Επιστροφή της ρωσικής πυρηνικής «απειλής» και των εντάσεων μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων: έπειτα από 35 χρόνια μείωσής του, ο αριθμός των πυρηνικών όπλων σε παγκόσμια κλίμακα αναμένεται πως θα αρχίσει να αυξάνεται ξανά τη δεκαετία που έρχεται, προβλέπει έκθεση αναφοράς που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.
Στις αρχές του 2022, τα εννέα κράτη με πυρηνικά οπλοστάσια (Ρωσία, ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Κίνα, Ινδία, Πακιστάν, Ισραήλ και Βόρεια Κορέα) διέθεταν 12.705 πυρηνικές κεφαλές, 375 λιγότερες απ’ ό,τι στις αρχές του 2021, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Ινστιτούτου Έρευνας για την Ειρήνη της Στοκχόλμης(SIPRI).
Όμως η εποχή του πυρηνικού αφοπλισμού μοιάζει να οδεύει στο τέλος της και ο κίνδυνος πυρηνικής κλιμάκωσης βρίσκεται σήμερα στο υψηλότερο επίπεδο από ό,τι οποιαδήποτε άλλη περίοδο μετά τον ψυχρό πόλεμο, σύμφωνα με την έκθεση του σουηδικού κέντρου μελετών.
«Σύντομα, θα φθάσουμε σ’ ένα σημείο όπου, για πρώτη φορά μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου, ο αριθμός των πυρηνικών όπλων στον κόσμο μπορεί να αρχίσει να αυξάνεται, και αυτό είναι φαινόμενο αληθινά επικίνδυνο», τόνισε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο Ματ Κόρντα, εκ των συγγραφέων της έκθεσης.
Μετά την «οριακή» πτώση της περασμένης χρονιάς, το παγκόσμιο πυρηνικό οπλοστάσιο αναμένεται να μεγεθυνθεί «τη δεκαετία που θα έρθει», σύμφωνα με το SIPRI.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησε σε πολλές απροκάλυπτες αναφορές του ρώσου προέδρου στην ενδεχόμενη χρήση πυρηνικών όπλων, ενώ αρκετές χώρες, ανάμεσά τους η Κίνα και η Βρετανία, έχουν αρχίσει επίσημα ή ανεπίσημα σχέδια εκσυγχρονισμού ή ανάπτυξης των οπλοστασίων τους, υπογραμμίζει το ινστιτούτο.
«Θα είναι πολύ δύσκολο να σημειωθεί πρόοδος προς τον αφοπλισμό τα χρόνια που θα έρθουν εξαιτίας αυτού του πολέμου και του τρόπου με τον οποίο ο Πούτιν μιλάει για τα πυρηνικά του όπλα», σύμφωνα με τον κ. Κόρντα.Σύμφωνα με τον ίδιο, οι ανησυχητικές δηλώσεις αυτές ωθούν «πολλές άλλες δυνάμεις που έχουν πυρηνικά όπλα να ξανασκεφτούν τις δικές τους στρατηγικές» ως προς τη χρήση τους.
Διπλασιασμός του κινεζικού οπλοστασίου;
Παρότι τέθηκε σε ισχύ η συνθήκη για την απαγόρευση των πυρηνικών όπλων στις αρχές του 2021, μετά την επικύρωσή της από 50 και πλέον χώρες, και παρότι παρατάθηκε για πέντε χρόνια η ρωσοαμερικανική συνθήκη START, η κατάσταση επιδεινώθηκε ήδη τα τελευταία χρόνια, τονίζει το SIPRI, εν μέσω των ανησυχιών για το ιρανικό πρόγραμμα πυρηνικής ενέργειας και την ανάπτυξη υπερηχητικών πυραύλων, ακόμη πιο δύσκολο να αναχαιτιστούν.
Η μείωση του συνολικού αριθμού των όπλων εξάλλου δεν οφείλεται παρά στην καταστροφή ρωσικών και αμερικανικών πυρηνικών κεφαλών «που είχαν αποσυρθεί από την υπηρεσία πολλά χρόνια πριν» και ο αριθμός των όπλων που θεωρούνται επιχειρησιακά παραμένει «συγκριτικά σταθερός».
Σύμφωνα με τις νεότερες εκτιμήσεις του SIPRI, η Ρωσία παραμένει η χώρα με το μεγαλύτερο πυρηνικό οπλοστάσιο στον κόσμο, διέθετε 5.997 κεφαλές (–280 σε έναν χρόνο), ανεπτυγμένες, αποθηκευμένες ή προς καταστροφή στις αρχές του 2022. Σχεδόν 1.600 από αυτές είναι επιχειρησιακές, εκτιμά το Ινστιτούτο.
Οι ΗΠΑ διαθέτουν 5.428 κεφαλές (–120), αλλά περισσότερα ανεπτυγμένα πυρηνικά όπλα (1.750). Ακολουθούν η Κίνα (350), η Γαλλία (290), η Βρετανία(225), το Πακιστάν (165), η Ινδία (160) και το Ισραήλ (90), η μοναδική χώρα από τις εννέα που δεν παραδέχεται επίσημα πως διαθέτει πυρηνικά όπλα.
Σε ό,τι αφορά τη Βόρεια Κορέα, το SIPRI υπολογίζει για πρώτη φορά ότι το καθεστώς του Κιμ Γιονγκ Ουν διαθέτει 20 πυρηνικές κεφαλές. Η Πιονγκγιάνγκ διαθέτει επαρκή ποσότητα σχάσιμου υλικού για να κατασκευάσει άλλες περίπου πενήντα.