Η δήλωση της Κομισιόν ότι η διόγκωση των ελλειμμάτων και των χρεών των κρατών – μελών ενδέχεται να γίνει ανεκτή μέχρι το 2023 μπορεί να αναγνωσθεί με δύο τρόπους. Για όσους βλέπουν το ποτήρι μισογεμάτο, η δήλωση αυτή ηχεί ως καθησυχαστική για τις τρύπες που δημιούργησε η πανδημία. Για όσους βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο, η δήλωση αυτή ηχεί ως καμπανάκι για τη λήψη μέτρων προς αποφυγή νέων περιπετειών.
Εμείς, ως χώρα, που βιώσαμε στη χειρότερη μορφή της (με Μνημόνιο, κούρεμα καταθέσεων, κλπ.) την πρόσφατη οικονομική κρίση, θα πρέπει να λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη τη δήλωση – προειδοποίηση της Κομισιόν. Και αυτό, γιατί ήδη το δημόσιο χρέος μας αναρριχήθηκε στο υψηλότερο σημείο από καταβολής της Κυπριακής Δημοκρατίας και δη στο 120% του ΑΕΠ, ενώ το δημοσιονομικό έλλειμμα διευρύνθηκε επικίνδυνα.
Αν αφήσουμε τα πράγματα ως έχουν τότε πολύ πιθανόν από το 2023 να έχουμε και πάλι μπελάδες με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους Κανονισμούς της. Αν μάλιστα, η πανδημία συνεχιστεί και το κράτος αναγκαστεί να στηρίζει για περισσότερο χρόνο επιχειρήσεις και εργαζόμενους, τότε η κατάσταση θα γίνει αρκετά χειρότερη.
Με βάση τη δήλωση της Κομισιόν έχουμε μπροστά μας λίγο καιρό για να αρχίσουμε να βελτιώνουμε τα δημόσια οικονομικά. Αυτό, μπορεί να γίνει με την ενίσχυση της ανάπτυξης, τις εξοικονομήσεις στις δαπάνες και με την αύξηση των εσόδων. Το πρώτο ευελπιστούμε ότι θα γίνει με την έναρξη εφαρμογής του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που και πάλι προβλέπει ενίσχυση από την Ε. Ένωση σε αρχικό στάδιο της τάξης των 1.2 δις ευρώ. Ευελπιστούμε τα κόμματα και η Βουλή να μην αρχίσουν πάλι «το κοντό και το μακρύ τους» και να τορπιλίσουν το όλο σχέδιο. Ήδη, κάποιες απόψεις που ακούμε ενάντια στις μεταρρυθμίσεις και στα μέτρα εκσυγχρονισμού της οικονομίας, μας ανησυχούν.
Το δεύτερο δεν το βλέπουμε να γίνεται εύκολα, αφού το κράτος συνεχίζει να αυξάνει τις δαπάνες του, να προσλαμβάνει συνεχώς νέο προσωπικό και γενικά να ξοδεύει περισσότερα απ’ όσα πρέπει και μπορεί. Αυτό είναι μια διαχρονική παθογένεια του κυπριακού κράτους, που δυστυχώς επιδεινώνει τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Το τρίτο φαντάζει απίθανο με τα σημερινά δεδομένα, αφού οι επιχειρήσεις έχουν μειωμένα κέρδη ή ζημιές, οπότε πως θα συνεισφέρουν στην αύξηση των εσόδων. Από την άλλη πλευρά, η συνεισφορά των μισθωτών είναι δεδομένη, ενώ των αυτοεργοδοτούμενων είναι αμελητέα.
Με αυτά τα δεδομένα, λοιπόν, οι επιλογές μας είναι περιορισμένες. Επιβάλλεται τάχιστα να εκπονηθεί ένα έκτακτο σχέδιο δημοσιονομικής αναπροσαρμογής που θα λαμβάνει υπόψη όλες τις παραμέτρους. Ακόμα και τη συνέχιση της πανδημίας. Το κράτος θα πρέπει να βρει τρόπους για να βελτιώσει τα δημοσιονομικά μεγέθη. Να θετικοποιήσει τη δημοσιονομική εικόνα του.
Το 2023 δεν είναι και τόσο μακριά όσο πολλοί νομίζουν. Και το τέλος του 2022 να θέσει η Κομισιόν ως ορόσημο για δημοσιονομική προσαρμογή, εμείς οφείλουμε να ετοιμαστούμε από τώρα.
Εισήγηση μας, λοιπόν, είναι όπως το Υπουργείο Οικονομικών παρουσιάσει μια πρόταση δημοσιονομικής αναπροσαρμογής, η οποία να τεθεί το συντομότερο σε εφαρμογή για να έχουμε το κεφάλι μας ήσυχο. Χωρίς σχεδιασμό και προγραμματισμό το καράβι θ’ αρχίσει και πάλι να μπάζει νερά…
Ιωσήφ Ιωσήφ