Σταθερός στη θέση του υπέρ της παραμονής των Γλυπτών του Παρθενώνα στο Βρετανικό Μουσείο δήλωσε εκ νέου ο Ρίσι Σούνακ, παραπέμποντας στο νόμο του 1963 που απαγορεύει τη μόνιμη απομάκρυνση εκθεμάτων από το λονδρέζικο ίδρυμα.
Στο αεροσκάφος προς τη σύνοδο COP28 στο Ντουμπάι ερωτηθείς από τους Βρετανούς δημοσιογράφους που τον συνοδεύουν για το θέμα, ο κ. Σούνακ απάντησε ότι «είναι πολύ ξεκάθαρο ως ζήτημα νόμου ότι τα μάρμαρα δεν μπορούν να επιστραφούν και έχουμε υπάρξει σαφείς επ’ αυτού».
Νομίζω, ανέφερε, «ότι η ίδια η ιστοσελίδα του Βρετανικού Μουσείου λέει πως για να γίνουν τα δάνεια (εκθεμάτων) ο παραλήπτης πρέπει να αναγνωρίζει τη νόμιμη ιδιοκτησία της χώρας που δανείζει τα πράγματα και νομίζω ότι οι Έλληνες δεν έχουν υποδείξει πως είναι υπό καμία έννοια πρόθυμοι να το κάνουν αυτό».
«Η άποψή μας και η θέση μας επ’ αυτού είναι κρυστάλλινα καθαρές: τα μάρμαρα αποκτήθηκαν νομίμως εκείνη την εποχή», πρόσθεσε.
Ο Βρετανός Πρωθυπουργός απέρριψε επίσης τα περί «υστερικής» αντίδρασης που του καταλόγισε ο πρόεδρος του Βρετανικού Μουσείου Τζορτζ Όσμπορν, λέγοντας «όχι, όχι».
«Είπα όσα είχα να πω για αυτό στο κοινοβούλιο τις προάλλες και τώρα επικεντρώνομαι στο να υλοποιήσω τα πράγματα για τα οποία ενδιαφέρεται ο κόσμος», πρόσθεσε.
Εκπρόσωπος του ηγέτη των Εργατικών Κιρ Στάρμερ ανέφερε πως ως Πρωθυπουργός «δεν θα δαπανούσε καθόλου χρόνο νομοθετώντας επί του ζητήματος», αλλά και ότι «δε θα στεκόταν εμπόδιο» σε μία αμοιβαία επωφελή συμφωνία μεταξύ Βρετανικού Μουσείου και Αθήνας.