Ο Καγκελάριος της Γερμανίας Όλαφ Σολτς απέκλεισε χθες βράδυ για ακόμη μια φορά το ενδεχόμενο να υπάρξει ειρηνευτική συμφωνία στην Ουκρανία, η οποία θα νομιμοποιήσει τα εδάφη που έχουν κατακτηθεί με τα όπλα και επανέλαβε ότι η Δύση θα συνεχίσει να προσφέρει στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, για την αυτοάμυνά της, «μέχρι να το πάρει απόφαση ο Πούτιν».
«Είναι για μένα απολύτως σαφές ότι για τη Ρωσία υπάρχει μόνο μια διέξοδος από αυτή την κατάσταση, εφόσον καταλήξει σε συμφωνία με την Ουκρανία. Δεν είναι δυνατή μια συμφωνία με μια υπαγορευμένη ειρήνη, η οποία θα προβλέπει ότι η Ουκρανία πρέπει να υπογράψει ότι παραχωρεί εδάφη. Αυτό δεν θα λειτουργήσει», τονίζει ο κ. Σολτς σε συνέντευξη του στον ιδιωτικό σταθμό RTL, η οποία θα μεταδοθεί αργότερα απόψε.
Στο ίδιο πλαίσιο, δεν θα λειτουργήσει και κάτι ανάλογο με αυτό που συνέβη με την Κριμαία, επισημαίνει ο Καγκελάριος: «Ξαφνικά σταματάει ο πόλεμος, υπό την έννοια ότι δεν υπάρχουν πλέον πυροβολισμοί και μετά χαράσσονται νέες γραμμές συνόρων και περιμένουν όλοι να επανέλθει η κατάσταση στο φυσιολογικό».
Κατά τον κ. Σολτς, είναι αναπόφευκτο να υπάρξει τελικά κάποια συνεννόηση με την Ουκρανία, αλλά η μεγάλη του ανησυχία είναι, προηγουμένως, ο κίνδυνος κλιμάκωσης του πολέμου.
«Ο στόχος θα πρέπει να είναι να μην κερδίσει τον πόλεμο η Ρωσία, αλλά δεν θα πρέπει να προχωρήσουμε πέρα από αυτό», προειδοποιεί. «Εξαιτίας του γεγονότος ότι έχουμε να κάνουμε με μια πυρηνική δύναμη, αυτό θα ήταν εντελώς λάθος στόχος», εξηγεί.
Σε ό,τι αφορά τις οικονομικές συνέπειες του πολέμου, ο Καγκελάριος δηλώνει ότι ανησυχεί για τη συνεχή αύξηση των τιμών, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τα μέτρα ανακούφισης των πολιτών που λαμβάνει η κυβέρνησή του.
«Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει ήδη λάβει αρκετές αποφάσεις για να βοηθήσει στην οξεία φάση της κατάστασης. Φοβάμαι όμως ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι οι οποίοι, ακόμη και αν κάνουν αιματηρή οικονομία, δεν τα καταφέρνουν», λέει και, όταν ερωτάται αν επηρεάζεται από την κριτική που του ασκείται, απαντά: «Αν νιώθει κανείς άσχημα με αυτό, πρέπει να ψάξει για άλλη δουλειά».