Του Χρ. Χριστοδούλου-Βόλου*
Οι πρόσφατες δηλώσεις του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, Βίκτορ Όρμπαν, έχουν προκαλέσει έντονο προβληματισμό στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς για πρώτη φορά Ευρωπαίος ηγέτης θέτει ανοιχτά ζήτημα ενδεχόμενης κατάρρευσης του ευρώ, εάν προχωρήσει η συζητούμενη υφαρπαγή των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων. Η παρέμβασή του, μέσα από μια ανάρτηση στο Facebook, άναψε φωτιές σε μια περίοδο όπου η Ε.Ε. αναζητά εναγωνίως τρόπους χρηματοδότησης της συνέχισης της ουκρανικής άμυνας, ενώ τα κράτη-μέλη έχουν αρχίσει να εμφανίζουν σημάδια κόπωσης.
Ο Όρμπαν, γνωστός για τη σκληρή και συχνά αντισυμβατική στάση του απέναντι στις Βρυξέλλες, δεν δίστασε να μιλήσει για «παράλογες» προτάσεις και επικίνδυνες επιλογές που μπορεί να οδηγήσουν σε νομικό χάος, διεθνείς αγωγές και –κυρίως– σε ένα τραγικό πλήγμα για το ευρωπαϊκό νόμισμα. Με μια ανάρτηση που ήδη συζητείται σε όλο το ευρωπαϊκό πολιτικό σκηνικό, ο Ούγγρος πρωθυπουργός παρουσίασε τις τρεις επιλογές που έχουν τεθεί από την Κομισιόν προκειμένου να συγκεντρωθούν 135 δισεκατομμύρια ευρώ για την Ουκρανία, επισημαίνοντας ότι καμία δεν είναι βιώσιμη, ενώ η Τρίτη, η κατάσχεση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, είναι κατά τη γνώμη του καταστροφική.
Στην ανάρτησή του, ο Όρμπαν περιγράφει τη δύσκολη εξίσωση που αντιμετωπίζει η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν: ένα τεράστιο χρηματοδοτικό κενό και χώρες που δεν δείχνουν πλέον πρόθυμες να επωμιστούν επιπλέον βάρη στους εθνικούς τους προϋπολογισμούς. «Λες και δεν είχαν τίποτα καλύτερο να κάνουν», σχολιάζει δηκτικά ο Ούγγρος ηγέτης, αναφερόμενος στην πρόταση για εθελοντική συνεισφορά των κρατών-μελών.
Η δεύτερη επιλογή, ο κοινός δανεισμός, είναι για τον Όρμπαν μια επανάληψη της γνωστής «συνταγής» των Βρυξελλών, την οποία θεωρεί αδιέξοδη και κοινωνικά άδικη: «Δεν υπάρχουν λεφτά για τον πόλεμο σήμερα, άρα θα πληρώσουν τα εγγόνια μας». Με τη φράση αυτή ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας εκφράζει όχι μόνο οικονομική, αλλά και ηθική αντίθεση, υποστηρίζοντας πως η Ε.Ε. δεν μπορεί να συνεχίζει επ’ αόριστόν να χρεώνεται για έναν πόλεμο που, όπως υποστηρίζει, δεν μπορεί να κερδηθεί.
Ωστόσο, η τρίτη λύση είναι εκείνη που προκαλεί τη μεγαλύτερη ανησυχία. Η συζήτηση περί κατάσχεσης των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων, τα οποία βρίσκονται σε ευρωπαϊκές δικαιοδοσίες ως μέρος των κυρώσεων μετά την εισβολή στην Ουκρανία, έχει ανοίξει εδώ και μήνες. Πολλές χώρες τη θεωρούν αναγκαία, άλλες την απορρίπτουν φοβούμενες νομικές συνέπειες. Ο Όρμπαν όμως κάνει ένα βήμα παραπέρα: μιλά για πιθανή κατάρρευση του ευρώ αν η Ε.Ε. επιλέξει αυτόν τον δρόμο.
Ο κίνδυνος αυτός, σύμφωνα με τον ίδιο, πηγάζει από ένα συνδυασμό παραγόντων: πολυετείς δικαστικές διαμάχες, πιθανή απώλεια εμπιστοσύνης τρίτων χωρών προς την Ε.Ε. ως ασφαλή θεματοφύλακα διεθνών κεφαλαίων και μια συνολικότερη αστάθεια στο οικονομικό περιβάλλον. Κράτη εκτός Ε.Ε. αλλά με σημαντικές επενδύσεις εντός της, θα μπορούσαν να θεωρήσουν ότι ανάλογες δεσμεύσεις περιουσιακών στοιχείων μπορούν να συμβούν και στο μέλλον, γεγονός που θα υπονόμευε την αξιοπιστία της Ένωσης ως οικονομικού παράγοντα.
Πέραν της οικονομικής διάστασης, ο Όρμπαν επεκτείνεται και στο πολιτικό σκέλος, κατηγορώντας την Ε.Ε. ότι στηρίζει μια «διεφθαρμένη ουκρανική πολεμική μαφία» και ότι επιμένει σε έναν πόλεμο χωρίς προοπτική νίκης. Ανεξάρτητα από το αν κανείς συμμερίζεται ή όχι αυτή την εκτίμηση, η παρέμβαση ανοίγει ένα ευρύτερο ζήτημα: κατά πόσο η Ευρώπη έχει στρατηγικό σχέδιο για τον πόλεμο στην Ουκρανία και για το μέλλον της ασφάλειας στην ήπειρο.
Το βασικό μήνυμα του Όρμπαν είναι ξεκάθαρο: «Ώρα να γυρίσουμε πίσω από το αδιέξοδο των Βρυξελλών». Καλεί την Ευρώπη να εγκαταλείψει τις πολιτικές που, κατά τη γνώμη του, διαιωνίζουν μια σύγκρουση χωρίς νικητές και να επιλέξει την κοινή λογική: επένδυση στη διπλωματία και την ειρήνη. Η θέση του όμως έρχεται σε αντίθεση με τη γραμμή της Κομισιόν και της πλειονότητας των κρατών-μελών, τα οποία επιμένουν ότι η στρατιωτική στήριξη της Ουκρανίας είναι ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί η επικράτηση της Ρωσίας.
Το αν ο Όρμπαν υπερβάλλει ή αν προειδοποιεί εγκαίρως για έναν πραγματικό κίνδυνο είναι ένα ζήτημα που θα κριθεί από τις εξελίξεις των επόμενων μηνών. Το σίγουρο είναι ότι η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε μια από τις δυσκολότερες αποφάσεις της: χρηματοδότηση ενός πολέμου που έχει ήδη κοστίσει δισεκατομμύρια ή ριψοκίνδυνες επιλογές που θα μπορούσαν να κλονίσουν την ίδια τη νομισματική της σταθερότητα. Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση που ξεκίνησε ο Όρμπαν δεν μπορεί πλέον να αγνοηθεί, και ίσως σηματοδοτεί την απαρχή ενός ακόμη πιο έντονου ευρωπαϊκού διχασμού.
*Αναπληρωτής Καθηγητής Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών και Προέδρος του Τμήματος Οικονομικών και Διοίκησης του Πανεπιστήμιου Νεάπολις Πάφος



