμαν, μικροβιολόγος στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ και μεταξύ των 18 επιστημόνων που υπέγραψαν πρόσφατη επιστολή στο Science με την οποία ζητούσαν διαφανή έρευνα για τις ρίζες του ιόυ. «Είναι πολύ μεγαλύτερο από τον όποιο επιστήμονα, ινστιτούτο ή ακόμη και χώρα- όποιος έχει δεδομένα θα πρέπει να τα βγάλει στο φως» λέει ο Δρ. Ρέλμαν.
Όσοι επιμένουν στην ανάγκη να γίνει έρευνα στο ινστιτούτο επιδημιολογίας τονίζουν ότι ερευνές – συνεργάτες της Δρ. Σι θα μπορούσαν να έχουν συλλέξει – ή να έχουν κολλήσει- τον νέο κορωνοϊό από φωλιά νυχτερίδων. Ή θα μπορούσαν ακόμη και να τον έχουν δημιουργήσει, κατά λάθος ή σκοπίμως. Ανεξάρτητα με το ακριβώς είχε συμβεί θα μπορούσε ο ιός να έχει διαρρεύσει από το εργαστήριο, μολύνοντας ενδεχομένως κάποιον εργαζόμενο.
Το Πεκίνο επέτρεψε σε ομάδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας να επισκεφτεί την Κίνα, αλλά περιόρισε την πρόσβασή τους. Όταν η ομάδα του ΠΟΥ τον Μάρτιο είπε ότι η θεωρία του εργαστηρίου δεν είναι πιθανή, το συμπέρασμά της θεωρήθηκε βεβιασμένο. Ακόμη και ο επικεφαλής του ΠΟΥ σχολίασε «δεν πιστεύω ότι η αποτίμηση αυτή ήταν αρκετά ενδελεχής».
Το Ινστιτούτο της Γουχάν απασχολεί περίπου 300 υπαλλήλους και είναι η έδρα ενός εκ των δύο κινεζικών εργαστηρίων, στα οποία ισχύει το ανώτατο επίπεδο ασφάλειας (Επίπεδο 4). Η Δρ. Σι λέει ότι η ομάδα της έχει συλλέξει δείγματα 10.000 νυχτερίδων ανά την Κίνα. Το ινστιτούτο λογοδοτεί στο Κομμουνιστικό Κόμμα. «Η επιστήμη δεν έχει σύνορα, αλλά οι επιστήμονες έχουν πατρίδα» είχε πει πέρυσι σε ομιλία του Σι Τζινπίνγκ.
Η ίδια η κ. Σι, ωστόσο, δεν ανήκει στο Κομμουνιστικό Κόμμα, κάτι που είναι ασύνηθες για αξιωματούχους του δικού της στάτους. Η 57χρονη άρχισε να μελετάει νυχτερίδες το 2004 μετά το ξέσπασμα του SARS, που σκότωσε περισσότερους από 700 ανθρώπους ανά τον κόσμο. Το 2011 έφτασε σε μία σημαντική ανακάλυψη- βρήκε νυχτερίδες σε μία φωλειά της νοτιοδυτικής Κίνας που ήταν φορείς κορωνοϊών παρόμοιων με εκείνον που προκαλεί το SARS. Αλλά ορισμένα από τα ευρήματά της έχουν βρεθεί στο στόχαστρο. Τα τελευταία χρόνια άρχισε να πειραματίζεται σε κορωνοϊούς, τροποποιώντας τους γενετικά για να δει πώς συμπεριφέρονται.
Το 2017 η ίδια και οι συνάδελφοί της στο ινστούτο δημοσίευεσαν μία μελέτη για ένα πείραμα, με το οποίο είχαν δημιουργήσει ένα υβρίδιο κορωνοϊού νυχτερίδων αναγμειγνύοντας μέρη υφιστάμενων κορωνοϊών- τουλάχιστον ένας εκ των οποίων μπορούσε να μεταδοθεί σε ανθρώπους- για να μετλήσει την ικανότητά του να μολύνει και να αναπαραχθεί στα κύτταρα. Ορισμένα από τα πειράματά της πραγματοποιήθηκαν σε εργαστήρια επιπέδου βιοασφάλειας 2, όπου τα πρότυπα ασφαλείας είναι χαμηλότερα. Αυτό έχει εγείρει ερωτήματα για το εάν επικίνδυνα παθογόνα, θα μπορούσαν να διαρρεύσουν.
Η ίδια απαντά ότι ιοί νυχτερίδων μπορούν να μελετώνται σε εργαστήρια επιπέδου ασφαλείας 2, γιατί δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι μπορούν να μολύνουν απευθείας τους ανθρώπους. Επίσης απορρίπτει τα δημοσιεύματα σύμφωνα με τα οποία τρεις ερευνητές του ινστιτούτου νοσηλεύθηκαν τον Νοέμβριο του 2019 με συμπτώματα παρόμοια με αυτά του νέου κορωνοϊού- πριν ακόμη καταγραφούν τα πρώτα επίσημα κρούσματα Covid-19. Απορρίπτει επίσης τους ισχυρισμόυς ότι εργαζόταν σε άλλους ιούς κρυφά.
«Δεν έχει να κάνει όλο αυτό με την επιστήμη. Είναι απλά φήμες που βασίζονται στην απόλυτη έλλειψη εμπιστοσύνης» υποστήριξε σε τηλεφωνική συνομιλία. Στη γραπτή συνέντευξη συμπλήρωσε «Είμαι σίγουρη ότι δεν έχω κάνει τίποτα λάθος. Επομένως δεν έχω τίποτα να φοβάμαι».
ΠΗΓΗ: moneyreview.gr, The New York Times