12.8 C
Nicosia
Τετάρτη 5 Μαρτίου 2025 | 23:39

«Όταν η Ευρώπη ανοίγει το στόμα της, είναι για να χασμουρηθεί»

Στέλιος Γ. Προκοπίου*

Αδιαμφησβήτητο πλέον θεωρείται το γεγονός ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής έχουν αλλάξει τα δεδομένα, σχετικά με τις ισορροπίες των Παγκόσμιων δυνάμεων στο διεθνές σκηνικό.

Υπενθυμίζουμε ότι πριν 2 χρόνια ακριβώς, η προσχώρηση της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ πήρε σάρκα και οστά και η κρίση μεταξύ ΝΑΤΟ – Ρωσίας έδειχνε να βαθαίνει σε σημείο που θύμιζε την ψυχροπολεμική εποχή. Η αναδίπλωση όμως της Αμερικανικής στρατηγικής, συνεπεία της αλλαγής στην ηγεσία των ΗΠΑ, φαίνεται να δημιουργεί νέα δεδομένα, να αναδύει νέες ανάγκες και να προμηνύει εξελίξεις, κυρίως στη Γηραιά Ήπειρο.

Η αλήθεια είναι ότι μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Ευρώπη σε σχέση με τον Δυτικό κόσμο, επιτελούσε ένα συνεπικουρικό ρόλο σε θέματα ασφάλειας και άμυνας, αφήνοντας τις ΗΠΑ να έχουν την ηγεμονία και την πρωτοβουλία των κινήσεων.

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτό επέβαλαν οι τότε συνθήκες, καθώς οι περιορισμένοι και ελεγχόμενοι συσχετισμοί δυνάμεων των Ευρωπαϊκών χωρών, θα ήταν πιο ωφέλιμοι στην Ήπειρο, εάν λάβουμε υπόψη και το βεβαρημένο τους παρελθόν, με αποκορύφωμα τους δύο παγκοσμίους πολέμους στον 20ο αιώνα.

Από την άλλη, μέχρι πρόσφατα και αφού προηγήθηκε η εξομάλιση των σχέσεων των Ευρωπαϊκών κρατών και εκμηδενίστηκε το πιθανό ενδεχόμενο σύρραξης μεταξύ τους, μετά και την Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση, δεν θεωρείτο αναγκαία η περεταίρω ενίσχυση των στρατιωτικών τους δυνάμεων, έναντι οποιουδήποτε τρίτου επιβουλέα και αυτό λόγω της μέχρι πρότινος αδιαπραγμάτευτης υποστήριξης και συνεισφοράς των ΗΠΑ (Άρθρο 5 Ιδρυτικής Διακήρυξης του ΝΑΤΟ).

Όλη αυτή όμως η συμπεριφορά, είχε κάνει την Ευρώπη να δείχνει ένα αμυντικά απείθαρχο μη υπολογίσιμο σύνολο. Ενώ θα μπορούσε να αποτελεί μία παγκόσμια υπερδύναμή, συσχετίζοντας τις στρατιωτικές της δυνάμεις, εντούτοις αυτή η απροθυμία, την έχει κατατάξει ως ένα θηρίο που απλά βρυχάται και της έχει χρεωθεί ο ρόλος του κομπάρσου στο διεθνές σκηνικό.

Μετά τις τελευταίες οικονομικές απειλές προς Ευρώπη αλλά και Καναδά και τις θεαματικές ενέργειες που κάνει ο Ντόναλτ Τραμπ, με την επικείμενη παρουσία του στη Μόσχα την 9η Μαΐου (Ημέρα της Νίκης), ουσιαστικά αδειάζει τους Ευρωπαίους, αφήνοντας τους, μετά και την απόφαση του να αναστείλει την βοήθεια της Αμερικής προς την Ουκρανία, μόνους και εκτεθειμένους.

Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να αναλογιστούμε γιατί ο Τραμπ, ακολουθεί μια εναλλακτική πολιτική έναντι όχι μόνο των προκατόχων του, αλλά και γενικότερα της Αμερικανικής πολιτικής διαχρονικά. Η απάντηση δεν αφορά μόνο την οικονομική εξοικονόμηση των Ηνωμένων Πολιτειών. Η απάντηση αφορά περισσότερο τους γεωστρατηγικούς του στόχους και σκοπούς.

Στο υφιστάμενο διεθνές περιβάλλον υπάρχουν τρεις υπερδυνάμεις στο κόσμο. Οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Κίνα. Η Ρωσία αποτελεί την πιο αδύναμη από αυτές. Για τον Τραμπ η Κίνα είναι μεγαλύτερη απειλή. Αυτή είναι ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής για τις ΗΠΑ. Συνεπώς, οι επιθέσεις φιλίας που εξαπολύει προς την Ρωσία και τον Πούτιν δεν είναι συμπτωματικές, αλλά ούτε και πρωτοφανείς, καθώς την ίδια φιλοσοφία είχε ακολουθήσει και κατά την πρώτη του θητεία στον Λευκό Οίκο, θέλοντας να απομακρύνει την Ρωσία από την Κίνα και να την φέρει με το μέρος του. Αποτέλεσμα όμως αυτής του της ακολουθίας, είναι η εγκατάλειψη της Ευρώπης, η οποία σε καμία περίπτωση σήμερα δεν μπορεί να τον εξυπηρετήσει πολιτικά.

Όπως φαίνεται το μήνυμα ελήφθη από τους Ευρωπαίους, οι οποίοι πλέον έχουν αντιληφθεί την αναγκαιότητα του επανεξοπλίσου των Χωρών της Γηραιάς Ηπείρου και ήδη έχουν αποφασίσει την αύξηση των αμυντικών τους δαπανών κατά 800 δισεκατομμύρια, δημιουργώντας σιγά σιγά μια πιο ασφαλή και ανθεκτική Ευρώπη, διασφαλίζοντας για τους πολίτες της συνθήκες ασφάλειας.

Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ένωση, όχι μόνο πλέον θέλει, αλλά και αν μπορεί από μόνη την να αποκτήσει θέση παγκόσμιας μεγάλης δύναμης.

Πρόωρη είναι μια καταφατική απάντηση στο ερώτημα, όμως συνοψίζοντας ακροθιγώς ορισμένα δεδομένα, μπορούμε να πούμε ότι διαθέτει τις δυνατότητες. Να αναφέρουμε ότι αναπόφευκτα η ισχύς της θα είναι αισθητά αποδυναμωμένη, όμως θα διαθέτει κάποιους από τους πιο ισχυρούς στρατούς στο ΝΑΤΟ μετά τις ΗΠΑ, αυτούς της Γαλλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας και της Ιταλίας, με τους δύο πρώτους να διαθέτουν και πυρηνικά όπλα. Σίγουρα θα έχανε σε μεγάλο βαθμό την επιχειρησιακή της ικανότητα, καθώς θα απωλούσε την εναέρια υπεροχή, αεροπλανοφόρα, δορυφορικές υπηρεσίες, logistics και στρατηγικές μεταφορές που διαθέτει η Αμερική στο ΝΑΤΟ, με αποτέλεσμα να δυσκολευόταν να διεξάγει μεγάλες επιχειρήσεις μακριά από την Ευρώπη, όμως θα εξακολουθεί να παραμένει μία από τις ισχυρότερες στρατιωτικές συμμαχίες στον κόσμο. Το καίριο σημείο όμως που θα πρέπει να προσεχθεί και να διασφαλιστεί ως κόρη οφθαλμού για την επίτευξη αυτού του σκοπού είναι ένα. Η πολιτική συνοχή. Χωρίς αυτή, ακόμη και με όλα τα υπόλοιπα, δύσκολα θα καταφέρει η Ευρώπη να σταθεί ως ένας ισχυρός διεθνής παίχτης.

Κάλιο αργά παρά ποτέ, οι Ευρωπαίοι ηγέτες, συνειδητοποίησαν, έστω και υπό αυτές τις συνθήκες, την αναγκαιότητα της εφαρμογής μιας πιο ολοκληρωμένης αμυντικής πολιτικής για την Ευρώπη, η οποία θα διασφαλίσει τους πολίτες και τα κράτη της, συμπεριλαμβανομένων της Ελλάδας και της Κύπρου, διαψεύδοντας από τούδε και στο εξής τον Φρανσουά Μιττεράν.

*Διεθνολόγος

Υποψ. Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

Press Room

Μείνετε ενημερωμένοι με τo newsletter μας!