Κατηγορίες απαγγέλθηκαν εναντίον του πρώην προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ για παράνομο χειρισμό απορρήτων εγγράφων που βρέθηκαν στο σπίτι του στη Φλόριντα, σύμφωνα με πηγές που επικαλούνται τα διεθνή μέσα και όπως έκανε γνωστό ο ίδιος μέσω του ιστότοπου κοινωνικής δικτύωσης Truth Social που έχει δημιουργήσει.
Σημειώνεται ότι δεν έχει κατηγορηθεί ποτέ πρώην Αμερικανός πρόεδρος για διάπραξη ομοσπονδιακών εγκλημάτων, και σχεδόν σίγουρα θα ανατρέψει την κούρσα για την διεκδίκηση του χρίσματος των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές του 2024, σημειώνει το πρακτορείο Bloomberg, δεδομένου ότι ανάλογα με τις κατηγορίες, και εφόσον καταδικαστεί, ο Τραμπ θα μπορούσε να αντιμετωπίσει ποινή φυλάκισης ή αποκλεισμό από την ανάληψη δημοσίων αξιωμάτων.
«Η διεφθαρμένη κυβέρνηση Μπάιντεν ενημέρωσε τους δικηγόρους μου πως μου ασκήθηκε δίωξη, κατά τα φαινόμενα για την απάτη με τα κουτιά», ανέφερε ο Ρεπουμπλικάνος, που ονειρεύεται να «ανακαταλάβει» τον Λευκό Οίκο το 2024. Πρόσθεσε πως κλήθηκε να παρουσιαστεί ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου στο Μαϊάμι την Τρίτη (13η Ιουνίου).
Δεν παρουσίασε κάποιο τεκμήριο για τον ισχυρισμό αυτό, πάντως πηγή του πρακτορείου ειδήσεων Reuters επιβεβαίωσε την πληροφορία.
Το κατηγορητήριο
Σύμφωνα με τα διεθνή μέσα, ο Τραμπ αντιμετωπίζει επτά κατηγορίες για παράνομη και εσκεμμένη κατοχή διαβαθμισμένων εγγράφων και πληροφοριών εθνικής άμυνας, απόκρυψη εγγράφων, παρακώλυση της δικαιοσύνης και ψευδούς δήλωσης.
Η καταδίκη για την κατηγορία της σκόπιμης απόκρυψης ή καταστροφής κρατικών αρχείων επισύρει ποινή αποκλεισμού από το αξίωμα, ωστόσο οι νομικοί εμπειρογνώμονες διαφωνούν σχετικά με το εάν αυτό ισχύει για την προεδρία. Η παραβίαση του νόμου περί κατασκοπείας με τη διατήρηση πληροφοριών εθνικής άμυνας μπορεί να επιφέρει έως και 10 χρόνια φυλάκιση και η παρεμπόδιση της δικαιοσύνης μπορεί να επιφέρει έως και 20 χρόνια πίσω από τα κάγκελα, αν και στον Τραμπ είναι απίθανο να επιβληθούν οι μέγιστες ποινές.
Ο Τραμπ δήλωσε αθώος στην ανάρτησή του, αναφέροντας ότι κλήθηκε να εμφανιστεί στο ομοσπονδιακό δικαστήριο στο Μαϊάμι την Τρίτη. «Ποτέ δεν πίστευα ότι ήταν δυνατό να συμβεί κάτι τέτοιο σε έναν πρώην Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών», έγραψε. Η ομάδα του Τραμπ χαρακτήρισε το κατηγορητήριο «πράξη ανοιχτού νομικού ”πολέμου”».
«Η διεφθαρμένη κυβέρνηση Μπάιντεν ενημέρωσε τους δικηγόρους μου πως μου ασκήθηκε δίωξη, κατά τα φαινόμενα για την απάτη με τα κουτιά», ανέφερε ο Ρεπουμπλικάνος, που ονειρεύεται να «ανακαταλάβει» τον Λευκό Οίκο το 2024. Πρόσθεσε πως κλήθηκε να παρουσιαστεί ενώπιον ομοσπονδιακού δικαστηρίου στο Μαϊάμι την Τρίτη (13η Ιουνίου). Δεν παρουσίασε κάποιο τεκμήριο για τον ισχυρισμό αυτό, πάντως πηγή του πρακτορείου ειδήσεων Ρόιτερς επιβεβαίωσε την πληροφορία, εξηγώντας πως ο κ. Τραμπ αντιμετωπίζει επτά κατηγορίες για παράνομη κατοχή διαβαθμισμένων εγγράφων και παρακώλυση της δικαιοσύνης.
Σε βίντεο που ανέβασε αργότερα στην πλατφόρμα, ο μεγιστάνας διατράνωσε την «αθωότητά του».
Πώς βρέθηκαν τα έγγραφα
Τον Αύγουστο του 2022, η ομοσπονδιακή αστυνομία προχώρησε στην κατάσχεση περίπου 13.000 εγγράφων στο οίκημα του Τραμπ στο Μαρ-α-Λάγκο (Παλμ Μπιτς, Φλόριντα). Περίπου τα 100 ήταν διαβαθμισμένα, μολονότι δικηγόρος του είχε διαβεβαιώσει πως όλα τα απόρρητα είχαν ήδη επιστραφεί.
Ο πρώην πρόεδρος έχει δικαιολογηθεί για το ότι κράτησε τα έγγραφα διαβεβαιώνοντας πως τα αποχαρακτήρισε όταν κατείχε ακόμα το αξίωμα. Δεν παρουσίασε καμιά απόδειξη γι’ αυτό· οι δικηγόροι του δεν έχουν προβάλει τέτοιον ισχυρισμό.
Ο υποψήφιος για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων ώστε να είναι υποψήφιος του κόμματος στις προεδρικές εκλογές του 2024 αντιμετωπίζει εξάλλου αρκετούς ακόμη πονοκεφάλους με τη δικαιοσύνη, ιδίως έρευνα για τις προσπάθειες του ιδίου και συμμάχων του να ανατρέψουν το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020, όταν ηττήθηκε από τον Δημοκρατικό Τζο Μπάιντεν.
Είναι άλλωστε ο πρώτος –πρώην ή νυν– πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ που είδε να του ασκείται ποινική δίωξη, για υπόθεση παραχάραξης εγγράφων της επιχείρησής του, που συνδεόταν με την καταβολή χρημάτων σε πρώην ηθοποιό πορνογραφικών ταινιών προκειμένου να εξαγοραστεί η σιωπή της για παλιότερες συνευρέσεις τους, ενόψει των εκλογών του 2016, τις οποίες κέρδισε.