Η κυβέρνηση συσκέπτεται και παρασυσκέπτεται για να αποφασίσει νέα μέτρα κατά της ακρίβειας.
Η πρωτοβουλία της αυτή ανελήφθη μετά τις αντιδράσεις των συμπολιτευόμενων κομμάτων, αλλά και της κοινωνίας για ανυπαρξία στήριξης των πολιτών από το συνεχιζόμενο κύμα ακρίβειας.
Ανεξάρτητα του κατά πόσο είναι χρήσιμες ή όχι αυτές οι συσκέψεις, φαίνεται ότι η κυβέρνηση δεν ήταν ένθερμη στο να πάρει νέα μέτρα κατά της ακρίβειας. Αυτό διαπιστώνεται από το γεγονός ότι αρχικά κατάργησε και το μηδενικό ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης και σκόπευε να περικόψει και την επιδότηση στο ρεύμα.
Επίσης, αν ήταν έτοιμη, θα εξήγγειλε νέα μέτρα από μόνη της, όπως έκανε τις τρεις προηγούμενες φορές, που δεν χρειάστηκε τις συμβουλές και τις απόψεις των κομμάτων και των συντεχνιών. Είναι φανερόν ότι αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση προβληματίζεται πολύ ως προς το ποια μέτρα μπορεί να ανακοινώσει. Και αυτό, γιατί δεν θέλει να διαταράξει περισσότερο την ισορροπία των δημοσίων οικονομικών, τα οποία μπορεί να βρίσκονται σε καλή κατάσταση, αλλά κανένας δεν γνωρίζει τι μπορεί να γίνει αύριο με την αβεβαιότητα που επικρατεί διεθνώς λόγω των πολεμικών συγκρούσεων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή. Αυτό συνάγεται και από τις συχνές δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών και του Κυβερνητικού Εκπροσώπου ότι “δεν θέλουμε να οδηγήσουμε τους πολίτες ξανά στα κοινοτικά παντοπωλεία”.
Όντως, η εικόνα των δημοσίων οικονομικών άρχισε να ζορίζει και λόγω των πρόσφατων αυξήσεων που αποφασίστηκαν για τους δημόσιους υπαλλήλους (52 εκατ. το χρόνο!), με ευθύνη φυσικά της κυβέρνησης και των κομμάτων που τις ενέκριναν.
Κατά τη γνώμη μας, η κυβέρνηση, είτε θέλει, είτε όχι, είναι υποχρεωμένη να πάρει μέτρα για στήριξη του βιοτικού επιπέδου του λαού. Είτε συμφωνήσει, είτε όχι μ’ αυτά που θα της υποβάλουν τα κόμματα και οι συντεχνίες θα πρέπει να αποφασίσει κάποια μέτρα. Είτε ανησυχεί, είτε όχι για τις επιπτώσεις στα δημόσια ταμεία, πρέπει να στηρίξει τους πολίτες. Τα μέτρα πλέον είναι μονόδρομος.
Μάλιστα, τα μέτρα, θα πρέπει να είναι ουσιαστικά για να τονώσουν πραγματικά τα εισοδήματα των πολιτών, που καθημερινά εξανεμίζονται στα ράφια των υπεραγορών, στις δόσεις των δανείων με τα υψηλά επιτόκια και στις πανάκριβες τιμές των ενοικίων και της αγοράς στέγης.
Πέρα από τη συνέχιση της επιδότησης του ηλεκτρικού ρεύματος, που τελικά φαίνεται ότι θα ισχύσει, η κυβέρνηση θα πρέπει να εστιάσει στο ευρύτερο ενεργειακό κόστος, στις τιμές των καταναλωτικών προϊόντων, στα εισοδήματα των χαμηλών εισοδημάτων, στα πανάκριβα επιτόκια, στις τιμές των ακινήτων και σε παρόμοια θέματα που εκτοξεύουν στα ύψη το κόστος ζωής.
Αντιλαμβανόμαστε ότι σε μια ανοικτή οικονομία, η κυβέρνηση δεν μπορεί να ελέγξει τις τιμές της αγοράς, ούτε να διαμορφώσει τα επιτόκια των τραπεζών.
Μπορεί, όμως, να ενισχύσει τα εισοδήματα των πολιτών, να μειώσει φορολογίες, να ζητήσει από τις τράπεζες να προσαρμόσουν τα επιτόκια τους προς τα κάτω (όπως προνοούν οι αποφάσεις της ΕΚΤ), να ενισχύσει τους παραγωγούς, να ελέγξει καλύτερα το κύκλωμα εμπορίας των διαφόρων προϊόντων, να διεκδικήσει από την ΕΕ την κατάργηση του ΦΠΑ στις αγοραπωλησίες ακινήτων και άλλα. Τα μετρά, που πρέπει να ληφθούν, λοιπόν, θα πρέπει να είναι σύνθετα και να καλύπτουν πολλούς τομείς.
Η παρέμβαση της κυβέρνησης σήμερα πρέπει να είναι ολιστική (για να επικαλεστούμε μια λέξη που χρησιμοποιεί πολύ ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης) κι’ όχι αποσπασματική.
Αν παρελπίδα, ανακοινωθούν ανούσια και γενικόλογα μέτρα, απλώς για το θεαθήναι, οι πολίτες θα αντιδράσουν χειρότερα. Γι’ αυτό, η κυβέρνηση, ας σκεφθεί καλά πριν αποφασίσει τι θα ανακοινώσει.
Ιωσήφ Ιωσήφ