- Η κρίση πληθωρισμού είναι περισσότερο πολιτική, παρά οικονομική
Σε ανύποπτο χρόνο, η στήλη επισήμανε ότι υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες η αύξηση των επιτοκίων μπορεί να μην αποτελεί την καλύτερη λύση για αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων.
Όταν τα γράφαμε αυτά, κάποιοι ίσως να απόρησαν, αφού όλοι γνωρίζουμε ότι η αύξηση των επιτοκίων συμβάλλει στη συγκράτηση της κατανάλωσης και λειτουργεί αποτρεπτικά στην αύξηση των τιμών προϊόντων και υπηρεσιών. Αυτό, ωστόσο αποτελεί μια γενική αρχή αντιπληθωριστικής πολιτικής, η οποία δεν μπορεί να εφαρμόζεται ανεξαρτήτως των οικονομικών δεδομένων της στιγμής.
Σήμερα, διεθνώς, πολλά κράτη, επιχειρήσεις και νοικοκυριά είναι υπερδανεισμένα, οπότε μια αύξηση των επιτοκίων θα αυξήσει τις υποχρεώσεις και τις πιέσεις πάνω τους. Επίσης, σήμερα πολλές οικονομίες και ειδικά των νότιων χωρών της Ευρώπης αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα ελέγχου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Μια αύξηση των επιτοκίων, όχι μόνο θα δυσκολέψει τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, αλλά ίσως να δημιουργήσει κι άλλα.
Ακόμα δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το στοίχημα σήμερα για όλες τις οικονομίες είναι η διατήρηση της ανάπτυξης τους. Με την αύξηση του κόστους του χρήματος ίσως να αναβληθούν επενδυτικά ανοίγματα, να μειωθεί το ενδιαφέρον για νέα δάνεια και γενικά να υπάρξει στασιμότητα στην κυκλοφορία του χρήματος. Σ’ όλα αυτά, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και τα προβλήματα του τραπεζικού συστήματος, το οποίο επιθυμεί ευνοϊκές συνθήκες για να εμπορεύεται το χρήμα, ώστε να αποκομίζει κέρδος. Σήμερα, οι Τράπεζες δεν έχουν πρόβλημα συγκέντρωσης καταθέσεων, αλλά εξεύρεσης αξιόπιστων πελατών για να δανείσουν την υπερβάλλουσα ρευστότητα που διαθέτουν στα ταμεία τους.
Επισημαίνοντας όλα τα πιο πάνω, δεν ισχυριζόμαστε ότι οι Κεντρικές Τράπεζες κακώς επιστρατεύουν το εργαλείο των επιτοκίων για να περιορίσουν τις πληθωριστικές πιέσεις. Είναι φανερόν ότι ανησυχούν από την εκτόξευση του πληθωρισμού στα ύψη και των παρενεργειών του και προσπαθούν να ανακόψουν τις αυξητικές τάσεις του. Όμως, την ίδια ώρα, επειδή η οικονομική συγκυρία είναι ιδιόμορφη, υπάρχει ο κίνδυνος ν’ ανοίξουν άλλες τρύπες.
Ήδη, οι αυξήσεις επιτοκίων που ανακοίνωσαν τις αμέσως προηγούμενες μέρες η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (+50 μονάδες βάσης) και η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ (+75 μονάδες βάσης) αφενός δέχθηκαν αυστηρή κριτική και αφετέρου δεν φαίνεται να λειτουργούν ως ανάχωμα στην αύξηση του πληθωρισμού, ο οποίος οφείλεται κυρίως στον πόλεμο στην Ουκρανία και στις τιμές του φυσικού αερίου της Ρωσίας.
Με βάση τα πιο πάνω, το αμόκ που έπιασε τις Κεντρικές Τράπεζες για τα επιτόκια δεν μπορεί να αντέξει σε βάθος χρόνου. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να είναι το βασικό εργαλείο για αντιμετώπιση του πληθωρισμού, αν και εφόσον συνεχίσει να καλπάζει. Οι Κεντρικές Τράπεζες δεν μπορούν να συνεχίσουν να αυξάνουν τα επιτόκια θεωρώντας ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα νικήσουν τον πληθωρισμό. Σύντομα, θα αντιληφθούν ότι στη σημερινή συγκυρία, η επαναλαμβανόμενη αύξηση των επιτοκίων, προκαλεί άλλες παγίδες για τις οικονομίες.
Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι η συγκράτηση της κατανάλωσης, αλλά η ομαλοποίηση των αγορών ενέργειας, η λύση των προβλημάτων των διεθνών αλυσίδων εφοδιασμού και τέλος η λήξη του πολέμου στην Ουκρανία. Η κρίση πληθωρισμού σήμερα είναι πρώτιστα πολιτική κι ύστερα οικονομική. Και αν επιθυμούμε τη σωστή διαχείριση της, θα πρέπει να επικεντρώσουμε τις προσπάθειες μαςστην πολιτική πτυχή.
Ι. Ιωσήφ