Κωνσταντίνος Αγρότης*
Η προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα των σύγχρονων κοινωνιών. Μια από τις καθημερινές πραγματικότητες εκατομμυρίων Ευρωπαίων καταναλωτών είναι η έκθεση σε αμέτρητες διαφημίσεις προϊόντων που ισχυρίζονται ότι τα προϊόντα που προωθούν είναι φιλικά προς το περιβάλλον. Έτσι, οι καταναλωτές γίνονται μάρτυρες πολλών οικολογικών ισχυρισμών (“Green Claims”) ή περιβαλλοντικών ισχυρισμών (“Environmental Claims”) ως προς τα προϊόντα, ενώ, στην πραγματικότητα, όπως φάνηκε από ευρωπαϊκή έρευνα το 2020, περίπου το 50% των ισχυρισμών αυτών είναι είτε πολύ γενικοί είτε παραπλανητικοί, ενώ το 40% ήταν ατεκμηρίωτοι. Με αυτό τον τρόπο, εντείνονται τα φαινόμενα του Greenwashing («ψευδείς οικολογικοί ισχυρισμοί») και των Green Claims.
Οι εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση συχνά διατυπώνουν οικειοθελείς περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς χωρίς καθόλου ή ελάχιστα αποδεικτικά στοιχεία και τεκμηρίωση που να υποστηρίζουν τους ισχυρισμούς αυτούς. Ωστόσο, αυτό μπορεί να οδηγήσει σε «προβολή ψευδοοικολογικής ταυτότητας», όπου τα προϊόντα ή οι διαδικασίες παρουσιάζονται ως πιο φιλικά προς το περιβάλλον από ό,τι πραγματικά είναι. Αυτό είναι τόσο παραπλανητικό για τους πελάτες όσο και άδικο για τις εταιρείες που εργάζονται πραγματικά για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών τους επιδόσεων.
Ως εκ τούτου, είναι καθοριστικής σημασίας η κατανόηση, από μεριάς των καταναλωτών, της πραγματικής επίδρασης που έχουν στο περιβάλλον, τα προϊόντα που προτίθενται να αγοράσουν, ούτως ώστε να οδηγηθούν στις περιβαλλοντικά ορθότερες επιλογές.
Για την αντιμετώπιση αυτών των φαινομένων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε μια νέα Οδηγία που συμπληρώνει την ήδη εγκεκριμένη για το Greenwashing και την παραπλανητική πληροφόρηση. Η Οδηγία αυτή θέτει σε ισχύ αυστηρούς κανόνες για τις επιχειρήσεις, απαιτώντας από αυτές να παρέχουν αξιόπιστα επιστημονικά δεδομένα και επαληθεύσιμες πληροφορίες σχετικά με τις δηλώσεις περιβαλλοντικής απόδοσης των προϊόντων τους. Η Οδηγία πρέπει τώρα επίσης να λάβει την τελική έγκριση του Συμβουλίου, μετά την οποία θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα και τα κράτη μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους 24 μήνες για να τη μεταφέρουν στο εθνικό τους δίκαιο. Μία από τις κύριες πρόνοιες της Οδηγίας θα είναι πως τα κράτη μέλη θα πρέπει να βεβαιώνονται ότι οι εταιρείες πριν προβαίνουν σε οικολογικούς ισχυρισμούς προς τους καταναλωτές, θα πρέπει να κάνουν μια αξιολόγηση ούτως ώστε να μπορούν να μπορούν να τεκμηριώσουν τους περιβαλλοντικούς τους ισχυρισμούς και αξιώσεις.
Αυτή η νέα Οδηγία είναι ένα σημαντικό βήμα σχετικά με την προστασία των καταναλωτών και του περιβάλλοντος. Μέσω της ενίσχυσης της διαφάνειας και της εμπιστοσύνης στους περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς, η ΕΕ επιδιώκει να βοηθήσει τους καταναλωτές να λαμβάνουν ενημερωμένες αποφάσεις πριν τις αγορές τους, προάγοντας παράλληλα την υιοθέτηση βιώσιμων πρακτικών από τις επιχειρήσεις.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν καθόρισε συγκεκριμένη μεθοδολογία, παρ’ όλ’ αυτά κατέγραψε ορισμένα κριτήρια τα οποία θα πρέπει να ικανοποιούνται. Για παράδειγμα, θα πρέπει να αναφέρεται ρητά εάν ο οικολογικός ισχυρισμός αφορά το προϊόν στην ολότητά του ή απλώς ένα μέρος του, λαμβάνοντας υπόψη την προοπτική του κύκλου ζωής του προϊόντος ή αποδεικνύοντας ότι έχει υπερβεί τα προκαθορισμένα από το νόμο.
Επίσης, οι οικολογικοί ισχυρισμοί θα πρέπει να μπορούν να επαληθεύονται ανεξάρτητα, να αποδεικνύονται επιστημονικά και να κοινοποιούνται με σαφήνεια στους καταναλωτές. Η Οδηγία εισάγει επίσης κανόνες για τα συστήματα περιβαλλοντικής σήμανσης. Ενδεικτικά, το 2020 υπήρχαν περίπου 230 οικολογικές ετικέτες στην Ευρώπη.
Η επιβολή των προβλεπόμενων αυστηρών προτύπων θα ενθαρρύνει τις εταιρείες να επενδύουν σε πράσινες πρακτικές και να παρέχουν ακριβείς και αξιόπιστες πληροφορίες σχετικά με τα προϊόντα τους στους καταναλωτές. Ωστόσο, ορισμένοι φοβούνται ότι η περίπλοκη και δαπανηρή διαδικασία επαλήθευσης και πιστοποίησης θα μπορούσε να αποθαρρύνει τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις να υιοθετήσουν πράσινες πρακτικές ή να αφήσει τον δρόμο των πιστοποιημένων οικολογικών ισχυρισμών ανοικτό μόνο για τους οικονομικά ισχυρούς παίκτες της αγοράς. Από την άλλη, καταναλωτικές και περιβαλλοντικές οργανώσεις ενώ χαιρετίζουν την Οδηγία, πιστεύουν ότι θα πρέπει σύντομα να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα βήμα παρακάτω και να απαγορεύσει τους παραπλανητικούς ισχυρισμούς σχετικά με την ουδετερότητα των εκπομπών άνθρακα. Συνολικά, η Οδηγία αυτή αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης και της προστασίας του περιβάλλοντος. Ενισχύοντας τη διαφάνεια και την αξιοπιστία στις περιβαλλοντικές δηλώσεις, μπορεί να διασφαλιστεί ότι οι καταναλωτές λαμβάνουν τις σωστές πληροφορίες για να κάνουν βιώσιμες αγοραστικές επιλογές.
*Εμπειρογνώμονας στη Διαχείριση Περιβάλλοντος, ideopsis Ltd