Δημοσιεύουμε αποκλειστική συνέντευξη του Γενικού Γραμματέα ΣΕΚ κ. Ανδρέα Φ. Μάτσα στο περιοδικό nomisma. Η συνέντευξη έχει ως εξής:
Ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την πορεία της Κυπριακής οικονομίας το 2022;
Παρά τις δύσκολες συνθήκες που δημιούργησε η υγειονομική κρίση, σε συνάρτηση με τις αρνητικές επιδράσεις της στην κοινωνικοοικονομική δραστηριότητα και στην αγορά εργασίας, η Κυπριακή οικονομία κατέγραψε κατά το 2021 ικανοποιητικό ρυθμό ανάπτυξης, που σε συνάρτηση με τη μεγέθυνση του ΑΕΠ, σπρώχνει την ανεργία προς τα κάτω δημιουργώντας σταδιακά, συνθήκες πλήρους απασχόλησης.
Οι εκτιμήσεις σχετικά με την πορεία της Κυπριακής οικονομίας για το 2022 προδιαγράφονται θετικές, υπό την προϋπόθεση βέβαια πως, η πανδημία και η νέα μετάλλαξη θα μπορέσουν να τύχουν επαρκούς διαχείρισης. Στη βάση αυτής της εκτίμησης, αναμένεται να καταγραφούν ικανοποιητικοί ρυθμοί ανάπτυξης σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και μείωση της ανεργίας. Αναντίλεκτα, το 2022 θα είναι χρονιά προκλήσεων και προοπτικών, με τη δυνατότητα περαιτέρω βελτίωσης στα δημόσια οικονομικά και μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημόσιου χρέους. Παράλληλα, με δεδομένη την κορύφωση των διεργασιών που διασυνδέονται με τις Προεδρικές εκλογές του 2023, θα πρέπει να δημιουργηθούν οι αναγκαίες και ικανές συνθήκες για το ηθικό, το πρέπον και το δίκαιο, αξιοποιώντας ταυτόχρονα και τις παραμέτρους που συνθέτουν και εδραιώνουν, την κοινωνική οικονομία της αγοράς.
Ποια θεωρείτε τα μεγαλύτερα εμπόδια που θα συναντήσει η Κύπρος στον οικονομικό τομέα τη νέα χρονιά;
Η εξάρτηση της οικονομίας από τον Τριτογενή τομέα, κυρίως από τις υπηρεσίες και τον τουρισμό, όπως επίσης και η απόλυτη εξάρτηση από το πετρέλαιο, αποτελούν βασικές αδυναμίες και εμπόδια που θα πρέπει να τύχουν άμεσης και στοχευμένης διαχείρισης, σε συνάρτηση με το οικονομικό μοντέλο που θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί. Προς αυτή την κατεύθυνση, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στη μεταποίηση και στην πράσινη και γαλάζια οικονομία, προωθώντας επίσης και τη συνεργασία ανάμεσα σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, στη βάση της ανάλογης Ευρωπαϊκής πολιτικής (EPP). Σαφώς και είναι θετικό το γεγονός πως, αρκετοί σχεδιασμοί προς την κατεύθυνση της βελτίωσης των παραμέτρων και των συνθηκών που διέπουν και χαρακτηρίζουν την ομαλή πορεία ανάκαμψης και ανάπτυξης της οικονομίας, έχουν συμπεριληφθεί στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας το οποίο αποτελεί αναντίλεκτα, καθοριστικό φάρο πορείας για τα επόμενα χρόνια. Παράλληλα, θα πρέπει να σημειωθεί πως, ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα, με σαφείς κοινωνικές προεκτάσεις, λαμβάνοντας υπόψη και την πολύ πρόσφατη δήλωση του χρηματοοικονομικού επιτρόπου, διασυνδέεται με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, σε συνάρτηση και με την αποκατάσταση της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος. Οι πρόσφατες ανακοινώσεις περί αύξησης των χρεώσεων, χωρίς να συνυπολογίζεται το ευρύτερο κοινωνικοοικονομικό περιβάλλον, λειτουργεί ανασταλτικά προς την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου, ενώ παράλληλα, επιβαρύνει τόσο τα νοικοκυριά όσο και τις επιχειρήσεις, περιορίζοντας τις δυνατότητες οικονομικής ανάκαμψης. Τέλος, είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί πως, η Κύπρος λόγω μεγέθους αλλά και γεωγραφικής τοποθέτησης, εξαρτάται και επηρεάζεται από εξωγενείς παράγοντες και κινδύνους, όπως επίσης και από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, με άμεση επίδραση στην οικονομία.
Ποιες θεωρείτε τις σημαντικότερες μεταρρυθμίσεις που χρειάζεται η οικονομία για να εκσυγχρονίσουμε και να εμπλουτίσουμε το οικονομικό μοντέλο μας;
Η σαφής διασύνδεση των μεταρρυθμίσεων με τη δημιουργία συνθηκών εκσυγχρονισμού και εμπλουτισμού του κοινωνικοοικονομικού μοντέλου, επιβεβαιώνει την αναγκαιότητα της υλοποίησής τους, αναδεικνύοντας πως, υπάρχει σαφής και αχρείαστη χρονοτριβή. Επιπρόσθετα, επιβεβαιώνεται και η σαφής τοποθέτηση του τέως Προέδρου Γιούγκερ πως, «οι μεταρρυθμίσεις δεν σημαίνουν επιστροφή στο νεοφιλελευθερισμό». Ως εκ τούτου, επιβάλλεται η μεταρρύθμιση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, επιτυγχάνοντας τη βιώσιμη ανάπτυξη των τοπικών αρχών και τη βελτίωση των παρεχομένων υπηρεσιών με τελικό αποδέκτη τον ίδιο τον πολίτη, όπως επίσης και της Δημόσιας Υπηρεσίας για ακόμα αποδοτικότερη και λιγότερο γραφειοκρατική λειτουργία. Στο ίδιο πλαίσιο, επείγει η μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης η οποία διασυνδέεται, τόσο με την ενίσχυση του κράτους δικαίου όσο και με την προσπάθεια προσέλκυσης υγειών επενδύσεων και ανάπτυξης της οικονομίας. Ανάλογα σημαντική είναι και η μεταρρυθμιστική προσέγγιση που αφορά την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, έτσι ώστε η ψηφιακή μετάβαση να είναι όσο το δυνατό πιο ομαλή και χωρίς να δημιουργεί κοινωνικούς ή επαγγελματικούς αποκλεισμούς.
Επίσης, σημειώνεται πως, στη βάση της προσπάθειας των κοινωνικών εταίρων, για καλύτερη διαχείριση της αγοράς εργασίας, η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος, συμπεριλαμβανομένης και της αναλογιστικής αναπροσαρμογής του 12% και της εδραίωσης του θεσμού των Ταμείων Προνοίας, κρίνεται ως άκρως σημαντική, στο πλαίσιο και της διασφάλισης της ευρωστίας του Ταμείου Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Τέλος, η θέση της ΣΕΚ για στοχευμένη Πράσινη Φορολογική Μεταρρύθμιση με ουδέτερο κόστος και μείωση της φορολόγησης της εργασίας, με αντισταθμιστική φορολόγηση της ρύπανσης, θα πρέπει να μετουσιωθεί σε πράξη το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Σε ποιους τομείς θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία τη νέα χρονιά για να επιτευχθούν οι στόχοι της ανάπτυξης;
Γίνεται εύλογα κατανοητό πως, θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στον πρωτογενή τομέα, πχ γεωργία, όπως επίσης και στο δευτερογενή τομέα, πχ μεταποίηση, όπως επίσης επένδυση προς τους τομείς της έρευνας, της καινοτομίας και του ψηφιακού μετασχηματισμού. Προς αυτή την κατεύθυνση, είναι σημαντική η προώθηση πολιτικών με ενεργητικούς σκοπούς, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη στοχευμένη κατάρτιση και επανακατάρτιση. Επίσης, θα πρέπει να υπάρξει διασύνδεση του εκπαιδευτικού συστήματος με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στην τεχνική εκπαίδευση, στα συστήματα μαθητείας και στην πιστοποίηση των επαγγελματικών προσόντων.
Καταληκτικά, σημειώνεται πως, η προοπτική ανάπτυξης διασυνδέεται τόσο με τη βελτίωση της εθνικής παραγωγικότητας, όσο και με την εύρυθμη λειτουργία της αγοράς εργασίας, στη βάση της αξιοπρεπούς και ποιοτικής απασχόλησης. Σύμφωνα με κορυφαίους οικονομολόγους- ακαδημαϊκούς, χώρες με ψηλούς κατώτατους μισθούς, δυνατές συντεχνίες και ψηλά επίπεδα εργασίας, παρουσιάζουν καλύτερες οικονομικές επιδόσεις. Παράλληλα, αναδεικνύεται πως, το δικαίωμα σε συλλογική διαπραγμάτευση για καλύτερους μισθούς και όρους και συνθήκες απασχόλησης, δεν είναι θετικό μόνο για τους ανθρώπους, αλλά και για την ίδια την οικονομία και την προοπτική ανάκαμψης και ανάπτυξης.