- Σημαντικός ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων
Οι αστάθμητοι παράγοντες που επικράτησαν το 2022, θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό και την πορεία της οικονομίας και κατ’ επέκταση της αγοράς εργασίας και κατά το 2023, κυρίως αυτοί που διασυνδέονται με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και αφορούν τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα, την ενεργειακή κρίση και τη δυνατότητα της Ε.Ε για ενεργειακή αυτάρκεια και αυτονομία, την επισιτιστική κρίση, όπως βέβαια και την προσφυγική κρίση σε συνάρτηση και με το μεταναστευτικό πρόβλημα.
Αναπόφευκτα, η Κύπρος επηρεάζεται από αυτούς τους εξωγενείς παράγοντες, κυρίως σε ότι αφορά τις έντονες πληθωριστικές τάσεις της οικονομίας και τη συνεπακόλουθη ακρίβεια, όπως επίσης και τη συνεχή αύξηση των δανειστικών επιτοκίων. Παρά ταύτα όμως, θα πρέπει να σημειωθεί πως συγκριτικά με την υπόλοιπη Ε.Ε, δεν έχουν, ούτε και αναμένεται να υπάρξουν, ισοπεδωτικές ανατροπές στον κοινωνικοοικονομικό και εργασιακό τομέα.
Παρά το γεγονός ότι το 2023 αναμένεται να είναι μια δύσκολη χρονιά, με πολλές προκλήσεις, οι μέχρι σήμερα προβλέψεις που μπορεί να καταδεικνύουν επιβράδυνση της ανάπτυξης, αλλά χωρίς την όποια ένδειξη ύφεσης, προδιαγράφουν προσδοκίες για ευκαιρίες και προοπτικές στην οικονομία και στην ίδια την αγορά εργασίας.
Επαλήθευση των προβλεπόμενων τάσεων της οικονομίας, με τον ρυθμό ανάπτυξης να αναμένεται να μειωθεί από 5.7% κατά το 2022, σε 3% το 2023, ενώ η ανεργία θα έχει οριακή πτώση, από το 7% στο 6.4%. και με μείωση του πληθωρισμού, ο οποίος αναμένεται να κυμανθεί από 7.7%-8% το 2022, πέφτοντας στο 3% το 2023, θα σημαίνει επιβεβαίωση της πιο πάνω εκτίμησης.
Παράλληλα, θα πρέπει να σημειωθεί πως, η πορεία της οικονομίας βασίζεται στην ποιοτική και αξιοπρεπή ανάπτυξη της αγοράς εργασίας και ιδιαίτερα στη διατήρηση της εργατικής ειρήνης. Μια συνιστώσα που διασυνδέεται άμεσα και με την προώθηση υγειών επενδύσεων από το εξωτερικό, όπως βέβαια και με την επιβεβλημένη μεταρρύθμιση της δικαιοσύνης.
Αναπόφευκτα, το γεγονός πως, με το νέο χρόνο, θα υπάρξει μια καινούργια κυβέρνηση, δημιουργεί μία επιπρόσθετη πρόκληση ως προς την ανάγκη για ακόμη πιο επαρκή αξιοποίηση του θεσμικού πλαισίου του κοινωνικού διαλόγου και της τριμερούς συνεργασίας. Θα πρέπει να δοθεί έμφαση αλλά και προτεραιότητα στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και της κοινωνικής δικαιοσύνης, αναδεικνύοντας τον ρόλο, τόσο του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος, όσο και της Συμβουλευτικής Οικονομικής Επιτροπής (Σ.Ο.Ε).
Ο σχεδιασμός μιας ισοζυγισμένης εισοδηματικής πολιτικής για επαρκείς μισθούς που θα συνυπολογίζουν το κόστος διαβίωσης, μέσα και από την πλήρη αποκατάσταση του θεσμού της Α.Τ.Α, η συνολική φορολογική μεταρρύθμιση και η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, σε συνάρτηση με την ομαλή διαχείριση της δημοσιονομικής επάρκειας και σταθερότητας, αποτελούν συνιστώσες που θα προάγουν το κοινωνικό κράτος, θα προωθήσουν την αξιοπρέπεια και την ποιότητα στην εργασία και θα επιδράσουν θετικά στην οικονομική δραστηριότητα. Παράλληλα, είναι εξίσου σημαντική η προώθηση νέων δεξιοτήτων, μέσα από στοχευμένη κατάρτιση και διασύνδεση του εκπαιδευτικού μας συστήματος με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας.
Επιπρόσθετα, θα πρέπει να σημειωθεί πως, η αγορά εργασίας αλλάζει με πολύ πιο έντονους ρυθμούς και ως εκ τούτου θα πρέπει να ολοκληρωθεί ο διάλογος που βρίσκεται σε εξέλιξη ενώπιον του Εργατικού Συμβουλευτικού Σώματος, σε ότι αφορά την Απασχόληση Εργαζομένων από Τρίτες Χώρες, για καλύτερη διαχείριση των αναγκών και των δυνατοτήτων της αγοράς εργασίας. Ομοίως και θα πρέπει να κατατεθεί στη Βουλή το Νομοσχέδιο για ρύθμιση της Τηλεργασίας δημιουργώντας συνθήκες ασφαλούς εφαρμογής αυτής της μορφής απασχόλησης και προοπτικές ομαλούς μετάβασης στη ψηφιοποιημένη οικονομία.
Σημαντική θεωρείται επίσης και η έναρξη του διαλόγου για την πράσινη φορολογική μεταρρύθμιση, με ορίζοντα την πράσινη ανάπτυξη και την κυκλική οικονομία, περιορίζοντας τη φορολογική επιβάρυνση της εργασίας και μεταφέροντας το βάρος στη ρύπανση, στο πλαίσιο και της ευρύτερης πολιτικής διαχείρισης των περιβαλλοντικών προκλήσεων και των κλιματικών αλλαγών.
Σε αυτό το μεταρρυθμιστικό πλαίσιο, γίνεται πιο επιτακτική η ισχυροποίηση της Κοινωνικής Ασφάλισης, μέσα και από τη συνολική μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Η δημιουργία των ικανών και αναγκαίων συνθηκών για αξιοποίηση, επέκταση και εδραίωση του θεσμού των Ταμείων Προνοίας ως δεύτερος πυλώνας συνταξιοδοτικών παροχών, θεωρείται ως εκ των ων ουκ άνευ προτεραιότητα, ενώ παράλληλα μπορεί και πρέπει να τύχει διαχείρισης το θέμα που αφορά την αναλογιστική αναπροσαρμογή.
Η εδραίωση της εργατικής ειρήνης, ως παράμετρος οικονομικής ανάπτυξης και προοπτικής, διασυνδέεται και με τη νέα στόχευση της Ε.Ε, για επέκταση της κάλυψης μέσω συλλογικών συμβάσεων στο 80% των εργαζομένων και τη σύσταση προς τα Κράτη Μέλη, μέσω της Οδηγίας για τον Ευρωπαϊκό Κατώτατο Μισθό, για σχεδιασμό στρατηγικής που να οδηγεί στην επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους. Στη βάση αυτής της προοπτικής, η ΣΕΚ έχει θέσει ξεκάθαρα τη θέση πως δεν θα πρέπει να επικυρώνεται καμία δημόσια σύμβαση χωρίς την ισχύ συλλογικής σύμβασης.
Τέλος, θα πρέπει να γίνει υπόμνηση πως, τον Ιανουάριο του 2023 ξεκινά η εφαρμογή του θεσπισμένου Εθνικού Κατώτατου Μισθού, με ανοικτό βέβαια το θέμα της ωριαίας απόδοσής του. Θα πρέπει να καταβληθεί επαρκής προσπάθεια από όλους, έτσι ώστε να εφαρμοστεί ουσιαστικά και καθολικά, αίροντας τον αθέμιτο ανταγωνισμό ανάμεσα σε εργαζόμενους και ανάμεσα σε επιχειρήσεις, μειώνοντας ταυτόχρονα και το πρόβλημα της υποδηλωμένης εργασίας, στηρίζοντας έτσι και τα δημόσια ταμεία.
Αναντίλεκτα, το 2023 θα είναι έτος ευκαιριών, προκλήσεων αλλά και προοπτικών για όλο το φάσμα της κοινωνικοοικονομικής δραστηριότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων γίνεται ακόμα πιο σημαντικός, διασφαλίζοντας παράλληλα, την πλήρη και χωρίς αποκλείσεις εφαρμογή του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Γενικός Γραμματέας ΣΕΚ κ. Ανδρέας Μάτσας
Άρθρο από το περιοδικό Nomisma