Είναι ήδη 24 χρόνια στο Κρεμλίνο και τώρα ετοιμάζεται να εξασφαλίσει – με άνεση – ακόμη μία θητεία 6 ετών, καθώς οι προεδρικές εκλογές στη Ρωσία ολοκληρώνονται σήμερα, Κυριακή. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα γίνει έτσι ο μακροβιότερος ηγέτης της χώρας από τον Στάλιν. Και φρόντισε όλα αυτά τα χρόνια να εξαφανίζει κάθε εμπόδιο που βρισκόταν στον δρόμο του, για να πετύχει αυτό το ρεκόρ.
Φυλάκισε επικριτές, φίμωσε τον Τύπο, άλλαξε το Σύνταγμα, μετακινήθηκε από την πρωθυπουργία στην προεδρία και πάλι πίσω, εισήγαγε νέους νόμους για να εξαλείψει οτιδήποτε θα μπορούσε να θεωρηθεί κριτική στον πόλεμο του στην Ουκρανία. Ο θεωρούμενος ως πιο ισχυρός αντίπαλος του τα τελευταία χρόνια, ο Αλεξέι Ναβάλνι, δεν είναι πια στη ζωή. Βρέθηκε νεκρός σε φυλακές της Αρκτικής τον περασμένο μήνα. Οι συνθήκες του θανάτου του δεν έχουν εξηγηθεί πλήρως.
Από το 2000 έως το 2030: Πώς το πέτυχε αυτό;
Για τον Πούτιν θα είναι η πέμπτη θητεία. Ανέβηκε για πρώτη φορά στην εξουσία το 2000 ως πρόεδρος. Στο τέλος της δεύτερης θητείας του, το 2008, αναγκάστηκε να παραδώσει τα ηνία στον Ντμίτρι Μεντβέντεφ.
Αλλά συνέχισε ο ίδιος να κυβερνά τη χώρα ως πρωθυπουργός, πριν ξαναγίνει πρόεδρος.
Αν και είχε επανειλημμένα υπογραμμίσει ότι θα δεν θα αλλάξει το Σύνταγμα να παραμένει αέναα στην εξουσία, είναι αυτό ακριβώς που έκανε το 2020, προκειμένου να δώσει στον εαυτό του τη δυνατότητα για ακόμη δύο θητείες. Αν εξαντλήσει τη δυνατότητα αυτή θα κυβερνά έως το 2036, όταν θα είναι πια 83 ετών όπως παρατηρεί το Bloomberg.
Υπάρχουν αντίπαλοι στην κάλπη;
Τυπικά ναι, βλέπουμε ακόμη τρεις υποψηφίους στις προεδρικές εκλογές. Είναι αυτοί στους οποίους επέτρεψε το Κρεμλίνο να λάβουν μέρος και πρόκειται ουσιαστικά για εκπροσώπους κομμάτων που στη Δούμα στηρίζουν την κυβέρνηση, όπως εξηγεί το Bloomberg.
- Ο ένας είναι ο Λέονιντ Σλάτσκι, ο οποίος είναι επικεφαλής του υπερεθνικιστικού Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος και είναι λιγότερο δημοφιλής από τον προκάτοχό του Βλαντίμρ Ζιρινόβσκι, που είχε λάβει ποσοστό μικρότερο του 6% στις εκλογές του 2018.
- Οι Κομμουνιστές εκπροσωπούνται επίσης στις εκλογές από τον Νικολάι Χαριτόνοφ, που το 2004, είχε εξασφαλίσει ποσοστό 14% έναντι του Πούτιν.
- Υπάρχει επίσης και ο Βλάντισλαφ Νταβάνκοφ, επικεφαλής του κόμματος New People, που ιδρύθηκε το 2020. Ούτε αυτός έχει ελπίδες να λάβει ποσοστό άνω του 5%.
Γιατί ο Πούτιν δεν θέλει μία νίκη, αλλά έναν θρίαμβο
Όλοι ξέρουμε ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν θα είναι νικητής. Τι περιμένουμε λοιπόν να δούμε; Την έκταση της νίκης – όπως και το ποσοστό της συμμετοχής. Θα είναι μία ένδειξη του τι ακριβώς συμβαίνει στο εσωτερικό της χώρας και πόσο (και προς ποια κατεύθυνση) έχει επηρεάσει την κοινή γνώμη ο πόλεμος στην Ουκρανία, το υψηλό κόστος του σε ανθρώπινες ζωές και η ραγδαία επιδείνωση στις σχέσεις με τη Δύση.
Ο 71χρονος Ρώσος πρόεδρος δεν θέλει απλά να κερδίσει, σχολιάζει η Wall Street Journal. Οι αναλυτές που παρακολουθούν την πολιτική της χώρας λένε ότι πρέπει να κερδίσει με ευρύτατο προβάδισμα, εάν θέλει να έχει πλήρως ελεύθερα τα χέρια του στην αναβίωση αυτού που λέει ότι είναι οι συντηρητικές ορθόδοξες παραδόσεις της Ρωσίας και τελικά στην επικράτησή του στο μέτωπο στην Ουκρανία και στην ευρύτερη αντιπαράθεσή του με τη Δύση.
Ένας εκλογικός θρίαμβος «θα νομιμοποιούσε την κληρονομιά του Πούτιν και τον επιθετικό του πόλεμο, υποβιβάζοντας την εναπομείνασα αντιπολίτευση σε έναν ακόμη πιο περιθωριοποιημένο ρόλο και επιτρέποντας στον πρόεδρο να εφαρμόσει, ανεξέλεγκτα, το όραμά του για τα επόμενα έξι χρόνια», γράφει χαρακτηριστικά το Think Tank του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου σε πρόσφατο ενημερωτικό σημείωμα.
Υπενθυμίζεται ότι οι τελευταίες προεδρικές εκλογές το 2018 ανέβασαν το ποσοστό συμμετοχής στο 67,5%, με σχεδόν το 77% των ψήφων να πηγαίνει στον Πούτιν. Αυτή τη φορά το Κρεμλίνο θα ήθελε να δει ακόμη υψηλότερους αριθμόυς.
Και τι σχεδιάζει να κάνει;
Οι επικριτές του προβλέπουν ότι ο Ρώσος ηγέτης θα μπορούσε σύντομα να εξαπολύσει ένα νέο κύμα συλλήψεων και να προωθήσει νέους, αυστηρότερους νόμους, που θα καταπνίγουν κάθε φωνή διαφωνίας.
Παράλληλα θα στρέψει το βλέμμα και στην οικονομία, που αποδείχθηκε πολύ πιο ανθεκτική στις κυρώσεις, από ό,τι πολλοί πίστευαν, είτε βρίσκοντας παράθυρα για την πώληση ενέργειας μέσω τρίτων χωρών, είτε απευθείας, μέσω των στενών σχέσεων που έχει αναπτύξει με αναδυόμενες δυνάμεις, όπως η Κίνα, η Ινδία και το Ιράν. Δεν αποκλείεται να εστιάσει στην επιβολή νέων φόρων στους πλέον εύπορους της χώρας, για να στηρίξει τα δημόσια ταμεία, αλλά και να περιορίσει τις ανισότητες.
Το πεδίο της μάχης στην Ουκρανία παραμένει βέβαια προτεραιότητά του. Και στο πλαίσιο αυτό βλέπουμε πιο ενεργή και επιθετική δραστηριότητα των ρωσικών υπηρεσιών πληροφοριών και ασφάλειας.
Ο Αντρέι Σολντάτοφ, ανώτερος συνεργάτης στο Κέντρο για την Ευρώπη που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, σημείωσε πρόσφατα: «Επειδή είναι η πολιτική σταθερότητα που διακυβεύεται, όλα είναι δικαιολογημένα, συμπεριλαμβανομένης της δολοφονίας πολιτικών αντιπάλων [και] των επιθέσεων στο εξωτερικό».
Να θυμίσουμε ότι η Ρωσία επαναφέρει συνεχώς στο προσκήνιο και την πυρηνική απειλή. Έχει μεταφέρει τα τακτικά πυρηνικά όπλα της στη γειτονική Λευκορωσία, ενώ χώρες όπως η Εσθονια προειδοποιούν πως ετοιμάζεται και για νέο πόλεμο, μέσα στην επόμενη δεκαετία.