Αν θεωρήσουμε ότι ο πληθωρισμός και η ανεργία στην Κύπρο βρίσκονται σε ελεγχόμενη κατάσταση, τότε τα άμεσα προβλήματα της οικονομίας περιορίζονται στην αύξηση των επιτοκίων, στις εκποιήσεις ακινήτων, στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και στην επιβράδυνση της ανάπτυξης.
Πράγματι, με βάση τα επίσημα στοιχεία,ο πληθωρισμός (χωρίς να σημαίνει ότι εξαφανίστηκε η ακρίβεια) περιορίστηκε στο 3% και η ανεργία κοντά στο 6%. Αντίθετα, τα επιτόκια εκτοξεύθηκαν στα ύψη, υπονομεύοντας όχι μόνο τα εισοδήματα των χιλιάδων δανειοληπτών, αλλά και την ίδια την οικονομία, αφού το κόστος του χρήματος επηρεάζει κάθετα τις επενδύσεις και το «επιχειρείν».
Την ίδια ώρα υπάρχει το δίλημμα με τις εκποιήσεις, αφού η όποια απόφαση για πλήρη αναστολή τους θα μας δημιουργήσει πρόβλημα με την Ε. Ένωση, ενώ οι οίκοι αξιολόγησης μας περιμένουν στη γωνιά για να μας επικρίνουν. Φαίνεται, όμως, με τις τελευταίες πρωτοβουλίες του Προέδρου Χριστοδουλίδη βρέθηκε κάποια ενδιάμεση λύση, η οποία θα επιτρέπει τις εκποιήσεις εκτός των κατοικιών αξίας μέχρι 350.000 ευρώ, οπότε ενδέχεται να διαχειριιστούμε προς το παρόν αυτό το θέμα. Φυσικά, απομένουν οι τελικές αποφάσεις της Βουλής, αφού την περασμένη Πέμπτη ενέκρινε δύο προτάσεις νόμου και ανέβαλε άλλες δύο.
Συναφές με τα επιτόκια και τις εκποιήσεις, είναι και το διαχρονικό πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Μπορεί οι Εμπορικές Τράπεζες να διάθεσαν μεγάλο μέρος των «κόκκινων» δανείων τους σε εταιρείες διαχείρισης πιστώσεων ακινήτων, όμως το αγκάθι αυτό δεν έφυγε από την οικονομία. Και το πρόβλημα δεν είναι μόνο τα δις.ευρώ μη εξυπηρετούμενα δάνεια που υπάρχουν από το 2013 στην αγορά, αλλά και ο κίνδυνος για τη δημιουργία νέων, τώρα με την αύξηση των επιτοκίων. Άρα, το θέμα αυτό δεν μπορούμε να το υποτιμούμε, διότι κτυπά κατ’ ευθεία στην καρδιά της οικονομίας και στη συνοχή της κοινωνίας μας.
Το μεγαλύτερο, όμως, ζήτημα που πρέπει να μας απασχολεί σήμερα είναι οι προβλέψεις τόσο της κυβέρνησης και της Ε.’Ενωσης, όσο και των οίκων αξιολόγησης για επιβράδυνση της ανάπτυξης της οικονομίας μας το 2023.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις αυτές, η κυπριακή οικονομία το 2023 θα κινηθεί με ένα ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 2-2,5%. Αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε απώλεια σχεδόν 4 ποσοστιαίων μονάδων σε σχέση με την ανάπτυξη της τάξης του 6%, που έκλεισε το 2022. Η εξέλιξη αυτή, παρά τα αντικειμενικά προβλήματα που την προκαλούν, θα πρέπει να μας προβληματίσει και να μας ενεργοποιήσει. Όχι, διότι το ποσοστό 2-2,5% είναι χαμηλό με τη σημερινή συγκυρία, αλλά γιατί μπορούμε να πετύχουμε καλύτερα αποτελέσματα. Ειδικά, μάλιστα, εάν ο τουρισμός συνεχίσει να εξελίσσεται θετικά, όπως τουλάχιστον δείχνουν τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας και του Υφυπουργείου Τουρισμού.
Αν, λοιπόν, η σημερινή εικόνα της οικονομίας μας είναι όπως την περιγράψαμε πιο πάνω, τότε η κυβέρνηση, σε συνεργασία με τις παραγωγικές τάξεις, θα πρέπει να εστιάσει την προσοχή της στα θέματα που υπάρχει οξύ πρόβλημα. Εκεί, οφείλει να λάβει μέτρα και να αναλάβει πρωτοβουλίες.
Και τα μέτρα πρέπει αφ’ενός να είναι σύνθετα και αφ’ετέρου πολυεπίπεδα, διότι τα επίμαχα προβλήματα αλληλοσυνδέονται μεταξύ τους.
Πριν να αφήσουμε αυτά τα προβλήματα να αυξήσουν τα σύννεφα πάνω από την οικονομία, οφείλουμε να προωθήσουμε πολιτικές και στρατηγικές που θα αφαιρούν βαρίδια από την οικονομία.
Οι προσπάθειες που γίνονται τώρα είναι λίγο ασυντόνιστες με την έννοια ότι προσπαθούμε να μπαλώσουμε τρύπες για να πάμε παρακάτω. Όμως, στην οικονομία δεν χωρούν μπαλώματα, αλλά στρατηγικές λύσεις-τομές που ξεκαθαρίζουν το τοπίο της αβεβαιότητας και της ασάφειας.
Για όλα τα εκκρεμούντα προβλήματα, επιτόκια, εκποιήσεις, «κόκκινα» δάνεια, ανάπτυξη, πρέπει να τροχιοδρομηθούν άμεσες και μακροχρόνιες λύσεις. Χωρίς αυτή την κατευθυντήρια γραμμή, τα προβλήματα αυτά θα δημιουργούν και άλλες στρεβλώσεις και αδυναμίες, οι οποίες στο τέλος θα δηλητηριάσουν και άλλους κλάδους της οικονομίας μας.
Η συγκυρία, λοιπόν, επιβάλλει ανάληψη δράσης για τα επείγοντα προβλήματα, ώστε να αποφύγουμε το χειρουργείο για όλη την οικονομία.
ΙΩΣΗΦ ΙΩΣΗΦ