Στις 25 Ιουνίου συμπληρώνονται 23 χρόνια από την υπογραφή της Σύμβασης του Άαρχους, το 1998. Η Σύμβαση αυτή αποτελεί μια από τις σημαντικότερες διεθνείς συνθήκες στο χώρο του περιβαλλοντικού δικαίου. Ο λόγος είναι επειδή για πρώτη φορά αποδίδονται δικαιώματα στην κοινωνία των πολιτών για εμπλοκή τους στις περιβαλλοντικές πολιτικές ενός κράτους. Συγκεκριμένα, η Σύμβαση δημιουργεί υποχρεώσεις στα κράτη σε τρεις πυλώνες που αφορούν περιβαλλοντικά θέματα: την Πρόσβαση σε Πληροφορίες, τη Συμμετοχή του Κοινού στη Λήψη Αποφάσεων και την Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη.
Η Σύμβαση του Άαρχους αποτέλεσε το 1998 επακόλουθο διεθνών συζητήσεων που από τη δεκαετία του 1970 άρχισαν να συνδέουν τις περιβαλλοντικές ανησυχίες με τα ανθρώπινα δικαιώματα. Η ιδέα ήταν ότι η κατάλληλη προστασία του περιβάλλοντος αποτελεί ουσιώδη παράγοντα για την ανθρώπινη ευημερία και την απόλαυση βασικών ανθρώπινων δικαιωμάτων. Τα βασικά ανθρώπινα δικαιώματα αυτά είναι να ζει κανείς σε ένα περιβάλλον κατάλληλο για την υγεία και ευημερία του, καθώς και το καθήκον του, τόσο μεμονωμένα όσο και συλλογικά, να προστατεύει και να βελτιώνει το περιβάλλον αυτό για τις σημερινές όσο και για τις μελλοντικές γενιές.
Το 1998 στην Κύπρο η ευαισθησία στα περιβαλλοντικά ζητήματα αποτελούσε ανησυχία ολίγων στους οποίους αποδιδόταν μάλιστα ότι τάσσονταν κατά της ανάπτυξης της χώρας. Μέχρι σήμερα, η προσέγγιση αυτή φαίνεται δεν έχει αλλάξει κατά πολύ. Φυσικά η κριτική αυτή είναι απόρροια μιας μονοδιάστατης ερμηνείας της ανάπτυξης, αποκλειστικά συνυφασμένη με το σκυρόδεμα. Προέρχεται επίσης από τους κρατούντες την εξουσία οι οποίοι είτε έχουν οι ίδιοι οικονομικά συμφέροντα είτε ελέγχονται από αυτά.
Αδιαμφισβήτητα λοιπόν, η Σύμβαση αποτελεί ένα εμβληματικό νομικό μέσο για την περιβαλλοντική δημοκρατία. Το 2003 η Κυπριακή Δημοκρατία επικύρωσε τη Σύμβαση του Άαρχους, οπότε και τέθηκε σε ισχύ στη χώρα μας. Είναι όμως η υιοθέτηση της Σύμβασης του Άαρχους εχέγγυο για την προστασία του περιβάλλοντος και την αποτελεσματική συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών στη διαμόρφωση των περιβαλλοντικών πολιτικών, όπως επιτάσσει η Σύμβαση;
Η απάντηση δεν μπορεί να είναι θετική εάν οι πολίτες αγνοούν την ύπαρξη της.
Ακόμη χειρότερα όταν οι ίδιες οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης αγνοούν την ύπαρξη της.
Επίσης όχι, όταν το κράτος ενώ γνωρίζει τις υποχρεώσεις του από τη Σύμβαση, αρνείται στους πολίτες και τα οργανωμένα σύνολα την πρόσβαση σε περιβαλλοντικές πληροφορίες και δεν κάνει σωστή διαβούλευση μαζί τους πριν τη λήψη των αποφάσεων. Αυτό είναι και το κύριο παράπονο των πολιτών και των περιβαλλοντικών οργανώσεων. Και αφορά τον πυρήνα των υποχρεώσεων του κράτους που απορρέουν από τη Σύμβαση, η οποία έχει αυξημένη νομική ισχύ, πιο πάνω και από τους ίδιους τους νόμους.
Οι υφιστάμενες διαδικασίες διεξαγωγής δημόσιων διαβουλεύσεων δεν διασφαλίζουν την αποτελεσματική διάχυση των πληροφοριών, αλλά ούτε και την ευρεία συμμετοχή των πολιτών στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, όπως προβλέπεται ρητά από τη Σύμβαση του Άρχους. Και επειδή σωστή διαβούλευση σημαίνει πιο ισορροπημένες και αποδεκτές κοινωνικά πολιτικές, το Κίνημα Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών έχει καταθέσει πρόταση νόμου από το 2017, η οποία θεσμοθετεί με λεπτομέρεια τις διαδικασίες διεξαγωγής δημόσιων διαβουλεύσεων και κατ’ επέκταση εξασφαλίζει τη διαφάνεια σε ότι αφορά περιβαλλοντικά ζητήματα.
Παράλληλα το Κίνημα Οικολόγων έχει καταθέσει πρόταση νόμου για τροποποίηση του ίδιου του Συντάγματος, όπως συνέβηκε και σε άλλα κράτη, που αναγάγει σε συνταγματικό πλέον δικαίωμα το δικαίωμα στην προστασία του περιβάλλοντος και της υγείας των πολιτών. Αυτή η ρύθμιση αναμένεται να οδηγήσει τα Δικαστήρια να λαμβάνουν πολύ πιο σοβαρά υπόψη τόσο το έννομο συμφέρον των πολιτών και των περιβαλλοντικών οργανώσεων να προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Επίσης τα Δικαστήρια θα νομιμοποιούνται να εκδίδουν αποφάσεις που θα προστατεύουν το περιβάλλον όταν η πράξη για την οποία γίνεται η προσφυγή αφορά για παράδειγμα πράξη που επηρεάζει αρνητικά το περιβάλλον.
Συμπερασματικά, το νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει. Εδώ και χρόνια. Το Κίνημα Οικολόγων έχει καταθέσει προτάσεις για σημαντική αναβάθμιση και αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων που παρέχει η Σύμβαση του Άαρχους. Απομένει η εφαρμογή του, η οποία αποτελεί υποχρέωση της χώρας μας και όχι διακριτική ευχέρεια.
Τελικά, παρατηρούμε ότι ακόμα και εάν υιοθετούνται τέτοια πολύτιμα νομικά μέσα όπως είναι η Σύμβαση του Άαρχους, το περιβάλλον δεν απειλήθηκε ποτέ όσο απειλείται σήμερα. Οι λόγοι αυτοί θα πρέπει να διερευνηθούν στην απροθυμία των αρμόδιων αρχών να εφαρμόσουν τη σύμβαση και στην άρνηση των δικαστηρίων να δέχονται ευρέως προσφυγές από πολίτες και οργανωμένα σύνολα.
Χάρης Ιωσηφίδης
Νομικός-Δικηγόρος
Μέλος Κεντρικής Επιτροπής
Κίνημα Οικολόγων – Συνεργασία Πολιτών