Καθώς πλησιάζουμε στο τέλος ενός παγκόσμιου αναπτυξιακού κύκλου που κράτησε περίπου 3 δεκαετίες, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι συγκρούσεις που αφορούν το Ισραήλ, τη Χαμάς, την Ουκρανία και τη Ρωσία δεν είναι μεμονωμένα γεγονότα, αλλά μάλλον κομμάτια σε ένα ευρύτερο γεωπολιτικό παζλ που επηρεάζει τις συνεχιζόμενες αντιπαλότητες των μεγάλων δυνάμεων. Κατά πάσα πιθανότητα, οι ενέργειες της Χαμάς και άλλων μικρότερων οντοτήτων υποστηρίζονται ή επηρεάζονται από πιο ισχυρά έθνη. Αυτές οι συγκρούσεις -μεταξύ τουΙσραήλ και της Χαμάς, και μεταξύ της Ρωσίας και της Ουκρανίας– χρησιμεύουν ως μοχλοί σε μια ευρύτερη αλλαγή της παγκόσμιας δυναμικής ισχύος. Δεν είναι απλώς αντιπαραθέσεις μεταξύ των άμεσων μερών, αλλά αποτελούν αναπόσπαστα συστατικά στην αναδιαμόρφωση μιας νέας διεθνούς τάξης. Κατά συνέπεια, οι αλυσιδωτές επιπτώσεις αυτών των συγκρούσεων θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις για τους συμμάχους και τους αντιπάλους των κύριων εμπλεκόμενων παραγόντων.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε συγκρούσεις δι’ αντιπροσώπων τόσο στην Ευρώπη, όσο και στη Μέση Ανατολή, ενώ προετοιμάζουν την εστίασή τους σε πιθανές μελλοντικές συγκρούσεις στην Ανατολική Ασία. Η επέκταση αυτών των τοπικών πολέμων θα αυξήσει το στρατηγικό και οικονομικό βάρος για τα συμμαχικά έθνη, ενισχύοντας έτσι το κόστος της εμπλοκής.

Όταν οι κυρίαρχες οικονομίες εμπλέκονται έστω και έμμεσα σε συγκρούσεις ενώ παλεύουν με ζητήματα χρέους και εσωτερικές διαμάχες, γίνονται πιο ευάλωτες στη διεθνή σκηνή. Τότε ένα πλήθος εθνών θα αδράξει την ευκαιρία να διεκδικήσει τα συμφέροντά του, αναδιαμορφώνοντας έτσι το ευρύτερο τοπίο της παγκόσμιας δυναμικής ισχύος. Για να εκτιμήσουμε τις πιθανές μελλοντικές εξελίξεις, πρέπει να παρατηρήσουμε πώς τα κράτη σχηματίζουν νέες συμμαχίες ή εχθρούς.

Τα κίνητρα πίσω από την επίθεση της Χαμάς είναι βαθιά ανησυχητικά και πιστεύεται ότι συνδέονται με τις συνεχιζόμενες ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, τις συμφωνίες όπλων και τις πυρηνικές συμφωνίες, ειδικά με τη συμμετοχή του Ιράν και της Σαουδικής Αραβίας.

Η μακροπρόθεσμη σταθερότητα για το Ισραήλ απαιτεί εξομάλυνση των σχέσεων με τους άραβες γείτονές του. Καθώς αυτά τα έθνη αναπτύσσονται και ευημερούν, η μακροπρόθεσμη επιβίωση του Ισραήλ εξαρτάται από την αποκατάσταση των σχέσεών του μαζί τους. Μια ειρηνευτική συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία θα μπορούσε έτσι να χρησιμεύσει ως ένα σημαντικό γεγονός που ανοίγει τον δρόμο για άλλα αραβικά έθνη να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους.

Οι διαπραγματεύσεις θα κατέληγαν σε αμοιβαίες υποχωρήσεις από όλα τα μέρη για να λάβουν και αμοιβαία οφέλη. Το Ισραήλ δεν θα προσαρτούσε τη Δυτική όχθη, όπως πιέζεται από το εσωτερικό του. Επί πλέον θα επέστρεφε τα «εδάφη Γ» στην Παλαιστινιακή αρχή. Σε αντάλλαγμα θα υπέγραφε συμφωνία ειρήνης με την ισχυρή Σαουδική Αραβία, που θα αποτελούσε παράδειγμα για παρόμοιες συμφωνίες. Η παλαιστινιακή αρχή θα αποκτούσε κράτος και ειρήνη, για να μπορέσει να αναπτυχθεί και να απαλλαγεί από τα ακραία στοιχεία. Η Σαουδική Αραβία θα έκανε τη συμφωνία του «αιώνα», θα συνέβαλε στην ειρήνη της περιοχής και θα είχε πρόσβαση σε F-35 και άλλο προηγμένο τεχνολογικό αμυντικό εξοπλισμό και η Δύση θα τη βοηθούσε να αποκτήσει πυρηνικά όπλα (αντί να τα αποκτήσει από Κίνα ή Ρωσία) για να αντισταθμίσει τον κίνδυνο του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν. Οι τριγύρω χώρες θα μπορούσαν να απαλλαγούν από τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες, καθώς θα επέστρεφαν στα δικά τους εδάφη και να αναπτυχθούν ειρηνικά. Οι ΗΠΑ θα καθιέρωναν μια σταθερότητα στην περιοχή και θα μπορούσαν να αποτραβηχτούν από την περιοχή και να ασχοληθούν με το μέτωπο της Ρωσίας. Η συμφωνία θα ισχυροποιούταν περαιτέρω με τον Ινδικό «Δρόμο του Μεταξιού», τον διάδρομο Ινδίας, Σαουδικής Αραβίας, Ιορδανίας, Ισραήλ, Κύπρος, Ελλάδα, Ευρώπη, για την πρόσβαση της Ινδίας στην αγορά της Ευρώπης και τον απεγκλωβισμό της από τους Κινέζικους Δρόμους του Μεταξιού.

Ωστόσο, για το Ιράν, οποιαδήποτε εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και του αραβικού κόσμου θα μπορούσε να έχει σημαντικές επιπτώσεις. Μεγάλο μέρος της περιφερειακής επιρροής του Ιράν βασίζεται στη συνεχιζόμενη ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση. Μια αραβοϊσραηλινή ειρηνευτική συμφωνία θα υπονόμευε τη στρατηγική θέση του Ιράν.

Επιπλέον, μια τέτοια ειρηνευτική συμφωνία θα επέτρεπε στο Ισραήλ να ανακατανείμει τους πόρους του και να επικεντρωθεί αποκλειστικά στην αντιμετώπιση της περιφερειακής επιρροής του Ιράν. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, η Σαουδική Αραβία και άλλα αραβικά κράτη πιθανότατα θα συμμετείχαν ενεργά. Αυτό θα έθετε το Ιράν αντιμέτωπο με μια πρόκληση που δεν είναι καλά εξοπλισμένο για να ξεπεράσει. Φαίνεται ότι τόσο η Χαμάς, όσο και το Ιράν έχουν κοινό συμφέρον να εμποδίσουν τις ειρηνευτικές συνομιλίες.

Επί πλέον μπορεί να προσθέσει ένα άλλο επίπεδο πολυπλοκότητας εάν επικρατήσει το ευρύτερο περιφερειακό σενάριο, όπου οι εντάσεις κλιμακώνονται. Στον Νότιο Λίβανο, για παράδειγμα, οι εχθροπραξίες μεταξύ του Ισραήλ και της Χεζμπολάχ έχουν φουντώσει, ενδεχομένως παρασύροντας τη Συρία, το Ιράν, ακόμη και τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια ευρύτερη σύγκρουση. Η παλαιστινιακή πολιτική προσθέτει ένα άλλο επίπεδο πολυπλοκότητας, με τη συνεχιζόμενη αντιπαλότητα μεταξύ της Χαμάς και της Φατάχ να περιπλέκει τις διεθνείς διαπραγματεύσεις.

Εάν ξεδιπλωθεί το χειρότερο σενάριο – μια εκτεταμένη σύγκρουση που περιβάλλει τόσο τη Γάζα, όσο και τη Δυτική Όχθη ή μια απόφαση της ισραηλινής κυβέρνησης να απομακρύνει βίαια τους Παλαιστίνιους – το πιο πιθανό καταφύγιο για τον πληγέντα πληθυσμό θα είναι η γειτονική Ιορδανία. Ήδη καταφύγιο για πολλούς πρόσφυγες, συμπεριλαμβανομένων Σύριων και Παλαιστινίων, η Ιορδανία έχει τον δεύτερο υψηλότερο αριθμό προσφύγων κατά κεφαλήν στον κόσμο. Η προσθήκη άλλων προσφύγων θα ήταν πιθανώς μη διαχειρίσιμη για τη χώρα, οδηγώντας ενδεχομένως σε συστημική κατάρρευση και περιφερειακή αστάθεια. Μια τέτοια κατάσταση θα είχε περαιτέρω επιπτώσεις. Φιλοϊρανικές μαχητικές οργανώσεις, συμπεριλαμβανομένης της Χαμάς, θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν το χάος, διεισδύοντας στην Ιορδανία ή στην Αίγυπτο, η οποία έχει κλειστά τα σύνορά της για να μην εισέλθουν ακραία στοιχεία από τη Γάζα.

Αυτό θα ωφελήσει κυρίως το Ιράν, τον κύριο αντίπαλο της Σαουδικής Αραβίας στην περιοχή. Η Σαουδική Αραβία ήδη πιέζεται από τους αντάρτες Χούτι στην Υεμένη στα νότια και αντιμετωπίζει το Ιράν απευθείας στα ανατολικά.
Ένα τέτοιο σενάριο συμβαδίζει με τους στόχους του Ιράν και θα τους εκμεταλλευόταν στο μέγιστο βαθμό. Προφανώς το Ιράν, μαζί με τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ, συμπεριλαμβανομένου και της Τουρκίας, έχουν σχεδιάσει την επιχείρηση σχολαστικά, λαμβάνοντας υπόψη το περίπλοκο εσωτερικό πολιτικό τοπίο του Ισραήλ. Η πρόθεσή τους είναι να προκαλέσουν μια σημαντική ισραηλινή απάντηση, οδηγώντας ενδεχομένως σε μια μεγάλη διεθνή κρίση, η οποία θα μπορούσε να τους προσφέρει ευκαιρίες για περισσότερη ισχύ. Το Ισραήλ είναι πιθανό να απενεργοποιήσει αποτελεσματικά τις επιθετικές δυνατότητες της Χαμάς, αλλά με αυτόν τον τρόπο μπορεί να εντείνει το παλαιστινιακό ζήτημα. Επιπλέον, το Ισραήλ αντιμετωπίζει σημαντικές προκλήσεις στην αντιμετώπιση της απειλής που θέτει το Ιράν και το δίκτυο των πληρεξούσιων του που βρίσκονται κατά μήκος των βόρειων συνόρων. Η Ρωσία επίσης ωφελείται, καθώς ανοίγει άλλο ένα μέτωπο για τις δυτικές δυνάμεις.

Είναι επιτακτική ανάγκη να δούμε αυτές τις συγκρούσεις όχι ως μεμονωμένες στρατιωτικές εμπλοκές, αλλά ως αλληλένδετα στοιχεία σε ένα σύνθετο δίκτυο διεθνών σχέσεων, καθένα από τα οποία συμβάλλει στην κλιμάκωση ή την αποκλιμάκωση της έντασης μεταξύ των μεγάλων παγκόσμιων δυνάμεων.

Για να επικρατήσει ένα ειρηνικό αποτέλεσμα, όχι μόνο θα δοκιμαστεί η αυτοσυγκράτηση των άμεσων εμπλεκόμενων πλευρών, αλλά θα εξεταστεί επίσης η ανθεκτικότητα των συμμαχιών που ενδέχεται να εμπλέξουν και ουδέτερα μέρη. Η ευθυγράμμιση με τα έθνη που εμπλέκονται σε αυτές τις έντονες συγκρούσεις έχει πάντα υψηλό κόστος και αυξάνει τον κίνδυνο πλήρους εμπλοκής. Συνήθως μέσω τέτοιων μηχανισμών που οι τοπικές συγκρούσεις έχουν τη δυνατότητα να κλιμακωθούν σε παγκόσμιες αντιπαραθέσεις. Θα πρέπει επίσης να προστεθεί η δυσκολία τιθάσευσης του πληθωρισμού και η αναζωπύρωσή του, η οποία θα οδηγήσει σε περαιτέρω αύξηση των επιτοκίων και διατήρησής τους επί μακρόν σε υψηλά επίπεδα. Αυτό σημαίνει ότι οι έχοντες να αποπληρώσουν χρέη με τόσο υψηλά επιτόκια, δεν θα καταφέρουν να ανταποκριθούν στην πληρωμή των δόσεων. Πράγμα το οποίο θα οδηγήσει σε αθετήσεις πληρωμών. Όμως το παγκόσμιο χρέος είναι το μεγαλύτερο που υπήρξε ποτέ, καθώς, είναι 3πλάσιο (πάνω από $300 τρισ.) του παγκόσμιου ΑΕΠ ($100 τρισ.), οπότε οι αθετήσεις πληρωμών θα είναι τεράστιες. Τα πιστωτικά ιδρύματα θα αντιμετωπίσουν καταστάσεις χρεοκοπιών, οι πιστωτικοί κίνδυνοι και οι κίνδυνοι ρευστότητας θα εκτοξευθούν στα ύψη, ενώ η ύφεση και ο στασιμοπληθωρισμός θα κυριαρχήσουν στην παγκόσμια οικονομία.

Η Μέση Ανατολή είναι μια εστία αποκλίσεων και συγκρούσεων, ακόμη και μεταξύ εκείνων που φαινομενικά ευθυγραμμίζονται. Επιπλέον, οι άφθονοι πόροι υδρογονανθράκων εξαλείφουν την ανάγκη για παραδοσιακές πηγές δημοσίων εσόδων, όπως οι φόροι, μειώνοντας την ανάγκη ορθολογικών σχέσεων πολιτών και κράτους. Κατά συνέπεια, οι κυβερνήσεις στη Μέση Ανατολή συχνά βρίσκονται αποσυνδεδεμένες από τις ίδιες τις κοινωνίες που υποτίθεται ότι εκπροσωπούν.

Οι πολιτικές προτεραιότητες στην περιοχή μπορούν να αλλάξουν τόσο γρήγορα, όσο και η κατεύθυνση του ανέμου, μετατρέποντας τους σημερινούς αντιπάλους σε συμμάχους τού αύριο και τους συμμάχους σε εχθρούς τού αύριο.

* Οικονομολόγος, αναπλ. καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης