Σε ένα συρτάρι κάτω από το κρεβάτι της έκρυψε μία ασυνείδητη μητέρα τη νεογέννητη κόρη της και την κράτησε εκεί επί σχεδόν τρία χρόνια, θέλοντας η ύπαρξή της να μείνει κρυφή από τον σύντροφό της και τα άλλα της παιδιά.
Το κορίτσι ανακαλύφθηκε από τον σύντροφο της γυναίκας αυτής όταν ένα πρωί πήγε στο σπίτι απρόσμενα, ενώ η μικρή είχε μείνει μόνη και άκουσε το κλάμα της. Όταν ο άνδρας αυτός έμενε τη νύχτα στο σπίτι, η γυναίκα, που δεν κατονομάζεται για να προστατευθούν τα παιδιά της, μετέφερε την κόρη της σε άλλο δωμάτιο.
Όπως ειπώθηκε στο δικαστήριο του Τσέστερ στη ΒΔ Αγγλία που εξέτασε την υπόθεση, η οποία αφορά την περίοδο 2020-2023, το κορίτσι «δεν γνώρισε ποτέ το φως της ημέρας ή τον φρέσκο αέρα» και η μητέρα του το τάιζε με δημητριακά και γάλα με σύριγγα. Επί μεγάλα διαστήματα έμενε μόνο χωρίς τροφή.
Αποτέλεσμα της ασιτίας και των συνθηκών διαβίωσής του ήταν όταν βρέθηκε να μοιάζει με βρέφος επτά μηνών και όχι με κορίτσι σχεδόν τριών ετών. Είναι παραμορφωμένο και με πολλά προβλήματα υγείας, για τα οποία η μητέρα του δεν αναζήτησε ποτέ ιατρική βοήθεια.
Η γυναίκα ομολόγησε βαναυσότητα σε βάρος ανηλίκου και καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης επτάμισι ετών.
Ο δικαστής χαρακτήρισε τις επιπτώσεις της αδιανόητης πράξης της μητέρας ως «καταστροφικές» για το μικρό κορίτσι. Πρόσθεσε πως το κορίτσι «ίσως τώρα επανέρχεται σιγά-σιγά στη ζωή από αυτό που ήταν σχεδόν ένας ζωντανός θάνατος σε εκείνο το δωμάτιο».
Η μητέρα είπε στην Αστυνομία και στην πρόνοια ότι δεν γνώριζε πως ήταν έγκυος και όταν γέννησε κατατρομοκρατήθηκε. Είπε, επίσης, ότι ήταν σε κακοποιητική σχέση με τον πατέρα της μικρής και ότι δεν ήθελε εκείνος να μάθει για τη γέννησή της. Υποστήριξε ότι έβγαζε τη μικρή από το συρτάρι και ότι το συρτάρι δεν ήταν ποτέ κλειστό.
Ο συνήγορος υπεράσπισης ζήτησε ελαφρυντικά επικαλούμενος αυτή την κακοποιητική σχέση, την ασταθή ψυχική υγεία της μητέρας και τις ιδιαίτερες συνθήκες που επέβαλαν τα lockdown την περίοδο της πανδημίας.