Ο Εγκέλαδος σάρωσε την Τουρκία και τη βορειοδυτική Συρία, αφήνοντας πίσω του χιλιάδες νεκρούς και ανυπολόγιστες καταστροφές. Ενας Αρμαγεδών όμως, τέτοιων διαστάσεων, δεν μπορεί να μην έχει επιπτώσεις σε μια περιοχή, όπως η Μέση Ανατολή, η οποία είναι ήδη από μόνη της πολύ εύθραυστη σε πολιτικό επίπεδο.
Κατ` αρχήν, η σεισμική ακολουθία που έπληξε σχεδόν τη μισή Τουρκία, ήρθε εν μέσω μιας έντονης εκστρατείας, καθώς η χώρα θα ψηφίσει στις14 Μαΐου στις προεδρικές και τις βουλευτικές εκλογές. Μια κρίσιμη ψηφοφορία, στην οποία η επανεκλογή του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν ήταν καθόλου δεδομένη. Η 20χρονη εξουσία Ερντογάν και του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΡ θα μπορούσε να τελειώσει, καθώς η οικονομία της χώρας πάει από το κακό στο χειρότερο. Μετά τον σεισμό μάλιστα, το τουρκικό νόμισμα υποχώρησε σε νέα επίπεδα ρεκόρ, με το δολάριο να ανταλλάσσεται σχεδόν με 19 λίρες.
Η απάντηση που θα δώσει η κυβέρνηση Ερντογάν στον πόνο και την καταστροφή που προκάλεσε ο Εγκέλαδος, μπορεί να αποδειχθεί το κλειδί για τις επερχόμενες εκλογές.
«Γύρω από τη σημαία»
Ο κίνδυνος για τον Τούρκο πρόεδρο είναι ότι σε μια χώρα που βρίσκεται ήδη υπό οικονομική πίεση, που δεν έχει ακόμη εξέλθει πλήρως από τη μεταπανδημική κρίση και με πληθωρισμό να τρέχει με 60% σε ετήσια βάση, η κυβέρνησή του μπορεί να μην έχει να διαθέσει όλους τους αναγκαίους πόρους για την αντιμετώπιση των ολέθριων επιπτώσεων του σεισμού.
Οι δραματικές επιπτώσεις του σεισμού πιθανότατα θα χρειαστούν μήνες , αν όχι χρόνια ,για να αντιμετωπιστούν. Μήπως μάλιστα αναβληθούν οι εκλογές, αν ο Ερντογάν δει πώς κινδυνεύει να ηττηθεί; Στο παρελθόν ,το κυβερνών κόμμα AKP χρησιμοποιούσε τις εκλογές ως δικαιολογία για να ξεκινήσει συγκρούσεις ή εκστρατείες για «την καταπολέμηση της τρομοκρατίας» και να ασκήσει διώξεις στους πολιτικούς αντιπάλους. Δεν είναι σαφές εάν θα επιδιώξει να εκμεταλλευτεί επίσης τον απόηχο του σεισμού για να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους «γύρω από τη σημαία», όπως συχνά κάνουν οι πολιτικοί σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών ή πολέμων.
Η Τουρκία έχει ήδη υποστεί άλλους καταστροφικούς σεισμούς στο πρόσφατο παρελθόν, ξεκινώντας από εκείνον στο Ιζμίτ το 1999, τον τελευταίο πριν από την έναρξη της εποχής Ερντογάν. Τότε, κάπου 17.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους –ένας τραγικός απολογισμός που δεν αποκλείεται να αποτελέσει μέτρο σύγκρισης με το νέο πλήγμα του Εγκέλαδου.
Η διπλωματία των σεισμών
Η διεθνής κοινότητα ήδη προσφέρθηκε να βοηθήσει την Τουρκία, αλλά για τη στέγαση των δεκάδων χιλιάδων σεισμόπληκτων και τη διαχείριση ολόκληρης της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Αυτό θα μπορούσε να διαβρώσει κι άλλο την υποστήριξη του πληθυσμού προς τον απερχόμενο πρόεδρο. Ως εκ τούτου, ο Ερντογάν γνωρίζει καλά τους κινδύνους και τη σημασία να ενεργήσει το συντομότερο δυνατό, παρουσιάζοντας ήδη τον Μάιο ακριβή σχέδια ανασυγκρότησης.
Ο σεισμός δεν αποκλείεται πάντως να επηρεάσει τις εξελίξεις τόσο στην Αγκυρα όσο και στις σχέσεις μεταξύ των χωρών της περιοχής. Την ώρα που ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν ήταν αντιμέτωπος με σχεδόν όλες τις χώρες της Δύσης για την εκβιαστική του στάση απέναντι στο ΝΑΤΟ, η παγκόσμια συγκίνηση για το δράμα του τουρκικού λαού, αλλάζει και την πολιτική ατζέντα. Χαλαρώνει αντικειμενικά την πίεση προς τον Τούρκο πρόεδρο, καθώς η αντιπαράθεση περνά πλέον σε δεύτερη μοίρα.
Την ίδια ώρα η «διπλωματία των σεισμών» αναμένεται να διευκολύνει την προσέγγιση της Τουρκίας με το Ισραήλ, καθώς ο νέος πρωθυπουργός Μπενιαμίν Νετανιάχου κρατούσε μέχρι τώρα σαφείς αποστάσεις απέναντι στον Ερντογάν και την νέο-Οθωμανική εξωτερική πολιτική της Αγκυρας. Ηδη, ο Νετανιάχου έδωσε εντολή να δοθεί κάθε είδους βοήθεια στην Τουρκία. «Τώρα αυτή η σχέση θα αποδειχθεί καρποφόρα καθώς το Ισραήλ πιθανότατα θα εμπλακεί στην υποστήριξη των προσπαθειών στήριξης των σεισμόπληκτων», γράφει η Jerousalem Post. «Αυτό θα είναι σημαντικό για να δείξουμε στους Τούρκους ότι νοιάζεται το Ισραήλ να βοηθήσει τους σεισμόπληκτους και να δείξει στην περιοχή ένα θετικό σημάδι των δεσμών Τουρκίας-Ισραήλ», σημειώνει η ισραηλινή εφημερίδα.
Οι συνέπειες στη συριακή σύγκρουση
Ακόμα κι αν το επίκεντρο ήταν στην Τουρκία, ο σεισμός προκάλεσε ίσως ακόμη χειρότερες συνέπειες, στη βορειοδυτική Συρία . Οι εικόνες που έφτασαν στη Δύση από τις καταστροφές στο Χαλέπι και τη Λατάκια , δεν ήταν πολλές, αλλά οι πληροφορίες που φτάνουν κάνουν λόγο για χιλιάδες νεκρούς. Η Συρία βρίσκεται στη δίνη ενός εμφυλίου πολέμου από το 2011 και οι περιοχές που επλήγησαν από τον Εγκέλαδο είναι εκείνες στις οποίες η σύγκρουση καλά κρατεί.
Οι τοπικές συριακές αρχές στις περιοχές Χάμα, Λαττάκεια, Χαλέπι και Ιντλίμπ παρουσιάζουν έναν συνεχώς αυξανόμενο απολογισμό νεκρών. «Χιλιάδες άνθρωποι αγνοούνται κάτω από τα ερείπια», αναφέρει η τηλεόραση, επικαλούμενη τους δημάρχους διαφόρων πόλεων στις ακτές και στα βορειοδυτικά της Συρίας.Ο σεισμός κατέστρεψε ολόκληρα χωριά στη Συρία, τόσο σε περιοχές υπό κυβερνητικό έλεγχο όσο και σε εκείνες που βρίσκονται στα χέρια των πολιτοφυλακών της αντιπολίτευσης. Ποιος θα βοηθήσει τους ανθρώπους στο Αφρίν όπου διάφορες πολιτοφυλακές, όπως το εξτρεμιστικό HTS και το SNA που υποστηρίζεται από την Τουρκία, ανταγωνίζονται στην περιοχή; Θα μπορέσουν οι Κυανόκρανοι του ΟΗΕ και άλλες ομάδες που έπαιξαν ρόλο κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης στη Συρία ,να κάνουν αρκετά για να βοηθήσουν τους αμάχους;
Το δίδαγμα της ιστορίας
Η κοινή τραγωδία θα μπορούσε να επιβάλει κοινές απαντήσεις για την αποφυγή μεγάλου αριθμού θυμάτων και τη δημιουργία καταυλισμών για τους σεισμόπληκτους που έχασαν τα σπίτια τους. Δεν αποκλείεται πάντως ,με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ο σεισμός να έχει μεγάλο αντίκτυπο στον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας. Η Μόσχα για παράδειγμα, θα πιέσει την Αγκυρα πιο πολύ, για την εξεύρεση μιας συμβιβαστικής λύσης με την Δαμασκό και τον φιλο-Ρώσο πρόεδρο Ασσαντ.
Η ιστορία διδάσκει ότι όταν οι φυσικές καταστροφές τέτοιου μεγέθους συμβαίνουν σε εμπόλεμες ζώνες, οι πολιτικές και στρατιωτικές συνέπειες είναι σημαντικές. Αυτό φάνηκε για παράδειγμα πριν σχεδόν 20 χρόνια στη Νοτιοανατολική Ασία, όταν το τσουνάμι της 26ης Δεκεμβρίου 2004 επηρέασε δύο εμφύλιες συγκρούσεις στην περιοχή: στη Σουμάτρα και στη Σρι Λάνκα. Στην περίπτωση της Ινδονησίας, η καταστροφή επιτάχυνε τις ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ της κυβέρνησης και των ανταρτών, ενώ στην περίπτωση της Σρι Λάνκα , απλώς μεγάλωσε το αμοιβαίο μίσος των αντιμαχομένων παρατάξεων.
ΠΗΓΗ: naftemporiki.gr