Για πρώτη φορά ο απερχόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν, άναψε το πράσινο φως προκειμένου η Ουκρανία να χρησιμοποιήσει αμερικανικούς πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς για πλήγματα βαθύτερα εντός της ρωσικής επικράτειας.
Σύμφωνα με τους Times της Νέας Υόρκης, που επικαλούνται Αμερικανούς αξιωματούχους, η Ουάσιγκτον αίρει τους περιορισμούς που είχε θέσει και στέκονταν εμπόδιο στον Κίεβο, το οποίο σχεδιάζει να πραγματοποιήσει τις πρώτες του επιθέσεις μεγάλης εμβέλειας εντός των επόμενων ημερών. Όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές τα πρώτα πλήγματα αναμένεται να πραγματοποιηθούν με τη χρήση πυραύλων ATACMS – οι οποίοι έχουν βεληνεκές έως και 300 χιλιόμετρα – αρχικά εναντίον ρωσικών και βορειοκορεατικών στρατευμάτων στην περιοχή του Κουρσκ, στη δυτική Ρωσία. Την ίδια στιγμή, ο Λευκός Οίκος και το Πεντάγωνο δεν έχουν προβεί σε κάποιο σχόλιο.
Η απόφαση Μπάιντεν σηματοδοτεί μία σημαντική αλλαγή στη στάση των Ηνωμένων Πολιτειών στον πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας και μάλιστα δύο μήνες πριν την ανάληψη των προεδρικών καθηκόντων από τον Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει δεσμευτεί να περιορίσει την αμερικανική βοήθεια προς το Κίεβο και να τελειώσει τον πόλεμο το συντομότερο δυνατό.
Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ζητούσε επιτακτικά εδώ και μήνες από την Ουάσιγκτον να άρει τους περιορισμούς και να επιτρέψει στις δυνάμεις του πλήγματα κατά στρατιωτικών στόχων βαθύτερα εντός της Ρωσίας. Η αλλαγή στάσης των Ηνωμένων Πολιτειών, τελικά, συνέβη, τη στιγμή που η Μόσχα έχει αναπτύξει βορειοκορεατικά στρατεύματα για να ενισχύσει τις ένοπλες δυνάμεις της – μία κίνηση που σήμανε τον συναγερμό σε Ηνωμένες Πολιτείες και Ουκρανία.
Σε μία πρώτη ανάγνωση της απόφασης Μπάιντεν, αναλυτές κλίνουν προς το συμπέρασμα ότι ο απερχόμενος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών φέρεται να χαρίζει μία ευκαιρία στον Ουκρανό πρόεδρο, ώστε το Κίεβο να κατορθώσει να κρατήσει ένα κομμάτι ρωσικής γης ως διαπραγματευτικό χαρτί – στις όποιες πιθανές διαπραγματεύσεις των δύο εμπόλεμων μερών μελλοντικά. Κανείς όμως δεν μπορεί να αγνοήσει τις σαφείς προειδοποιήσεις της Μόσχας, σχετικά.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο ο πρόεδρος της Ρωσίας υπήρξε ξεκάθαρος. Η προμήθεια όπλων μεγάλου βεληνεκούς στην Ουκρανία για χρήση εναντίον της Ρωσίας θα σημάνει κήρυξη πολέμου, είχε προειδοποιήσει ο Βλάντιμιρ Πούτιν. Αντιστοίχως, έναν μήνα πριν, είχε επισημάνει πως η Ρωσία θα απαντήσει, εάν το ΝΑΤΟ επιτρέψει στην Ουκρανία τη χρήση όπλων μεγάλου βεληνεκούς. Ειδικότερα, είχε υπογραμμίσει ότι η Ρωσία θα χρησιμοποιήσει “ένα φάσμα απαντήσεων”. Την ίδια στιγμή, η Μόσχα έχει τροποποιήσει το πυρηνικό της δόγμα και σύμφωνα με τις προτεινόμενες αλλαγές θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα αν πληγεί με συμβατικούς πυραύλους και να θεωρήσει οποιαδήποτε επίθεση εναντίον της που υποστηρίζεται από μία πυρηνική δύναμη ως κοινή επίθεση.
Σύμφωνα με το ρωσικό πρακτορείο TASS, ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων του Συμβουλίου της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Βλαντιμίρ Τζαμπάροφ, τόνισε ότι η απόφαση των Ηνωμένων Πολιτειών μπορεί να οδηγήσει στον Τρίτο Παγκόσμιο Πόλεμο και θα λάβει ταχεία απάντηση. Από την πλευρά του, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, το βράδυ της Κυριακής, υπογράμμισε ότι «οι πύραυλοι μιλούν από μόνοι τους» προσθέτοντας ότι τα χτυπήματα «δεν ανακοινώνονται».
Η απόφαση Μπάιντεν ξεκλειδώνει την πόρτα που εδώ και μήνες χτυπούσε επίμονα ο Ζελένσκι και κατά τους αναλυτές μπορεί να ανοίξει ακόμη μία, εκείνη που θα επιτρέψει, επίσης, να γίνει χρήση των βρετανικής και γαλλικής κατασκευής πυραύλων κρουζ, Storm Shadow. Προς το παρόν, το Ελιζέ και η Ντάουνινγκ Στριτ δεν έχουν επίσης προβεί σε κάποιο σε κάποιο σχόλιο με τον Βρετανό πρωθυπουργό, την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, να μεταβαίνει στη Βραζιλία για τη Σύνοδο των G20.
Στο Ρίο Ντε Τζανέιρο όμως μεταβαίνει και ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, Σεργκέι Λαβρόφ και μοιραία το βλέμμα όλων στρέφεται σε εκείνον αφού ζητούμενο παραμένει το πώς θα απαντήσει η Μόσχα. Προς το παρόν ο ισχυρότερος ένοικος του Κρεμλίνου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλάντιμιρ Πούτιν δεν έχει προβεί σε καμία δήλωση. Ο ίδιος δεν μπορεί να μεταβεί στη Βραζιλία αφού εκκρεμεί εναντίον του ένταλμα σύλληψης από το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο.