Aπό την Εύα Ψάλτη*
Η κλιματική αλλαγή αναφέρεται στη μακροπρόθεσμη μεταβολή της θερμοκρασίας και στη μεταβολή της από τις τυπικές καιρικές συνθήκες. Αν και το κλίμα της γης μεταβάλλεται σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της, από τη βιομηχανική επανάσταση και μετέπειτα, οι ανθρώπινες δραστηριότητες, κυρίως λόγω της καύσης ορυκτών καυσίμων, όπως ο άνθρακας, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, επιτάχυναν την εκπομπή αερίων του θερμοκηπίου, με αποτέλεσμα την κλιματική αλλαγή. Τα αέρια του θερμοκηπίου είναι τα ατμοσφαιρικά αέρια που απορροφούν ή “παγιδεύουν” την υπέρυθρη ακτινοβολία του ήλιου στην ατμόσφαιρα, οδηγώντας στη θέρμανση του πλανήτη. Η διαδικασία αυτή είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση της ζωής στη γη. Χωρίς το φαινόμενο του θερμοκηπίου, η μέση θερμοκρασία στη Γη θα ήταν –18 °C. Παρόλα αυτά, οι ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η καύση ορυκτών καυσίμων για τις μεταφορές ή τη θέρμανση, η καταστροφή των δασών και η κτηνοτροφία, αυξάνουν τις συγκεντρώσεις στην ατμόσφαιρα των αερίων του θερμοκηπίου, συντελώντας στην κλιματική αλλαγή.
Ως αποτέλεσμα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μία υπερθέρμανση του πλανήτη η οποία οφείλεται στις ανθρωπογενείς δραστηριότητες και μία κλιματική κρίση που εκδηλώνεται ταυτόχρονα σε διάφορες περιοχές της γης. Η κλιματική αλλαγή είναι μια παγκόσμια και πολυτομεακή πρόκληση που συνδέεται με καταστροφικά καιρικά φαινόμενα, έντονες ξηρασίες, λειψυδρία, σοβαρές πυρκαγιές, άνοδο της στάθμης της θάλασσας, πλημμύρες, λιώσιμο των πάγων, καταστροφικές καταιγίδες και μείωση της βιοποικιλότητας. Για να κατανοήσουμε τον αντίκτυπό της, αρκεί να δούμε τις θερμοκρασίες που έχουν καταγραφεί την τελευταία δεκαετία (2011-2020), οι οποίες παρουσιάζονται ως οι πιο θερμές που έχουν καταγραφεί, ενώ κάθε μία από τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες ήταν θερμότερη από οποιαδήποτε προηγούμενη δεκαετία από το 1850. Η μέση θερμοκρασία της επιφάνειας της Γης είναι τώρα περίπου 1,1°C θερμότερη από ό,τι ήταν στα τέλη του 1800. Το 2023, ο Σεπτέμβριος, ήταν ο θερμότερος μήνας όλων των εποχών με την παγκόσμια μέση θερμοκρασία να είναι 1,8°C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα. Αν δεν διατηρήσουμε σταθερά τα επίπεδα της θερμοκρασίας, τότε οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής θα γίνουν σταδιακά χειρότερες και μη αναστρέψιμες.
Για την περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, έρευνες του Ινστιτούτου Κύπρου έδειξαν πως θερμαίνεται γρηγορότερα από τον μέσο πλανητικό όρο και άλλες κατοικημένες περιοχές του πλανήτη. Υπάρχει μια τάση προς ξηρότερες συνθήκες και στο μέλλον αναμένεται μια περαιτέρω αύξηση της θερμοκρασίας και μείωση της βροχόπτωσης.
Στο διεθνή χώρο πραγματοποιούνται εντατικές πρωτοβουλίες και διαδικασίες κινητοποίησης για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος κατά τη διάρκεια των ετών, με μια σειρά από Συμβάσεις, Πρωτόκολλα και Συμφωνίες δέσμευσης για μια κοινή παγκόσμια προσπάθεια και λύση. Η Διάσκεψη των Μερών (COP) για την Κλιματική Αλλαγή, ίσως αποτελεί το πιο διαχρονικό παράδειγμα, η οποία διοργανώνεται κάθε χρόνο. Οι παγκόσμιοι ηγέτες και ηγέτιδες συναντώνται για να εξετάσουν την πρόοδο που έχουν σημειώσει οι χώρες του πλανήτη και να αξιολογήσουν τις ανάγκες για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Για τον λόγο αυτό, στην COP21 το 2015, οι ηγέτες δεσμεύτηκαν σε έναν μακροπρόθεσμο στόχο για την ουσιαστική μείωση των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, γνωστό ως Συμφωνία του Παρισιού. Αναγνωρίζοντας ότι αυτό θα μείωνε σημαντικά τους κινδύνους και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, συμφωνήθηκε πως πρέπει να συγκρατήσουμε την αύξηση της παγκόσμιας θερμοκρασίας σε επίπεδα πολύ κάτω των 2°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα και να συνεχίσουμε τις προσπάθειες για τον περιορισμό της σε 1,5°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα.
Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο τον Δεκέμβριο του 2019 οι ηγέτες και οι ηγέτιδες της ΕΕ συμφώνησαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ότι η ΕΕ θα πρέπει να επιτύχει κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Τον Δεκέμβριο του 2020, οι ηγέτες και οι ηγέτιδες της ΕΕ έκαναν ένα ακόμη βήμα προς την κλιματική ουδετερότητα. Ως ενδιάμεσο βήμα προς την επίτευξη του στόχου για το 2050, συμφώνησαν να μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της ΕΕ σε λιγότερο από το μισό (σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990) έως το 2030. Έως το 2030 οι εκπομπές της ΕΕ θα πρέπει να μειωθούν κατά τουλάχιστον 55 %. Ο νέος στόχος αποτέλεσε σημαντικό βήμα σε σχέση με τον προηγούμενο στόχο της ΕΕ για μείωση των εκπομπών κατά 40 % το 2030 που είχε συμφωνηθεί το 2014.
Είμαστε στο σωστό δρόμο ή στενεύουν τα περιθώρια; Η παρακολούθηση και η υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου δείχνουν ότι δεν πράττουμε αρκετά. Στην πραγματικότητα, αν συνεχίσουμε με τις τρέχουσες πολιτικές, θα είναι αδύνατο να περιορίσουμε την αύξηση της θερμοκρασίας στους 1,5°C. Οι επενδύσεις στην εξόρυξη και τη χρήση ορυκτών καυσίμων, που αντιστοιχούν περίπου στα δύο τρίτα των σημερινών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, συνεχίζονται στις περισσότερες περιοχές παγκοσμίως. Και οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να σχεδιάζουν να παράγουν υπερδιπλάσια ποσότητα ορυκτών καυσίμων το 2030. Η Έκθεση Emissions Gap Report για το έτος 2023 του Περιβαλλοντικού Προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Environment Programme UNEP), αναφέρει πως εάν συνεχιστούν οι τρέχουσες πολιτικές, η υπερθέρμανση του πλανήτη εκτιμάται ότι θα περιοριστεί στους 3°C καθ’ όλη τη διάρκεια του αιώνα. Η εκπλήρωση όλων των δεσμεύσεων έως το 2030 μειώνει την εκτίμηση αυτή στους 2,5°C, ενώ η πρόσθετη εκπλήρωση όλων των δεσμεύσεων για μηδενικό ισοζύγιο εκπομπών θα την μειώσει στους 2°C.
Η Διακυβερνητική Επιτροπή του ΟΗΕ για την Κλιματική Αλλαγή επισημαίνει ότι η υπέρβαση του ορίου του 1,5°C ενέχει τον κίνδυνο να προκαλέσει πολύ σοβαρότερες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Αυτό συνεπάγεται τεράστια ευθύνη για την Ομάδα των 20 χωρών που συνεισφέρουν περισσότερο στις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου (Αργεντινή, Αυστραλία, Βραζιλία, Καναδάς, Κίνα, Γαλλία, Γερμανία, Ινδία, Ινδονησία, Ιταλία, Ιαπωνία, Δημοκρατία της Κορέας, Μεξικό, Ρωσία, Σαουδική Αραβία, Νότια Αφρική, Τουρκία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκή Ένωση), που αντιπροσωπεύουν το 76% των παγκόσμιων εκπομπών.
H φετινή Διάσκεψη για την Κλιματική Αλλαγή COP28, η οποία ξεκίνησε την Πέμπτη 30 Νοεμβρίου και ολοκληρώνεται στις 12 Δεκεμβρίου, είναι πολύ σημαντική, διότι εκεί θα ολοκληρωθεί η πρώτη παγκόσμια αξιολόγηση της προόδου προς την επίτευξη του στόχου της Συμφωνίας του Παρισιού για συγκράτηση της αύξησης της θερμοκρασίας στους 1,5°C. Αυτή μπορεί να είναι η τελευταία μας ευκαιρία να αυξήσουμε τη φιλοδοξία μας για τη λήψη των απαραίτητων πρόσθετων μέτρων, πριν να είναι πολύ αργά για να αναστρέψουμε τα καταστροφικά φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής.
*Περιβαλλοντολόγος, ΚυκλΟΙΚΟδρόμιο, [email protected]