*της Δρος Ανδρούλλας Ελευθερίου
Εν μέσω της θερινής ραστώνης που αφήνουμε σιγά σιγά πίσω μας, η ισοπεδωτική δύναμη της οποίας παρασύρει συχνά και την ειδησεογραφία, έκαναν την εμφάνισή τους κάποια ιδιαίτερα ενδιαφέροντα νέα από το ρεπορτάζ του χώρου της υγείας που δεν έλαβαν, κατά την άποψή μου, τη δέουσα προσοχή.
Αναφέρομαι στα δημοσιεύματα που ανέδειξαν τις εξελίξεις που σημειώνονται στον τομέα της ιδιωτικής υγείας, κάνοντας λόγο για «οργασμό» ξένων επενδύσεων είτε για την ανέγερση νέων, υπερσύγχρονων ιδιωτικών υγειονομικών μονάδων στη χώρα μας, είτε για την εξαγορά υφιστάμενων, με πιο πρόσφατο το παράδειγμα του Απολλώνειου Νοσοκομείου που πέρασε πλέον και επισήμως στα χέρια αμερικανικού επενδυτικού fund.
Στα σκαριά βρίσκεται, επίσης, η ανάπτυξη σε ορίζοντα πενταετίας όχι μιας, όχι δύο, αλλά έξι συνολικά ιδιωτικών νοσοκομειακών μονάδων στην Κύπρο, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζουν το Nicosia Hospital and Rehabilitation Center (NHRC) και το Hadassah Hospital Cyprus στην Λακατάμια που πρόκειται να γίνει το μεγαλύτερο ιδιωτικό νοσοκομείο σε εθνικό επίπεδο.
Μια προσπάθεια αποτίμησης όλης αυτής της δραστηριότητας έχει μια πρόδηλη θετική διάσταση, εφόσον τα έργα αυτά αναμένεται να δώσουν σημαντική ώθηση στις υπηρεσίες υγείας, προσφέροντας εναλλακτικές επιλογές στους Κύπριους ασθενείς για τη λήψη υγειονομικής περίθαλψης. Παράλληλα, θα ανεβάσουν τις μετοχές της χώρας μας στην προσπάθειά της να καταστεί ελκυστικός διεθνής προορισμός παροχής διακεκριμένων ιατρικών υπηρεσιών, ενώ θα συνεισφέρουν και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για πλειάδα εργαζομένων που απασχολούνται στον συγκεκριμένο τομέα.
Ως εδώ όλα καλά. Εντούτοις, μια πιο προσεκτική ανάγνωση του ζητήματος εγείρει εύλογα προβληματισμό ως προς το πως θα καταφέρουν τα δημόσια νοσηλευτήρια να ανταγωνιστούν τα, διαρκώς πληθαίνοντα ιδιωτικά, επί ίσοις όροις και χωρίς να ναρκοθετηθεί η βιωσιμότητά τους και μαζί με αυτήν η ανθεκτικότητα και αποτελεσματικότητα του Γενικού Συστήματος Υγείας και ο καθολικός και αλληλέγγυος χαρακτήρας του;
Οι κακοδαιμονίες και τα τρωτά σημεία των δημόσιων νοσηλευτηρίων είναι λίγο πολύ γνωστές. Λειτουργούν με παρωχημένα συστήματα διοίκησης και χρηματοδότησης, ως απότοκο της στενής εξάρτησής τους από το κράτος και το δημοσιοϋπαλληλικό γίγνεσθαι, και χαρακτηρίζονται από έλλειψη επιστημονικότητας σε θέματα προγραμματισμού και οργάνωσης, παρόλο που τα τελευταία χρόνια έχουν προωθηθεί και συνεχίζουν να προωθούνται αρκετές και σύνθετες βελτιωτικές ενέργειες από τον ΟΚΥπΥ.
Αποτελεσματικοί μηχανισμοί αξιολόγησης, ελέγχου ποιότητας και κόστους των παρεχομένων υπηρεσιών δεν υφίστανται ακόμη, παρά τις διαβεβαιώσεις για την τροχοδρόμησή τους.
Λαμβάνοντας κανείς υπόψιν οτι η πολύπαθη αυτονόμηση των δημόσιων νοσηλευτηρίων από την κεντρική εξουσία πρέπει να ολοκληρωθεί το αργότερο μέχρι τον Ιούνιο του 2024, η αναγκαιότητα για ουσιαστικές αλλαγές, υπό το βάρος και του χρόνου πέρα από εκείνο του εντεινόμενου ανταγωνισμού, γίνεται ακόμη πιο πιεστική.
Εξου και ο ΟΚΥπΥ που αποτελεί αυτή τη στιγμή τον μεγαλύτερο πάροχο υπηρεσιών υγείας στην Κύπρο, με εννέα νοσηλευτήρια στο δυναμικό του, πρέπει να ενεργήσει δυναμικά και χωρίς περαιτέρω αναβλητικότητα. Διότι όσο ο κύριος πυλώνας του ΓεΣΥ, ήτοι τα «πρώην» δημόσια νοσηλευτήρια κινούνται με ταχύτητες χελώνας ή παραμένουν εν υπνώσει, οι ιδιώτες προμηθευτές υγείας μπορούν να νιώθουν άνετοι και χαλαροί στην κούρσα του ανταγωνισμού.
«Αχτίδα φωτός» για την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών στα δημόσια νοσηλευτήρια είναι και το πρόσφατα ανακοινωθέν Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Υγείας (ΟΠΣΥ) που φιλοδοξεί να αυτοματοποιήσει και, συνεπώς, να απλοποιήσει το υφιστάμενο πεπαλαιωμένο σύστημα με τη συνδρομή της τεχνολογίας και να περιλάβει πληθώρα ψηφιοποιημένων υπηρεσιών, από τη διαχείριση του φακέλου υγείας των ασθενών και την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, μέχρι τον λειτουργικό και επιχειρησιακό εκσυγχρονισμό του συνόλου των δημόσιων μονάδων υγείας.
Απολύτως και άμεσα αναγκαία είναι η ολοκλήρωση από συγκεκριμένο οίκο διεθνούς εμβέλειας της δομής των κλινικών των νοσηλευτηρίων, η οργάνωση και λειτουργία των ΤΑΕΠ, η δημιουργία Πανεπιστημιακών Κλινικών μέσα στα νοσηλευτήρια και η συμπερίληψη της έρευνας και των κλινικών μελετών στο πλαίσιο του συστήματος υγείας με γνώμονα τις σύγχρονες και διαρκώς εξελισσόμενες ανάγκες για παροχή υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και έρευνας.
Τα δημόσια νοσηλευτήρια έχουν αφήσει ιστορία προσφοράς στον τόπο μας και το ελάχιστο που θα πρέπει η πολιτεία και η κοινωνία να πράξουν είναι να τα στηρίξουν με κάθε τρόπο, ώστε να είναι όχι απλά ανταγωνιστικά ως προς τα ιδιωτικά, αλλά – γιατί όχι – και σε θέση ισχύος απέναντί τους. Η εμπειρία του προσωπικού των νοσηλευτηρίων χρειάζεται επιτέλους να αξιοποιηθεί και να «ανταμειφθεί» με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
*Δρ. Ανδρούλλα Ελευθερίου
Ιολόγος BSC, MSc, PhD
Εκτελεστική Διευθυντρια Διεθνούς Ομοσπονδίας Θαλασσαιμίας (ΔΟΘ)