Τις επιλογές της διεθνούς κοινότητας για την στήριξη της ανασυγκρότησης της Ουκρανίας καταγράφουν σε άρθρο γνώμης με τίτλο «Ένα σχέδιο Μάρσαλ για την Ουκρανία» η Πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς, με αφορμή την Σύνοδο για την Ανοικοδόμηση της Ουκρανίας που διοργανώνει στο Βερολίνο η Γερμανική Προεδρία της ομάδας των G7 την Τρίτη 25 Οκτωβρίου.
Στο άρθρο, το οποίο δημοσιεύεται στον Ευρωπαϊκό Τύπο, αναφέρεται πως στη σύνοδο οι ΕΕ και οι G7 θα συζητήσουν με εμπειρογνώμονες και ειδικούς «το πώς η διεθνής κοινότητα μπορεί να βοηθήσει και να στηρίξει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας».
«Το θάρρος που επιδεικνύουν οι Ουκρανοί από τότε που εισέβαλε η Ρωσία στη χώρα τους είναι εντυπωσιακό. Εξίσου εντυπωσιακές είναι η ανθεκτικότητα και η αποφασιστικότητά τους απέναντι στην παραβίαση του διεθνούς δικαίου» αναφέρουν στο άρθρο οι δύο αξιωματούχοι.
«Η μορφή που θα λάβει αυτή η ανασυγκρότηση θα καθορίσει το τι είδους χώρα θα είναι η Ουκρανία στο μέλλον. Θα είναι ένα κράτος δικαίου με ισχυρούς θεσμούς; Θα έχει μια ισχυρή και σύγχρονη οικονομία; Θα είναι μια δυναμική δημοκρατία που ανήκει στην Ευρώπη; Πρέπει πάντα να είμαστε προσεκτικοί όταν κάνουμε ιστορικές συγκρίσεις. Ωστόσο, αυτό που απαιτείται εν προκειμένω είναι ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ για τον 21ο αιώνα. Το έργο αυτό θα διαρκέσει για πολλές γενεές και πρέπει να ξεκινήσει άμεσα» σημειώνουν.
Σύμφωνα με το άρθρο, εμπειρογνώμονες και εκπρόσωποι Ευρωπαϊκών κρατών, των G7, των G20, διεθνών οργανισμών, της κοινωνίας των πολιτών και της Ουκρανίας θα συζητήσουν μεταξύ άλλων «ποια διδάγματα μπορούμε να αντλήσουμε εμείς και οι Ουκρανοί εταίροι μας από την εμπειρία του παρελθόντος όσον αφορά την ανασυγκρότηση;», «πώς μπορεί να οργανωθεί και να χρηματοδοτηθεί ένα τόσο τεράστιο και μακρόπνοο σχέδιο;» και «ποιες δομές απαιτούνται προκειμένου να διασφαλιστεί η αναγκαία διαφάνεια και η ζωτικής σημασίας εμπιστοσύνη των επενδυτών;».
«Τα δεινά των Ουκρανών είναι αμέτρητα, ενώ καθημερινά θρηνούν τεράστιο αριθμό θυμάτων. Ο πόλεμος του Πούτιν επηρεάζει βαθιά τις ζωές εκατομμυρίων Ουκρανών. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε ως κοινότητα —και το έχουμε κάνει από την πρώτη μέρα του πολέμου— είναι να στηρίξουμε ενεργά και αξιόπιστα την Ουκρανία», αναφέρουν.
«Έχουμε επιβάλει αυστηρές κυρώσεις στη Ρωσία. Προμηθεύουμε όπλα, στηρίζουμε την ουκρανική οικονομία και βοηθάμε τους ανθρώπους στην καθημερινή τους ζωή. Διευκολύναμε την πρόσβαση των ουκρανικών εξαγωγών στην εσωτερική μας αγορά και αναστείλαμε τους εισαγωγικούς δασμούς» προσθέτουν.
«Προς το παρόν, πάνω από 8 εκατομμύρια Ουκρανοί έχουν βρει καταφύγιο στην Ευρώπη για να προστατευτούν από τις βόμβες και τους πυραύλους του Πούτιν. Η Ευρώπη τους παρείχε άμεση πρόσβαση στην αγορά εργασίας, στα σχολεία, στην ιατρική περίθαλψη και στη στέγαση. Στο πλαίσιο της G7, αλλά και με τους εταίρους μας στην G20, δίνουμε μάχη απέναντι στις παγκόσμιες συνέπειες του πολέμου, συμπεριλαμβανομένης της παγκόσμιας πείνας, της ενεργειακής και της οικονομικής κρίσης», τονίζουν.
«Η διεθνής κοινότητα έχει παράσχει σημαντική χρηματοδοτική στήριξη. Μόνο για βοήθεια έκτακτης ανάγκης, οι χώρες της G7, η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα μέλη της έχουν μέχρι στιγμής διαθέσει στην Ουκρανία πάνω από 35 δισ. ευρώ. Τα χρήματα αυτά προορίζονται να βοηθήσουν την Ουκρανία να ανταποκριθεί στις άμεσες χρηματοδοτικές της ανάγκες, ώστε η διοίκησή της να μπορέσει να συνεχίσει να λειτουργεί παρά τον πόλεμο, να μπορέσουν να καταβληθούν οι αμοιβές των εκπαιδευτικών, των αστυνομικών, των γιατρών και των στρατιωτών, και να συνεχιστεί η παροχή ιατρικής περίθαλψης», συνεχίζουν.
«Εκτός απ’ αυτή τη βοήθεια έκτακτης ανάγκης, πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε από σήμερα την ανασυγκρότηση της χώρας, παρόλο που η ειρήνη φαντάζει μακρινή. Πρέπει άμεσα να αρχίσουμε να ξαναχτίζουμε τα κατεστραμμένα σπίτια, τα σχολεία τους δρόμους και τις γέφυρες και να αποκαταστήσουμε τις υποδομές και τον ενεργειακό εφοδιασμό, ώστε η χώρα να μπορέσει γρήγορα να ανακάμψει», προσθέτουν.
«Το κλειδί είναι να αναλάβουμε από κοινού αυτό το μείζον εγχείρημα. Η G7 και τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα συμφωνούν ότι πρόκειται για ένα τεράστιο έργο. Η Παγκόσμια Τράπεζα εκτιμά ότι οι ζημιές που έχει μέχρι στιγμής προξενήσει ο πόλεμος ανέρχονται σε 350 δισ. ευρώ. Και η καταστροφή συνεχίζεται, όπως αποδεικνύεται από τις επιθέσεις των τελευταίων ημερών», σημειώνουν.
Όπως εξηγούν, «ούτε η Ουκρανία ούτε ο κάθε εταίρος από μόνος του μπορούν να επωμιστούν το κόστος αυτό. Πρέπει όλοι να δώσουμε ένα χέρι —η ΕΕ, η G7 και οι εταίροι μας σε όλο τον κόσμο. Φυσικά, θα πρέπει να συμμετάσχουν και τα διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι κορυφαίοι διεθνείς οργανισμοί. Μακροπρόθεσμα, είναι σημαντικό να επενδύσουν στην ανασυγκρότηση της Ουκρανίας και ιδιώτες επενδυτές και εταιρείες».
«Όσο πιο ξεκάθαρη και διαφανής είναι η χρήση των χρημάτων, τόσο μεγαλύτερη θα είναι η προθυμία για παροχή βοήθειας. Συνεπώς, θα διασφαλίσουμε με τους Ουκρανούς φίλους μας ότι η στήριξη θα φτάσει εκεί όπου είναι περισσότερο αναγκαία», αναφέρουν.
Υπογραμμίζουν ότι «μαζί με τους εταίρους μας της G7 και με άλλες χώρες, με τη στήριξη διεθνών οργανισμών και της Ουκρανίας, σκοπεύουμε να θέσουμε τα θεμέλια για μια συμπεριληπτική πλατφόρμα δωρητών που θα συντονίζει τη διαδικασία άμεσης αποκατάστασης των κατεστραμμένων υποδομών και την έναρξη της μακροπρόθεσμης ανασυγκρότησης».
«Η κοινή πλατφόρμα θα αποτελέσει το κύριο μέσο συνεργασίας και συντονισμού της ευρωπαϊκής και διεθνούς στήριξης. Θα δώσει ώθηση σε σημαντικά έργα ανασυγκρότησης και θα παρέχει τεχνική υποστήριξη. Στο πλαίσιο αυτό, θα θέσουμε τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα διαφάνειας, αποτελεσματικότητας, ελέγχου και παρακολούθησης των έργων», επισημαίνουν.
«Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο. Από το καλοκαίρι, η Ουκρανία έχει αποκτήσει καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη στην ΕΕ χώρας. Έτσι, η πορεία της Ουκρανίας προς την ανασυγκρότηση είναι ταυτόχρονα η πορεία της προς την Ευρωπαϊκή Ένωση», αναφέρουν.
Αυτό, προσθέτουν, «σημαίνει ότι η ουκρανική οικονομία πρέπει να καταστεί πιο βιώσιμη και πιο ψηφιακή, δεδομένου ότι αυτή είναι η οικονομία του μέλλοντος. Σημαίνει επίσης ότι πρέπει να επιβληθούν τα υψηλότερα δυνατά πρότυπα για το κράτος δικαίου και να συσταθούν αποτελεσματικές αρχές καταπολέμησης της διαφθοράς. Διότι οι αξίες αυτές, τις οποίες πρεσβεύει η Ευρώπη, θα συμβάλουν στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης των επενδυτών και των δωρητών».
«Όλοι συμφωνούμε ότι η στήριξη της Ουκρανίας δεν είναι μόνο σωστή, αλλά και προς το συμφέρον μας. Η Ουκρανία αγωνίζεται όχι μόνο για τη δική της κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα, αλλά και κατά της απόπειρας του Πούτιν να μετατοπίσει δια της βίας τα σύνορα και να προκαλέσει πόλεμο και καταστροφή στους γείτονές του. Ταυτόχρονα, η Ουκρανία υπερασπίζεται τη βασισμένη σε κανόνες διεθνή τάξη, η οποία αποτελεί το θεμέλιο της ειρηνικής μας συνύπαρξης και της ευημερίας σε παγκόσμιο επίπεδο. Έτσι, στηρίζοντας την Ουκρανία, οικοδομούμε το δικό μας μέλλον και το μέλλον της κοινής μας Ευρώπης» καταλήγουν.