Καθώς πλέον έχει περάσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από την αρχή της ενεργειακής κρίσης, είμαστε σε θέση να κάνουμε μια πρώτη αποτύπωση κάποιων βασικών συμπερασμάτων για τη χώρα μας και την Ε.Ε. συνολικά.
Όλα δείχνουν ότι η ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική αλλάζει ρότα σε μόνιμη βάση με περισσότερη έμφαση στην ενεργειακή ασφάλεια. Το στοίχημα εφεξής είναι πώς θα καταφέρει η Ε.Ε. να διατηρήσει την κλιματική της φιλοδοξία δίχως να θυσιάσει την ασφάλεια και αποφεύγοντας να πληρώνει διαρκώς πολύ ακριβά την ενέργεια που καταναλώνει.
1. Η εξοικονόμηση ενέργειας παίρνει τον πρώτο ρόλο
ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ διαπίστωση είναι ότι η εξοικονόμηση ενέργειας έχει πάψει να είναι ο «φτωχός συγγενής» του ενεργειακού τομέα, αλλά θεωρείται μια αναγκαιότητα. Οι δράσεις μείωσης της
ενεργειακής κατανάλωσης σε κατοικίες, επιχειρήσεις και βιομηχανίες αποτελούν μονόδρομο για την απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και τις εισαγωγές, ικανοποιώντας πλήρως και τις δύο αυτές κρίσιμες διαστάσεις της ελληνικής και ευρωπαϊκής πολιτικής.
ΟΠΩΣ είναι φυσικό, για όσο διαρκούν οι υψηλές τιμές ηλεκτρισμού, αερίου και πετρελαίου, οι πολίτες και οι επιχειρήσεις θα έχουν κάθε κίνητρο να μειώσουν την κατανάλωσή τους, το
οποίο ήδη συμβαίνει, καθώς στη χώρα μας η ζήτηση για ηλεκτρισμό μειώθηκε κατά 12% το τελευταίο τρίμηνο, ενώ αυτή του αερίου κατά 32%, ένα πολύ υψηλό ποσοστό.
ΙΣΩΣ το πιο θετικό χαρακτηριστικό της εξοικονόμησης είναι ότι οι δράσεις και οι επενδύσεις που γίνονται έχουν μακροπρόθεσμο ορίζοντα και θα έχουν οφέλη για δεκαετίες.
2. Μια νέα ισορροπία με πολύ περισσότερες ΑΠΕ και αποθήκευση
ΟΙ ΑΠΕ καλούνται πλέον να σηκώσουν το βάρος του ενεργειακού συστήματος νωρίτερα απ’ ό,τι προβλεπόταν πριν από την κρίση, πράγμα που αντανακλάται καταρχάς στο σχέδιο REPower EU της Ε.Ε., αλλά και στα, υπό αναθεώρηση, εθνικά ενεργειακά και κλιματικά σχέδια. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η ελληνική κυβέρνηση πρόκειται να στοχεύσει σε μια διείσδυση ΑΠΕ στο 80% ως το 2030 στο νέο ΕΣΕΚ, το οποίο αναμένεται να παρουσιαστεί μέσα στην άνοιξη.
ΟΙ ΑΠΕ, που εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 28 GW το 2030, θα απαιτήσουν πολύ περισσότερες μονάδες αποθήκευσης από την αρχική εκτίμηση των 3 GW. Γι’ αυτό και η ηγεσία του ΥΠΕΝ δήλωσε ότι η ισχύς της αποθήκευσης θα ανέλθει στα επίπεδα των 7-8 GW για το 2030, ενώ απομένει να φανεί πώς ακριβώς θα επιμεριστεί στις τεχνολογίες της αντλησιοταμίευσης και των μπαταριών.
ΚΑΘΩΣ οι ΑΠΕ είναι μακράν η φθηνότερη πηγή ηλεκτροπαραγωγής σε σύγκριση με το -ολοένα και ακριβότεροκόστος των θερμικών μονάδων, είναι λογικό να βλέπουμε μια σημαντική μεταστροφή στη φιλοδοξία των εθνικών ενεργειακών πολιτικών. Εντούτοις, απομένει μια σειρά από ανοικτά
ζητήματα για την ανάπτυξη των ΑΠΕ και της αποθήκευσης που σχετίζονται με την αδειοδοτική διαδικασία και το ρυθμιστικό πλαίσιο.
3. Η Ε.Ε. πρέπει να ανεβάσει ταχύτητα
ΑΔΙΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΑ, οι πρωτοβουλίες της Ε.Ε. για έκτακτα μέτρα εν όψει του χειμώνα και για μόνιμες αλλαγές στον σχεδιασμό της ενεργειακής αγοράς έπρεπε να είχαν ολοκληρωθεί πολύ νωρίτερα. Καθώς οι υπουργοί Ενέργειας της Ε.Ε. ακόμα δεν έχουν βρει οριστική λύση για το πλαφόν στο φυσικό αέριο και βρισκόμαστε ήδη στον χειμώνα, είναι φανερό ότι οι χρόνοι αποφάσεων στους οποίους είχαν συνηθίσει οι Βρυξέλλες δεν είναι πλέον επαρκείς αφού οι εξελίξεις κινούνται ραγδαία. Η Ε.Ε. θα πρέπει στο εξής να επιδείξει πιο γρήγορα αντανακλαστικά και να ολοκληρώνει τις διαδικασίες στο εσωτερικό της ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά, με τον κίνδυνο να βρεθεί πίσω από τις εξελίξεις.
ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ, μέσα στην κρίση δοκιμάζεται έντονα η έννοια της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, καθώς η Κομισιόν αγωνίζεται να κρατήσει το μπλοκ ενωμένο και να αποφύγει μονομερείς ενέργειες των κρατών-μελών που θα κάνουν τα πράγματα δυσκολότερα και θα προσφέρουν πλεονέκτημα στη Ρωσία.
4. Αναγκαίες οι δράσεις κοινωνικής αποδοχής των ΑΠΕ από την τοπική κοινωνία
ΕΝΑ πολύ δύσκολο θέμα που έχει γίνει ακόμα πιο αισθητό στη διάρκεια της κρίσης είναι οι αντιδράσεις κατά των ΑΠΕ από διάφορες πλευρές του κοινωνικού συνόλου. Πρόκειται για ένα δυσεπίλυτο ζήτημα, ωστόσο, είναι ξεκάθαρο ότι η μέχρι τώρα προσέγγιση εκ μέρους της πολιτείας και δευτερευόντως των εταιρειών δεν είναι αρκετή για να απαλύνει τις ανησυχίες τους, πόσο μάλλον αν μιλάμε για μια εκρηκτική ανάπτυξη του κλάδου στα επόμενα χρόνια.
ΑΠΟ την πλευρά της, η Ε.Ε. εισήγαγε πρόσφατα την έννοια του υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος για τα έργα ΑΠΕ, ώστε να αντιμετωπίζουν λιγότερα εμπόδια, όμως στην πράξη τα έργα δεν μπορούν ποτέ να υλοποιούνται μονάχα με αποφάσεις εκ των άνωθεν, αλλά απαιτείται και είναι επιθυμητός πάντα ένας δημόσιος διάλογος και διαβούλευση με τις τοπικές κοινότητες.
ΜΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ προσέγγιση στο θέμα των λαϊκών αντιδράσεων πιθανώς να εμπεριέχει τα στοιχεία της επαρκούς αποζημίωσης των τοπικών κοινοτήτων, όχι μόνο με έσοδα από τη λειτουργία των έργων, αλλά και με έργα που τις ενισχύουν, αλλά επίσης με ειλικρινή διάλογο στο κατάλληλο πρώιμο σημείο της αδειοδοτικής διαδικασίας και όχι αργότερα. Ταυτόχρονα, η πολιτεία πρέπει να δώσει έμφαση και στο κρίσιμο θέμα της γενικότερης ενημέρωσης και επιμόρφωσης της κοινής γνώμης εστιάζοντας περισσότερο στο εκπαιδευτικό σκέλος.
5. Το γεωπολιτικό premium στις τιμές θα μας συνοδεύει για χρόνια ακόμα
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ στην Ουκρανία και η γενικότερη τάση που παρατηρείται στις
εμπορικές σχέσεις των κρατών οδηγούν σε μια αντιστροφή της παγκοσμιοποίησης με ιδιαίτερες συνέπειες για τον ενεργειακό τομέα.
ΑΦΕΝΟΣ η ρήξη στις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία αφαιρεί από την παγκόσμια οικονομία μια πολύ μεγάλη ποσότητα ενεργειακών προμηθειών που θα πρέπει να αντισταθμιστεί και αφετέρου παρατηρούμε όξυνση των σχέσεων και σε μια σειρά από άλλα ζεύγη, όπως τις ΗΠΑ με τη Σαουδική Αραβία, την αντιμετώπιση της Κίνας και ούτω καθεξής.
ΟΙ ΝΕΕΣ αυτές τριβές στη γεωπολιτική αρένα προκαλούν προβλήματα στις εφοδιαστικές αλυσίδες, ενώ προσθέτουν και ένα μόνιμο γεωπολιτικό premium στις τιμές των εμπορευμάτων και των τεχνολογιών.
Η ΕΛΛΑΔΑ έχει προσπαθήσει στη δική της «γειτονιά» να απαντήσει στις παραπάνω προκλήσεις, καλλιεργώντας ένα πλαίσιο συνεννόησης και περιφερειακής συνεργασίας που γίνεται ιδιαίτερα φανερό σε δύο άξονες: Πρώτον, τις σχέσεις με τα κράτη της Ανατολικής Μεσογείου και τις δυνατότητες εκμετάλλευσης και μεταφοράς των ορυκτών πόρων της περιοχής. Δεύτερον, τη στήριξη των υπόλοιπων βαλκανικών κρατών, όπως η Βουλγαρία, σε μια δύσκολη χρονική συγκυρία με αυξημένες εξαγωγές αερίου και χρήση των αναβαθμισμένων υποδομών της.
Η ΣΥΝΕΤΗ αυτή πολιτική έχει τα φόντα να ενισχύσει τη θέση της χώρας μας και είναι συμβατή με τον στόχο μετατροπής της σε ενεργειακό κόμβο. Θα πρέπει όμως να συνεχιστεί με συνέπεια και διάρκεια σε όρους πολιτικού χρόνου.
Τoυ Κώστα Ανδριοσόπουλου, καθηγητή Χρηματοοικονομικών & Ενεργειακής Οικονομίας στο Audencia Business School, διευθύνοντος συμβούλου στην Akuo Energy Greece, προέδρου της Επιτροπής Ενέργειας στο ΕλληνοΑμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο