Η νέα έξοδος της Κύπρου στις αγορές για την εξασφάλιση ενός ποσού της τάξης του 1 δις ευρώ, ήταν όντως επιτυχής. Εν μέσω πανδημίας και μεγάλης αβεβαιότητας στο παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον, το ομόλογο της Κύπρου υπερκαλύφθηκε κατά 8 φορές, συγκεντρώνοντας μεγάλο ενδιαφέρον από τους ξένους επενδυτές.
Η διάσταση αυτή είναι πολύ θετική, γιατί δείχνει την εμπιστοσύνη των αγορών και γενικά των διεθνών επενδυτών για την Κυπριακή οικονομία. Λίγα μόλις χρόνια μετά την έξοδο της χώρας από το μνημονιακό καθεστώς και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η Κύπρος καταφέρνει να βρίσκει «φρέσκο» χρήμα από τις αγορές.
Από την άλλη, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι ο νέος δανεισμός δεν ήταν από τους φθηνότερους που υπάρχουν στη διεθνή αγορά. Μπορεί το επιτόκιο δανεισμού να είναι χαμηλό, όμως οι όροι του δανεισμού είναι δυσμενέστεροι σε σχέση με τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης.
Επίσης, οφείλουμε να διαπιστώσουμε ότι ο νέος δανεισμός αυξάνει το δημόσιο χρέος της Κύπρου, που σήμερα βρίσκεται περίπου στο 115% του ΑΕΠ.
Οι δύο αυτές πτυχές πρέπει να μας προβληματίσουν για μελλοντικές κινήσεις δανεισμού από το εξωτερικό. Ειδικά, η αύξηση του δημόσιου χρέους είναι αρκετά ανησυχητική, αν σκεφτούμε ότι πρέπει σιγά – σιγά να συμμαζέψουμε τις δημοσιονομικές «τρύπες».
Αν ο νέος δανεισμός δεν διοχετευθεί για την αντικατάσταση άλλων δανείων (με ίσως χειρότερους όρους) και αν δεν χρηματοδοτήσει παραγωγικούς τομείς της οικονομίας, τότε το αποτέλεσμα θα είναι μόνο η διόγκωση του δημόσιου χρέους.
Η διάσταση αυτή εντοπίζεται ήδη από τους ξένους επενδυτές, οι οποίοι εξετάζουν και τη μακροχρόνια δυνατότητα αποπληρωμής του κάθε κράτους που δανείζουν.
Στην περίπτωση μας, οφείλουμε να καταστρώσουμε ένα συγκεκριμένο και εφικτό σχέδιο αποπληρωμής του δημόσιου χρέους, ώστε να αποφύγουμε προβλήματα στο μέλλον.
Εκτός των υφιστάμενων τρόπων αποπληρωμής που ακολουθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, ίσως θα πρέπει να γίνει μια ειδικότερη πρόβλεψη για επιπλέον δόσεις από διάφορες πηγές εσόδων που έχει η χώρα.
Παλαιότερα λέχθηκε από διάφορους να προβλεφθεί ένα ποσό για το δημόσιο χρέος από τα έσοδα που θα έχει η Κύπρος από το φυσικό αέριο. Δεν γνωρίζουμε κατά πόσο αυτό είναι εφικτό, σήμερα, που βλέπουμε ότι καθυστερεί η εμπορική αξιοποίηση του φυσικού αερίου.
Όμως, ανεξάρτητα απ’ αυτό, θα πρέπει να εντοπιστούν πηγές εσόδων, από τις οποίες ένα μέρος να διοχετεύεται σε τακτική βάση στην εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους.
Και αυτό, γιατί το μέγεθος αυτό θα πρέπει να ελεγχθεί. Ήδη, είμαστε από τις χώρες της ευρωζώνης με ψηλό δημόσιο χρέος και οφείλουμε να προσέξουμε αυτή την εξέλιξη.
Συμπερασματικά, λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι μέχρι στιγμής η κυπριακή οικονομία επιβραβεύεται από τις αγορές για την καλή πορεία της, αλλά από την άλλη πρέπει να προσέξει τη διαχείριση των χρημάτων που δανείζεται, αλλά και το ύψος του δημόσιου χρέους της. Και αυτό, για να μην δημιουργηθούν απρόβλεπτα και απευχόμενα προβλήματα στο μέλλον.
Ι. Ιωσήφ