Της Κατερίνας Τζωρτζινάκη
[email protected]
Όταν ήταν κυβερνήτης της Μασαχουσέτης ο Μάικλ Δουκάκης, η πολιτεία είχε προωθήσει και εφαρμόσει ένα σύστημα για την επανένταξη των κρατουμένων. Ένας από τους κρατούμενους στην άδεια εξόδου του βίασε και σκότωσε μια γυναίκα. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές κάλπες του 1988 ρώτησαν τον Δουκάκη τι θα έκανε αν ήταν η δική του γυναίκα.
Απάντησε ότι θα υπέφερε, θα ήταν συντετριμμένος, αλλά ότι προτού καταργήσει αυτό το σύστημα θα μελετούσε προσεκτικά τα αποτελέσματά του. Την «πάτησε», όπως γνωρίζουμε, διότι η απάντηση θεωρήθηκε ένδειξη αδυναμίας, έλλειψης αποφασιστικότητας.
Άλλα περίμεναν να ακούσουν, να εκδηλώσει οργή, να πει ότι το σύστημα θα καταργηθεί, ο νόμος θα αυστηροποιηθεί, η τάξη θα αποκατασταθεί. Δεν ξέρω αν περίμεναν να υποσχεθεί και ίδρυση ειδικής μονάδας, ώστε τους φυλακισμένους στις άδειες να επιτηρεί.
Έτσι, γίνεται, όμως, η νομοθέτηση; Υπό πίεση; Κατανοητή η χρονική πίεση, προερχόμενη για παράδειγμα από μια έκτακτη συνθήκη (φυσική καταστροφή, επιδημία, κ.ά.).
Κατανοητή και η θεσμική, όπως για παράδειγμα στα καθ’ ημάς η καθυστερημένη συμμόρφωση του εθνικού νομοθέτη προς Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή επιβολή προστίμου για παραβίαση της κοινοτικής νομοθεσίας.
Με την κομματική ή ιδεολογική πίεση, όμως, πλαταίνει της κακονομίας ο δρόμος.
Όποιο πρόβλημα προκύψει, ένας νόμος ή η κατάργησή του είναι η λύση; Για κάθε πιθανή εστία παραβατικότητας, ένα ειδικό αστυνομικό σώμα θα είναι ο κανόνας;
Ένα ειδικών φρουρών, ένα για τα Πανεπιστήμια -για πέντε ΑΕΙ-, ένα για την εποπτεία στο συγκοινωνιακό δίκτυο στην περιφέρεια Αττικής -με αφορμή τον ξυλοδαρμό ελεγκτή στο Μετρό-, ένα για τις διαδηλώσεις, ένα γιατί όχι για τις πλαζ -τουριστική χώρα γαρ-, ένα για κάθε περίσταση και ένα για την ασφάλεια εκείνων που υποτίθεται θα προσλαμβάνονται για την προστασία των προηγούμενων…
Κάτι δεν πάει καλά. Έχουμε ρεκόρ αστυνομικών αναλογικά με τον πληθυσμό και πάμε για νέο. Είναι αλήθεια, αναγκαίο;