του Βασίλη Έλληνα Κοιλιαρή,
Σε μια εποχή συνεχιζόμενης απαξίωσης της πολιτικής και των πολιτικών, αναρριχώμενης σε νέα υψίπεδα, στο επίκεντρο της εκλογικής απόφασης επανέρχονται τα χαρακτηριστικά του υποψηφίου και ο άνθρωπος ως ενεργή προσωπικότητα που επιθυμεί τη συμμετοχή στα κοινά, αντιπροσωπεύοντας τους συμπολίτες του. Σε αντίθετη φορά, οι κοσμοθεωρίες και τα κόμματα καταδεικνύονται, σε αρκετές περιπτώσεις, ως στίβος και πεδίο ανάδειξης φιλόδοξων προσωπικοτήτων στη δημόσια σφαίρα. Οι ιδεολογίες και τα πολιτικά κόμματα που τις ενστερνίζονται, εν γένει και εν τέλει, δεν έχουν τη σημασία που τους είχε προσδώσει το άτομο και οι ομάδες συμφερόντων σε πρότερες εποχές.
Προσβλέποντας στη διόρθωση της απόκλισης από την ακραιφνή πολιτική αντιπροσώπευση, αξιοποιείται η παρούσα φάση πολιτικής (εκλογική ανανέωση κοινοβουλευτικού θεσμού) και πολιτειακής (πανδημία, διαφθορά, εθνικό) εξέλιξης της χώρας, στη βάση των αξιών της πολιτισμένης διαβούλευσης και της ενεργότερης συμμετοχής των πολιτών στα κοινά, καθώς και βάσει της δημοκρατικής/πλειοψηφικής αρχής και της αρχής του πολυκομματισμού/πλουραλισμού, εντός του πλαισίου της πολιτικής αντιπροσώπευσης, Η παρέμβαση επίσης αποσκοπεί στην περαιτέρω μεταστροφή της κοινωνίας προς το ιδεώδες της φιλελεύθερης δημοκρατίας, σ’ ένα πλαίσιο εγγύτερο στις κοινές ευρωπαϊκές αρχές και αξίες. Έχοντας δε ως σκοπό την ενδυνάμωση της συμμετοχής των πολιτών στις εκλογές και την περαιτέρω μετεξέλιξη της κοινωνίας στο ανωτέρω σύστημα, το εκλογικό δικαίωμα δυνητικά εξασκείται με ευμενέστερες προοπτικές για το κοινωνικό σύνολο όταν ψηφίζονται τα καταλληλότερα άτομα ως εξέχουσες προσωπικότητες και όχι ένεκα της ένταξής τους σε ιδεολογικές συσσωματώσεις (κομματικοί σχηματισμοί) ή λόγω ηθικοπλαστικής συμπεριφοράς, πρόταξης συνοπτικών γενικεύσεων και μικροκομματικών σκοπιμοτήτων.
Οι προαναφερθέντες συλλογισμοί οδηγούν, συνακόλουθα, στην αναζήτηση του αναγκαίου και ικανού κομματικού σχηματισμού που δύναται να μορφοποιήσει το εγχώριο γίγνεσθαι προς τη Νεωτερικότητα της Εσπερίας, λαμβάνοντας υπόψη τις ιδιαιτερότητες της διεθνοπολιτικής μας ετερότητας. Ευκταία είναι η σταυροδότηση υποψήφιων βουλευτών με καινοφανή, καινοτόμο και πηγαίο πολιτικό Λόγο, βάσει της εμπειρογνωμοσύνης τους, όπως αυτή προβάλλεται με διαφάνεια και διαύγεια στο βιογραφικό τους σημείωμα και τις προγραμματικές τους θέσεις, τα οποία θέτουν σε κοινή θέα στα έντυπα και ψηφιακά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης (ΜΜΕ), καθώς και στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ).
Οι ψηφοφόροι καλούνται να επιλέξουν τους εκλεκτούς τους σε μια χρονικά ανεπαρκή και ταυτόχρονα συμπιεσμένη προεκλογική περίοδο. Η αυξανόμενη και απεριόριστη παροχή πληροφόρησης, μέσω της πληθώρας μέσων κάλυψης της προεκλογικής εκστρατείας, σε αντίθεση με τις περιορισμένες και πεπερασμένες δυνατότητες απορρόφησης της πληροφορίας από το εκλογικό σώμα, καθίστανται ζητήματα περαιτέρω ανάλυσης με αντιθετικό γνώρισμα. Συναφώς, η προεκλογική εκστρατεία εξαντλείται στη συνθηματολογία και τους απλοϊκούς συνειρμούς, επαυξάνοντας περαιτέρω την αδιαφορία των πολιτών για τα πολιτικά ζητήματα, απομειώνοντας έτι περαιτέρω την πολιτική συμπεριφορά και συμμετοχή του ψηφοφόρου-πολίτη. Ως αποτέλεσμα, κυριαρχεί το πολιτικό μάρκετινγκ και η εκτεταμένη χρήση των ΜΚΔ έναντι του αυθεντικού πολιτικού Λόγου, είτε ο τελευταίος λαμβάνει τη μορφή αρθρογραφίας στα παραδοσιακά έντυπα και στα πιο σύγχρονα ηλεκτρονικά μέσα, είτε είναι ρητορικής φύσεως, μεταδιδόμενος μέσω των ραδιοτηλεοπτικών συχνοτήτων και του διαδικτύου.
Συνεπώς, οι δυνατότητες και ικανότητες των υποψηφίων δεν αξιολογούνται βάσει βιογραφίας, εμπειρογνωμοσύνης και πηγαίου πολιτικού Λόγου. Δεν συγκρίνεται επαρκώς η ιδεολογικό-πολιτική τους αντίληψη. Η υποχώρηση των Ιδεών έναντι του θεαθήναι, η επικράτηση του ξύλινου λόγου και της ιδεολογικής κενότητας, όπου η συντριπτική πλειοψηφία των υποψηφίων ακολουθούν μεν διαφορετική προσέγγιση, δίχως δε να αλλάζει η ουσία της αφήγησής τους, η ισοπέδωση των πολιτικών ιδεολογιών και η διατήρηση της καφενειακής λογικής αναμετάδοσης τυποποιημένης ρητορείας, έχουν σχεδόν εκμηδενίσει το ενδιαφέρον των πολιτών για τα κοινά, εξαλείφοντας παράλληλα τη συναίσθησή τους για το όφελος που απολαμβάνει στο σύνολό της μια κοινωνία όταν ενωμένη πορεύεται στο χρόνο και στο διεθνές γίγνεσθαι.
Αναφορικά με τους πολιτικούς, προκρίνεται η επιλογή: Προσώπων που έχουν αναδειχθεί στο κοινωνικό σύνολο ως πρότυπα στο δημόσιο και ιδιωτικό χώρο, με γερά θεμέλια επαγγελματικού και προσωπικού βίου. Προσωπικοτήτων που έχουν επιδείξει μια περισσότερο ανιδιοτελή δράση και συμπεριφορά, δημοσιοποιημένης και προβεβλημένης, είτε αυτοβούλως είτε αυτοδικαίως. Υποψηφίων βάσει των βιογραφικών και προγραμματικών τους θέσεων και, ει δυνατόν, βάσει γνώμης που δημιουργείται μέσω δια ζώσης επικοινωνίας. Ίσως ο τελευταίος αυτός παράγοντας να έχει την περισσότερη σημασία. Άλλωστε, με τόση πληθώρα κομματικών συνδυασμών και υποψηφίων, είναι στατιστικά απίθανο να μην έχει υπάρξει κάποια διαπροσωπική επαφή, η οποία, εν τέλει, υπερκεράζει την όποια αξιοποίηση και εκμετάλλευση των λεγόμενων ΜΚΔ από τους δυνάμει βουλευτές ή, λόγω οικονομικής ευμάρειας, επιρροή τους στα ΜΜΕ και στη δημόσια σφαίρα εν γένει.
Αναφορικά με την Πολιτική, επιχειρείται αξιολογική εκτίμηση και προσδιορισμός της βέλτιστης ψήφου στις επικείμενες εκλογές: Θεωρώντας ως εξαρτημένη μεταβλητή το κομβικό κόμμα, υποθέτοντας ότι το πρώτο κόμμα (ηγεμονικό) αναδεικνύεται με ποσοστό 25-30% και έχοντας ως ανεξάρτητες μεταβλητές μια επτά ή οκτώ-κομματική Βουλή και άθροισμα ποσοστών στο 8-10% όσων κομμάτων δεν εξασφαλίζουν το όριο 3,6% για είσοδο στη Βουλή, αναμένεται να επιδιωχθεί συνεργασία με άλλο/α κόμμα/τα που μαζί προσθέτουν την 29η βουλευτική έδρα (ορισμός κομβικού κόμματος). Εγγύτερα στο εναπομείναν 20-25%, ώστε προσθετικά να επιτυγχάνεται η απόλυτη πλειοψηφία για την εύρυθμη λειτουργία του κοινοβουλευτικού έργου μιας προεδρικής δημοκρατίας, όπως επίσης και για την εκλογή Προέδρου του νομοθετικού της Σώματος, κατατάσσονται πληθώρα μικρότερων κομμάτων (δυνάμει κομβικά).
Ο λογισμός που προηγήθηκε αναδεικνύει το σημαίνοντα ρόλο τόσο του πρώτου όσο και του κομβικού κόμματος, παράλληλα με την εκπεφρασμένη διακριτική βούληση του τελευταίου να συμπράξει με το ηγεμονικό κόμμα, στη βάση συμβιβασμών σε αρχές, θέσεις και πολιτικές.
Εν κατακλείδι και τελεολογικά σκεπτόμενοι, πέραν της κομβικής σημασίας ορισμένων κομμάτων, η διά ζώσης δημιουργία ευμενώς διακείμενης στάσης για τους δυνάμει βουλευτές από έκαστο πολίτη λαμβάνονται ως κύριες παράμετροι/κριτήρια απόφασης για την τελική επιλογή των προσώπων που θα λάβουν την ψήφο αντιπροσώπευσής μας για την επόμενη πενταετία.
Βασίλης Έλληνας Κοιλιαρής,
Οικονομολόγος – Πολιτειολόγος – Διεθνολόγος