Στη δεύτερη θέση των αναδυόμενων εξαγωγέων όπλων παγκοσμίως κατατάσσει ανάλυση του Economist την Τουρκία, πίσω από την «αναμφισβήτητη» ηγέτιδα στον τομέα Νότια Κορέα.
Το εκτενές δημοσίευμα του τελευταίου τεύχους του βρετανικού περιοδικού εξετάζει την κατάσταση στις εξαγωγές οπλικών συστημάτων διεθνώς, με έμφαση στους αναδυόμενους παίκτες.
Ως προς την Τουρκία σημειώνεται πως το κόμμα του Προέδρου Ερντογάν που κυβερνά από το 2002 έριξε χρήμα στην αμυντική βιομηχανία, με τον στόχο αυτάρκειας στην παραγωγή όπλων να έχει γίνει πιο επιτακτικός λόγω των αμερικανικών και ευρωπαϊκών κυρώσεων.
Επικαλούμενο στοιχεία από τη δεξαμενή σκέψης SIPRI της Στοκχόλμης, το δημοσίευμα αναφέρει πως οι τουρκικές εξαγωγές όπλων αυξήθηκαν κατά 69% μεταξύ του 2018 και του 2022 σε σύγκριση με την προηγούμενη πενταετία.
Το δε μερίδιο της χώρας στην παγκόσμια αγορά όπλων διπλασιάστηκε.
Η αξία των εξαγωγών του τομέα φέρεται να αυξήθηκε κατά 38% σε ετήσια βάση το 2022 φτάνοντας τα 4,4 δισεκατομμύρια δολάρια, με στόχο για φέτος τα 6 δισεκατομμύρια δολάρια.
Γίνεται αναφορά σε αγορά τουρκικών υποβρυχίων και κορβετών από το Πακιστάν, αλλά κυρίως τονίζεται η πρωτοκαθεδρία στις πωλήσεις των τουρκικών μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Τo νεότερο και ισχυρότερο σε σχέση με τα προηγούμενα drone Akinci θα πωληθεί στη Σαουδική Αραβία και έχει περισσότερους μνηστήρες στις χώρες του Κόλπου, ενώ το drone Bayraktar TB2 έχει χρησιμοποιηθεί από Αζερμπαϊτζάν, Αιθιοπία, Λιβύη και Ουκρανία.
Σημειώνεται επίσης η κατασκευή της νέας ναυαρχίδας του τουρκικού πολεμικού ναυτικού, του πλοίου αμφίβιας επίθεσης και ελαφρού αεροπλανοφόρου Anadolu και το καινούριο μαχητικό αεροσκάφος πέμπτης γενιάς Kaan, που αναπτύχθηκε με τη βοήθεια των βρετανικών BAE Systems και Rolls-Royce.