Ο χρόνος μετρά αντίστροφα μετά το τελεσίγραφο του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ προς τον Ουκρανό ομόλογό του Βολοντίμιρ Ζελένσκι να αποδεχθεί άμεσα το αμερικανικό σχέδιο  για την ειρήνευση στην Ουκρανία.

Το σχέδιο των 28 σημείων παραβιάζει τις «κόκκινες γραμμές» του Κιέβου, με ορισμένους αναλυτές να σχολιάζουν πως στην ουσία πρόκειται για την «wish list» του Κρεμλίνου.

Η πρόταση φέρεται να δίνει στη Ρωσία μεγάλα τμήματα του ουκρανικού εδάφους και περιορίζει τις ένοπλες δυνάμεις της Ουκρανίας, παρέχοντας παράλληλα στην Ουκρανία εγγυήσεις ασφάλειας – αν και χωρίς την παρουσία δυτικών στρατευμάτων.

Ο Ουκρανός πρόεδρος έχει περιθώριο ως τις 27 Νοεμβρίου να απαντήσει, με τον ίδιο να αναγνωρίζει την κρισιμότητα της κατάστασης προειδοποιώντας χθες πως η Ουκρανία βρίσκεται μπροστά σε μια από τις πιο δύσκολες στιγμές στην ιστορία της. Στο διάγγελμά του ο Ζελένσκι αποκάλυψε το βασικό του δίλημμα. Μίλησε μετά από τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τους ηγέτες της Γερμανίας, της Βρετανίας και της Γαλλίας, οι οποίοι φαίνεται να δηλώνουν ότι η Ευρώπη δεν θα υποστηρίξει το προτεινόμενο ειρηνευτικό σχέδιο στην μορφή που έχει.

«Ο Ζελένσκι έχει βρεθεί σε μία απίστευτη θέση: δεν μπορεί ούτε να αποδεχτεί το σχέδιο (διακυβεύονται η αξιοπρέπεια και η κυριαρχία της χώρας, όπως είπε) ούτε να το απορρίψει χωρίς να διακινδυνεύσει ρήξη με την Ουάσιγκτον. Οι ΗΠΑ καθοδηγούν τη διαδικασία. Η Ευρώπη αρνείται την ουσία. Η Ουκρανία είναι παγιδευμένη στη μέση», συνοψίζει χαρακτηριστικά ο Μπαλάζ Γιαράμπικ του R.Politik.

Κατά τον αναλυτή, ο Ζελένσκι «τρέχει» τώρα μία επιχείρηση που στηρίζεται στην αναμονή, προσπαθεί να εξοικονομήσει χρόνο, στο μεταξύ όμως συρρικνώνεται το περιθώριο ελιγμών του λόγω της στρατιωτικής πίεσης στο πεδίο, της πολιτικής αστάθειας στο εσωτερικό της χώρας, της δημοσιονομικής εξάντλησης και των αντικρουόμενων μηνυμάτων ΗΠΑ-ΕΕ για την ειρήνη.

Διακρίνει μάλιστα δύο σημεία καμπής :

  • το νότιο μέτωπο, όπου η Ουκρανία δεν μπορεί να σταθεροποιήσει τη γραμμή
  • και την απόφαση της ΕΕ που αναμένεται τον Δεκέμβριο σχετικά με τα «παγωμένα» ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, που, όπως λέει χαρακτηριστικά, είναι το τελευταίο χαρτί της Ευρώπης. «Εάν ο μηχανισμός καταρρεύσει, το Κίεβο χάνει την οικονομική του σανίδα σωτηρίας. Εάν εγκριθεί, η Ουκρανία κερδίζει χρόνο (μήνες όχι χρόνια)», εκτιμάει.

Τα «φωτεινά» σημεία

Το αμερικανικό σχέδιο σίγουρα ικανοποιεί πολλά ρωσικά αιτήματα αλλά αρκετοί αναλυτές διακρίνουν «φωτεινά» σημεία, τονίζοντας παράλληλα ότι πρόκειται για προσχέδιο, και άρα μπορεί και πρέπει να αλλάξει μορφή.

«Πρόκειται για ένα σχέδιο που απαιτεί πολύ περισσότερη δουλειά και έτσι θα καθυστερήσει η κατάπαυση του πυρός. Μόλις και οι δύο πλευρές μπορέσουν να εκφράσουν αντιρρήσεις και να ζητήσουν τροποποιήσεις, αυτό θα οδηγήσει σε παρατεταμένες διαπραγματεύσεις και, άρα, σε ακόμη μεγαλύτερη καθυστέρηση. Το πλεονέκτημα είναι ότι η ύπαρξη ενός καταρτισμένου σχεδίου επιτρέπει σε κάποιον να δει τις παγίδες. Δεν του επιτρέπει απαραίτητα να δει έναν τρόπο να τις ξεπεράσει», σχολιάζει ο καθηγητής Λόρενς Φρίντμαν.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα για το Κίεβο αφορά την ιδέα της παραχώρησης στη Ρωσία ολόκληρης της περιοχής του Ντονμπάς, παρόλο που το Κρεμλίνο δεν έχει κατακτήσει πλήρως την περιοχή. Αυτή είναι «μια ανόητη ιδέα», υποστηρίζουν οι αναλυτές του Atlantic Council αναφέροντας ότι πρόκειται για «ανταμοιβή του επιτιθέμενου». Την ίδια ώρα όμως η διατύπωση σχετικά με τις εγγυήσεις ασφαλείας είναι «πιθανώς θετική» και μια ισχυρή διμερής εγγύηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες που «σίγουρα θα αποτρέψει μελλοντική ρωσική επιθετικότητα, επειδή οι Ρώσοι φοβούνται τον αμερικανικό στρατό», προσθέτουν.

Όπως εξηγούν, η συμφωνία ακυρώνεται εάν επιτεθεί ξανά η Ρωσία στην Ουκρανία, επισημαίνοντας ότι «είδαμε νωρίτερα φέτος πώς μια κακή αρχική πρόταση των ΗΠΑ – η συμφωνία για τα ορυκτά – μετατράπηκε σε μια λογική συμφωνία για την ανάπτυξη και ένα πλεονέκτημα για τις σχέσεις ΗΠΑ-Ουκρανίας».

Στο ίδιο μήκος κύματος ο καθηγητής και ειδικός στη Ρωσία Μαρκ Γκαλεότι, αν και αναγνωρίζει ότι το κείμενο του αμερικανικού σχεδίου για την Ουκρανία είναι κακογραμμένο και ελλιπές, υποστηρίζει ότι δεν συνιστά απλώς συνθηκολόγηση της Ουκρανίας.

Για τον ίδιο, οι προτάσεις Τραμπ μπορούν να αποτελέσουν σημείο εκκίνησης, αναφέροντας τέσσερα θετικά σημεία:

  • Η αναγνώριση του de facto ελέγχου των κατεχόμενων εδαφών από τη Ρωσία, παρακάμπτει την ανάγκη για συνταγματικό δημοψήφισμα στην Ουκρανία ή ακόμα και για επίσημη αποδοχή από την ΕΕ. Αυτό δεν αποκλείει κάποια ειρηνική μελλοντική επανένωση, τύπου Γερμανίας.
  • Ο περιορισμός του ουκρανικού στρατού σε 600.000 δεν είναι τόσο δραστικός. Μπορεί να μην είναι ο αριθμός που ήθελε το Κίεβο, αλλά η χώρα δεν θα είναι σε καμία περίπτωση ανυπεράσπιστη.
  • Η άρση των κυρώσεων είναι σταδιακή, πιθανότατα όχι πλήρης, και η Μόσχα πρέπει να επιτρέψει 100 δισ.  δολάρια από τα παγωμένα κεφάλαιά της να διατεθούν για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας.
  • Οι εγγυήσεις ασφαλείας που ενσωματώνονται στο σχέδιο και η ένταξη στην ΕΕ.

Μάλιστα, κατά την αναλύτρια και συγγραφέα Άννα Αρουτουνιάν, η ένταξη στην ΕΕ παρέχει καλύτερες εγγυήσεις ασφαλείας από το ΝΑΤΟ. Η ίδια εκτιμάει πάντως ότι ο Ουκρανός πρόεδρος πιθανότατα θα απορρίψει την αμερικανική πρόταση. Άλλωστε, δεδομένου του σκανδάλου διαφθοράς στην Ουκρανία, στο οποίο εμπλέκονται άτομα του κύκλου του Ζελένσκι, ο Ουκρανός πρόεδρος βρίσκεται σε μειονεκτική θέση μη μπορώντας να «πουλήσει» μια κακή συμφωνία στο εγχώριο κοινό.

«Οι Ουκρανοί βρίσκονται σε δύσκολη θέση», αναφέρουν οι αναλυτές του Atlantic Council, επειδή αν απορρίψουν το σχέδιο «είναι πιθανό να προκαλέσουν μια ακόμη έκρηξη του Τραμπ και ακόμη μεγαλύτερη απόσυρση της υποστήριξης των ΗΠΑ προς την Ουκρανία». Για τους αναλυτές, ο στόχος της Ουκρανίας θα πρέπει να είναι να διασφαλίσει ότι το ειρηνευτικό σχέδιο δεν θα είναι καταστροφή και να αποφύγει να πέσει πάνω της η ευθύνη για την πιθανή αποτυχία του.

Εάν μάλιστα καταλήξουν σε συμφωνία, συνεχίζουν, ότι η κυβέρνηση Τραμπ θα πρέπει να υποβάλει τη συμφωνία στη Γερουσία των ΗΠΑ για επικύρωση. «Αυτό θα στείλει ένα ισχυρό μήνυμα στον Πούτιν ότι οι Ρεπουμπλικανοι και οι Δημοκρατικοί τόσο στην εκτελεστική όσο και στη νομοθετική εξουσία είναι ενωμένοι στη δέσμευσή τους να τηρήσουν τις εγγυήσεις ασφαλείας εάν ο Πούτιν επέμβει ξανά στην Ουκρανία», εξηγούν.

Το παράδοξο για τη Ρωσία

Τι λέει για όλα αυτά όμως η Μόσχα; Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δήλωσε την Παρασκευή ότι το ειρηνευτικό σχέδιο των ΗΠΑ θα μπορούσε να «θέσει τα θεμέλια» για τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, επιβεβαιώνοντας για πρώτη φορά ότι η Μόσχα είχε λάβει ένα αντίγραφό του από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

«Πιστεύω ότι θα μπορούσε να θέσει τα θεμέλια για μια τελική ειρηνευτική συμφωνία», τόνισε.

Όμως, σύμφωνα με την αναλύτρια των Carnegie Moscow Center και R. Politik Τατάνια Στανόβαγια, η πρόταση Τραμπ δεν είναι ό,τι ονειρευόταν η Ρωσία.

Όπως υποστηρίζει, η διατύπωση αποκαλύπτει μια απαξιωτική και ανακριβή κατανόηση του τρόπου με τον οποίο η Μόσχα διατυπώνει τις θέσεις της. «Το σχέδιο λαμβάνει υπόψη τις ρωσικές απαιτήσεις, αλλά η Ρωσία δεν τις διατυπώνει με αυτόν τον τρόπο, γεγονός που καθιστά δύσκολο να φανταστεί κανείς, την πραγματική εμπλοκή Ρώσων διπλωματών στη σύνταξή του», αναφέρει.

Επίσης, σύμφωνα με την ίδια, αν και οι παραχωρήσεις προς τη Ρωσία είναι σημαντικές, το σχέδιο απαιτεί επίσης από τη Μόσχα να εγκαταλείψει ορισμένους από τους προηγούμενους όρους της – για παράδειγμα, την πιο ριζική μείωση των ενόπλων δυνάμεων της Ουκρανίας ή μέρη του πακέτου αλλαγών στην πολιτική ζωή της Ουκρανίας.

«Η ίδια η διατύπωση μπορεί να αποτελέσει πρόβλημα για τη Μόσχα, καθώς αντικατοπτρίζει αυτό που η Ρωσία θα θεωρούσε ως αστήρικτες υποσχέσεις — που απαιτούν εκτεταμένες δεσμεύσεις της Δύσης (ΝΑΤΟ). Δεν υπονοώ ότι ο Πούτιν θα απέρριπτε το σχέδιο κατηγορηματικά, αλλά σχεδόν σίγουρα θα επέμενε σε σχολαστική εργασία πάνω στις διατυπώσεις και στην καταγραφή κάθε δέσμευσης σε χαρτί με λεπτομερή μορφή», υποστηρίζει αναφέροντας ότι έτσι δημιουργείται ένα παράδοξο για τη Ρωσία: έχοντας λάβει, σε γενικές γραμμές, πολλά από αυτά που ήθελε, η Μόσχα πρέπει τώρα να διαχειριστεί σοβαρά κάτι που είναι πιθανό να θεωρήσει ως θεμελιωδώς αβάσιμο και αναξιόπιστο σχέδιο.