«Παραιτούμαι από όλα τα καθήκοντά μου, εγκαταλείπω την πολιτική με την έννοια της κομματικής πολιτικής, της θεσμικής πολιτικής (…) Νομίζω ότι είναι προφανές πως σήμερα δεν συμβάλω στο να είναι οι άνθρωποι ενωμένοι».
Οι συνήθειες που διέπουν την πολιτική μάς ωθούν αυθόρμητα στη σκέψη πως τα λόγια αυτά ανήκουν σε κάποιον πολύπειρο πολιτικό που ύστερα από παρουσία δεκαετιών στην πολιτική σκηνή αποφάσισε τελικά να αποχωρήσει.
Τα λόγια όμως αυτά ανήκουν σε έναν πολιτικό ηλικίας 42 ετών, τον μέχρι πριν λίγες ώρες ηγέτη του ισπανικού ριζοσπαστικού αριστερού κόμματος Podemos, Πάμπλο Ιγκλέσιας.
Αφορμή της παραίτησής του, όπως σχεδόν πάντα συμβαίνει, ήταν μια ήττα, και συγκεκριμένα, η ήττα των Podemos στις χθεσινές περιφερειακές εκλογές της Μαδρίτης, στις οποίες θετικά ποσοστά κατέγραψε το ακροδεξιό κόμμα Vox και θριάμβευσε το συντηρητικό Λαϊκό Κόμμα (PΡ).
Η αλήθεια είναι ότι ο Ιγκλέσιας είχε ποντάρει πολλά σε αυτές τις περιφερειακές εκλογές καθώς προκειμένου να διεκδικήσει τη θέση του επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης στην περιφέρεια της Μαδρίτης, είχε προηγουμένως παραιτηθεί από την αντιπροεδρία της ισπανικής κυβέρνησης.
Μπορεί ο Ιγκλέσιας να είχε ήδη κάνει γνωστό ότι δεν σκόπευε να διεκδικήσει την πρωθυπουργία στις εθνικές εκλογές του 2023, όμως η χθεσινή του ομιλία με την οποία ανακοίνωσε ότι κατά το κοινώς λεγόμενο πάει σπίτι του, προκάλεσε έντονο ενδιαφέρον.
Ο Πέδρο Ιγκλέσιας, που με τους πολιτικούς του συντρόφους, το 2014, κατόρθωσε να μετουσιώσει την αντικαπιταλιστική και την κατά της λιτότητας οργή των «Αγανακτισμένων» της Ισπανίας σε ένα ισχυρό πολιτικό ρεύμα, αποτέλεσε μια πρωταγωνιστική φυσιογνωμία στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας.
Το κόμμα που ίδρυσε, οι Podemos, ήταν αυτό που κατόρθωσε να «σπάσει» τον ισχυρότατο δικομματισμό μεταξύ Σοσιαλιστών και Λαϊκού Κόμματος.
Οι Podemos απέκτησαν ισχύ, συμμετείχαν σε κυβέρνηση συνεργασίας, όμως με το πέρασμα των χρόνων είδαν ηγετικά τους στελέχη να αποχωρούν και οργανώσεις που τους στήριζαν, όπως πχ. οι Anticapitalistas να τους εγκαταλείπουν υποστηρίζοντας πως «το οργανωτικό μοντέλο και το εσωτερικό καθεστώς που βασίζονται σε συγκεντρωτικές εξουσίες και αποφάσεις μιας μικρής ομάδας ανθρώπων, που συνδέονται με δημόσια αξιώματα, και τον γενικό γραμματέα αφήνουν λίγο χώρο για συλλογική και πλουραλιστική δουλειά».
«Όταν κάποιος δεν είναι χρήσιμος, τότε πρέπει να γνωρίζει πώς να παραιτείται» δήλωσε χθες ο Ιγκλέσιας, στον οποίο, είτε συμφωνεί κανείς με τις ιδέες και τα πεπραγμένα του είτε όχι, οφείλει να του αναγνωρίσει ότι έκανε κάτι που ελάχιστοι ομόλογοι του έχουν κάνει.
Η συνήθης πρακτική πολιτικών ηγετών που αποτυγχάνουν είναι να δηλώνουν, μετά τις ήττες, αποφασισμένοι να τα αλλάξουν όλα, χωρίς όμως στις αλλαγές αυτές να περιλαμβάνουν και τους εαυτούς τους.
Για τις αποτυχίες φταίνε οι προεκλογικές καμπάνιες και οι υπεύθυνοι επικοινωνίας, η κόπωση της εξουσίας, τα σημεία των καιρών αλλά σχεδόν ποτέ οι ίδιοι.
Σαφώς και η απόφαση της παραίτησης δεν αγιοποιεί έναν πολιτικό ούτε διαγράφει τα σφάλματά του, τουλάχιστον όμως αποτελεί δείγμα ρεαλισμού και θάρρους.
Υπάρχουν βέβαια και οι αποχωρήσεις που είτε συνειδητά και με στρατηγική είτε υποσυνείδητα είναι απλώς προσωρινές, όμως δεν παύουν να αποτελούν, μια ρητή παραδοχή του εκάστοτε πολιτικού προσώπου, ότι για τη δεδομένη τουλάχιστον χρονική στιγμή, δεν έχει τίποτα να προσφέρει.
Ο Τόμας Τζέφερσον, για παράδειγμα, μία από τις σπουδαιότερες πολιτικές φυσιογνωμίες στην ιστορία των ΗΠΑ, έχοντας παραιτηθεί από το αξίωμα του υπουργού Εξωτερικών, το 1793, και έχοντας ήδη μια μακρά πορεία στην πολιτική, έγραφε στην Αντζέλικα Σίλερ Τσερτς:
«Πάω στην Βιρτζίνια. Έτσι, θα ελευθερωθώ από τα μισητά καθήκοντα της πολιτικής και θα βυθιστώ στην αγκαλιά της οικογένειάς μου, του αγροκτήματός μου και των βιβλίων μου. Έχω το σπίτι μου να χτίσω, τα χωράφια μου να καλλιεργήσω και να φροντίσω για την ευτυχία αυτών που εργάζονται για μένα».
Λίγα χρόνια αργότερα, το 1801, έχοντας όντως ασχοληθεί με τη γεωργία και τα κτήματά του, αλλά και κατορθώνοντας να μην απομακρυνθεί ουσιαστικά από την πολιτική, όχι μόνο επέστρεψε σε αυτήν αλλά ανέλαβε για δύο θητείες το ανώτερο αξίωμα, αυτό του προέδρου των ΗΠΑ.
ΠΗΓΗ: in.gr