Νέος γύρος διαπραγματεύσεων μεταξύ των Ταλιμπάν και της κυβέρνησης του Αφγανιστάν ξεκινά αύριο Τρίτη στο Κατάρ, αν και οι συγκρούσεις στο πεδίο της μάχης και οι στοχευμένοι φόνοι ενδέχεται να υπονομεύσουν τις προσπάθειες τερματισμού του πολέμου.
Οι ενδοαφγανικές συνομιλίες, που ξεκίνησαν στις 12 Σεπτεμβρίου σε πολυτελές ξενοδοχείο της Ντόχα, έχουν ανασταλεί ως τις 5 Ιανουαρίου. Πριν την αναστολή των συνομιλιών οι δύο πλευρές είχαν καταφέρει να καταλήξουν σε συμφωνία για διαδικαστικά θέματα, κάτι που άνοιγει τον δρόμο για τη συζήτηση πλέον των πιο σοβαρών ζητημάτων.
Οι διαπραγματευτές της αφγανικής κυβέρνησης επιθυμούν να ισχύσει μόνιμη εκεχειρία στη χώρα και να διατηρηθεί το υφιστάμενο σύστημα διακυβέρνησης, το οποίο δημιουργήθηκε μετά την ανατροπή του καθεστώτος των Ταλιμπάν από την επέμβαση των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν το 2001.
«Οι συνομιλίες θα είναι ιδιαίτερα περίπλοκες και θα πάρουν χρόνο», είχε προειδοποιήσει ένας από τους διαπραγματευτές της κυβέρνησης, ο Γκούλαμ Φαρούκ Μαζρόχ. «Όμως ελπίζουμε να καταλήξουμε το συντομότερο δυνατό σε ένα αποτέλεσμα διότι οι άνθρωποι έχουν κουραστεί από αυτό τον αιματηρό πόλεμο». Οι Ταλιμπάν δεν έχουν κάνει κανένα σχόλιο ενόψει της επανάληψης των διαπραγματεύσεων.
Δεν υπάρχει ασφάλεια στην Καμπούλ
Οι συνομιλίες αυτές πραγματοποιούνται μετά τη συμφωνία που σύναψαν οι Ταλιμπάν με τις ΗΠΑ στις 29 Φεβρουαρίου 2020, βάσει της οποίας τα αμερικανικά στρατεύματα πρόκειται να αποχωρήσουν από το Αφγανιστάν ως τον Μάιο.
Παρά τις διαπραγματεύσεις στο Αφγανιστάν παρατηρείται νέα άνοδος της βίας, με τους Ταλιμπάν να εξαπολύουν τις τελευταίες εβδομάδες σχεδόν καθημερινά επιθέσεις εναντίον των κυβερνητικών δυνάμεων.
Εξάλλου στη χώρα έχουν σημειωθεί μια σειρά δολοφονιών προσωπικοτήτων, κυρίως δημοσιογράφων, πολιτικών και θρησκευτικών ηγετών, αλλά και υπέρμαχων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, για τις οποίες η αφγανική κυβέρνηση κατηγορεί τους Ταλιμπάν, αν και το Ισλαμικό Κράτος έχει αναλάβει την ευθύνη για κάποιες από αυτές.
Από τον Νοέμβριο έχουν δολοφονηθεί ένας αντικυβερνήτης της επαρχίας Καμπούλ και πέντε δημοσιογράφοι.
«Με τις δολοφονίες αυτές οι Ταλιμπάν προσπαθούν να διχάσουν τους πολίτες και να προκαλέσουν επικρίσεις και αγανάκτηση απέναντι στις κυβερνητικές δυνάμεις ασφαλείας», εκτίμησε ο Τζαβίντ Φαϊσάλ εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας. «Όμως αυτοί οι φόνοι απλώς θα συσπειρώσουν τους πολίτες».
Ο Νισάνκ Μοτουάνι, υποδιευθυντής του Afghanistan Research and Evaluation Unit, ενός ανεξάρτητου think tank με έδρα την Καμπούλ, σημείωσε ότι οι Ταλιμπάν δεν αναλαμβάνουν πότε την ευθύνη για τις πολιτικές δολοφονίες, όμως με αυτές θέλουν να δείξουν στα μέλη τους ότι «εξακολουθούν να είναι ίδιοι και ότι δεν έχουν αλλάξει».
Το 2020 οι Ταλιμπάν εξαπέλυσαν περισσότερες από 18.000 επιθέσεις, ανέφερε αυτή την εβδομάδα στους Αφγανούς βουλευτές ο επικεφαλής των αφγανικών υπηρεσιών Πληροφοριών Άχμαντ Ζία Σιράζ. Στη διάρκεια των εννέα πρώτων μηνών του 2020, 2.177 άμαχοι σκοτώθηκαν και 3.822 τραυματίστηκαν, σύμφωνα με την αποστολή του ΟΗΕ στο Αφγανιστάν.
Στη χώρα λίγοι είναι αυτοί που πιστεύουν ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί, παρά την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.
«Δεν υπάρχει ασφάλεια στην Καμπούλ», κατήγγειλε ο Τζαμσίντ Μοχάμαντ, ένας κάτοικος της αφγανικής πρωτεύουσας. «Για πόσο καιρό ακόμη θα πρέπει να θάβουμε τους συγγενείς μας;».
Πηγές: ΑΠΕ-ΜΠΕ, AFP, Reuters