Το PiS του απερχόμενου πρωθυπουργού Ματέους Μοραβιέτσκι ήρθε μεν πρώτο με ποσοστό 36,6%, αλλά δεν μπορεί να συγκεντρώσει την απαιτούμενη, απόλυτη πλειοψηφία των 231 εδρών στην πολωνική Κάτω Βουλή, ακόμη και αν συνεργαστεί με την ακροδεξιά Konfederacja.
Αντίθετα, από την πλευρά των Δημοκρατικών, ο Συνασπισμός Πολιτών (KO), με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό και πρώην πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, ήρθε δεύτερο με 31% των ψήφων. Σε συνεργασία όμως με το κόμμα του «Τρίτου Δρόμου και την Νέα Αριστερά, συγκεντρώνουν από κοινού 248 έδρες.
Είναι μάλιστα ενδεικτικό του ενδιαφέροντος των Πολωνών ότι στις εκλογές κατεγράφη ρεκόρ συμμετοχής όλων των εποχών στη δημοκρατική Πολωνία, με 72,9%. Μια προσέλευση στις κάλπες ακόμη μεγαλύτερη απ` ότι στις εκλογές της 4ης Ιουνίου 1989, τις πρώτες μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος, όπου η συμμετοχή ήταν 63% .
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι το επίμαχο δημοψήφισμα που διοργάνωσε το PiS παράλληλα με τις εκλογές, το οποίο αφορούσε κυρίως μεταναστευτικά ζητήματα και είχε στόχο να κινητοποιήσει το εκλογικό σώμα υπέρ του κυβερνώντος κόμματος, κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία. Με 40% συμμετοχή, μικρότερη από το απαιτούμενο όριο του 50%, τα αποτελέσματά του δημοψηφίσματος, δεν μπορούν να ληφθούν επίσημα υπόψη.
Αλλαγές στην εξωτερική πολιτική
Η αναμενόμενη κυβερνητική αλλαγή στη Βαρσοβία θα μπορούσε να επιφέρει αποφασιστικές αλλαγές στην πολωνική εξωτερική πολιτική. Το μέχρι σήμερα κυβερνών κόμμα PiS ήταν σε συνεχή διαμάχη με τις Βρυξέλλες, ενώ η ενωμένη αντιπολίτευση θα μπορούσε να βάλει την Πολωνία σε μια φιλοευρωπαϊκή τροχιά.
Η κυβέρνηση του PiS με πρωθυπουργό τον Ματέους Μοραβιέτσκι εδώ και χρόνια είχε εξαπολύσει επίθεση στα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών και στο κράτος δικαίου, καταργώντας την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και των μέσων ενημέρωσης. «Χωρίς υπερβολή, η δημοκρατία διασώθηκε σε αυτές τις εκλογές», γράφει η γερμανική Tagesspiegel. «Αν το ακραία εθνικιστικό-λαϊκίστικο κόμμα PiS ελάμβανε εντολή για τρίτη συνεχόμενη κυβερνητική θητεία, το μέλλον θα ήταν δυσοίωνο», προσθέτει η γερμανική εφημερίδα.
Αλλά η μετάβαση της εξουσίας δεν θα είναι τόσο εύκολη όσο ακούγεται, καθώς οι Πολωνοί ξύπνησαν σήμερα από έναν εφιάλτη που κράτησε αρκετά χρόνια. Το PiS θα κάνει τα πάντα για να καθυστερήσει ή και να ανακόψει τη δημοκρατική στροφή στη χώρα. Στο παρελθόν, το PiS κατάφερε να πείσει μέλη του κοινοβουλίου να αυτομολήσουν, με την υπόσχεση ότι θα τους δώσει υψηλά αξιώματα.
Ωστόσο, η αλλαγή της κυβέρνησης στη Βαρσοβία και μόνο θα δημιουργήσει μια νέα ατμόσφαιρα. Ο 66χρονος Ντόναλντ Τουσκ διετέλεσε πρωθυπουργός της Πολωνίας μεταξύ 2007 και 2014 και Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από το 2014 ως το 2019.
Τώρα εναπόκειται στις Βρυξέλλες να υποστηρίξουν την επιστροφή της Πολωνίας στη δημοκρατία και να διευκολύνουν τη μελλοντική κυβέρνηση, υπό τον Ντόναλντ Τουσκ να κερδίσει τη στήριξη μιας κοινωνίας, που είναι βαθιά διχασμένη. Κυρίως, με την αποδέσμευση κονδυλίων της Ε.Ε. που έχουν παγώσει λόγω της σύγκρουσης Βρυξελλών – Βαρσοβίας για το κράτος δικαίου. Ωστόσο, πολλοί αναλυτές προειδοποιούν ότι ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός που θα σχηματιστεί από την αντιπολίτευση θα μπορούσε να αντιμετωπίσει συχνές συγκρούσεις με τον Πρόεδρο Αντρέι Ντούντα, που είναι πολιτικός σύμμαχος του PiS. Ιδιαίτερα μάλιστα, καθώς η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να καλύψει γρήγορα βασικές θέσεις στη δημόσια ραδιοτηλεόραση γιατί το PiS είχε εγκαταστήσει εκεί «προπαγανδιστές» της εθνικιστικής του πολιτικής. Όπως λέει ο Μιχάλ Μπαρανόφσκι, αναλυτής στο Γερμανικό «Marshall Fund», η Πολωνία θα μπορούσε τώρα «να επιστρέψει στο κέντρο λήψης αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Ικανοποίηση στις αγορές
Οι επενδυτές υποδέχτηκαν με μεγάλη ανακούφιση τα αποτελέσματα των βουλευτικών εκλογών και την αναμενόμενη κυβερνητική αλλαγή στην Πολωνία.
Το εθνικό νόμισμα ζλότι ενισχύθηκε σχεδόν κατά 2% στις αρχές της διαπραγμάτευσης, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη άνοδό του σε 18 μήνες.
Στο χρηματιστήριο της Βαρσοβίας, επίσης, στα πρώτα λεπτά της διαπραγμάτευσης, ο δείκτης WIG20 εκτινάχθηκε σχεδόν κατά 5%, και ο ευρύς δείκτης WIG αυξήθηκε πάνω από 3,5%.
Οι επενδυτές στόχευσαν κυρίως μετοχές κρατικών κολοσσών, ιδίως τραπεζών. Οι ξένοι επενδυτές είχαν αποσύρει τον περασμένο Ιούλιο κάπου 2,3 δισεκατομμύρια δολάρια από εγχώρια κρατικά ομόλογα και κατείχαν λιγότερο από το 15% των εκκρεμών ομολόγων- το χαμηλότερο επίπεδο εδώ και μια δεκαετία και κάτω από τον ιστορικό μέσο όρο του 20%, σύμφωνα με τους υπολογισμούς της JPMorgan.
Πολλοί αναλυτές περιμένουν επίσης να δουν πώς θα αντιδράσει στη νέα κυβέρνηση και ο διοικητής της κεντρικής τράπεζας, Ανταμ Γκλαπίνσκι, που είναι σύμμαχος του απερχόμενου πρωθυπουργού Μοραβιέρτσκι.
Μιχάλης Ψύλος • [email protected]