του Ξενή Χ. Ξενοφώντος*
• Η κοινωνία των πολιτών αντιστέκεται σθεναρά σε κάθε ενέργεια υπόσκαψης της δρομολογούμενης θαλάσσιας σύνδεσης
Η πανδημία δεν πρέπει να αποτελέσει άλλοθι της Πολιτείας για να ναυαγήσει η δρομολόγηση της ακτοπλοικής γραμμής που θα ενώνει την Κύπρο με την Ελλάδα.
Η ΣΕΚ, ο Επιχειρηματικός Σύνδεσμος Κύπρου – Ελλάδας, το Ινστιτούτο Ελληνικού Πολιτισμού, ο σύνδεσμος αεροφοβικών και πολλοί άλλοι φορείς καλούν το υφυπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας να μην καταθέσει τα όπλα, με αφορμή τη μη υποβολή προσφοράς στον διαγωνισμό για την ανάδοχο εταιρεία που θα εκτελεί τη γραμμή για την πρώτη τριετία. Το μεγάλο αρχικό ενδιαφέρον με 25 υποψηφιότητες φαίνεται ότι έχει καθηλωθεί ξαφνικά λόγω της απαισιόδοξης κατάστασης που σηματοδοτεί η έξαρση του τρίτου κύματος της πανδημία, που εξακολουθεί να πλήττει βαρύτατα τον τομέα του τουρισμού και της ναυτιλίας.
Πιστεύουμε πως το πρόβλημα είναι προσωρινό και ως εκ τούτου οι προσπάθειες των αρμοδίων κρατικών φορέων θα πρέπει να συνεχισθούν. Ο θεωρούμενος νεκρός χρόνος που διανύουμε είναι μια καλή ευκαιρία να εξηγηθούν καλύτερα και πειστικότερα τα οφέλη και τα κίνητρα προς τους ενδιαφερόμενους πλοιοκτήτες, προκειμένου να αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον τους μόλις οι υγειονομικές συνθήκες το επιτρέψουν.
Η θαλάσσια επιβατική γραμμή Κύπρου – Ελλάδας η οποία διακόπηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990, επρόκειτο να τεθεί ξανά σε λειτουργία τον προσεχή Ιούνιο, με την οικονομική συνδρομή της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημα της Κυπριακής Δημοκρατίας για επιδότηση του έργου.
Εδώ και αρκετά χρόνια διακηρύσσουμε στεντόρεια πως το υπό αναφορά θέμα είναι άρρηκτα συνυφασμένο με κοινωνικούς, τουριστικούς, οικονομικούς, πολιτισμικούς και εθνικούς λόγους κεφαλαιώδους σημασίας.
Η δρομολόγηση του πλοίου της γραμμής Κύπρου – Ελλάδας είναι ένα ζωτικό μακρόπνοο έργο το οποίο θα προσφέρει πολλαπλά οφέλη στον τόπο. Πιο συγκεκριμένα:
• Επιλύεται ένα σοβαρό πρόβλημα των χιλιάδων αεροφοβικών συμπατριωτών μας που αδυνατούν/ φοβούναται να ταξιδέψουν αεροπορικώς. Ταυτόχρονα δίνεται στους πολίτες το αναφαίρετο δικαίωμα εναλλακτικής επιλογής ταξιδιωτικού μέσου σπάζοντας το μονοπωλιακό καθεστώς του αεροπλάνου.
• Ενισχύεται η οικονομία Κύπρου – Ελλάδας μέσω του τουρισμού και του διαμετακομιστικού εμπορίου ενώ τονώνεται περαιτέρω ο νευραλγικός τομέας της ναυτιλίας
• Δημιουργούνται οι προϋποθέσεις για περαιτέρω ενδυνάμωση των σχέσεων των πολιτών στις δύο αδελφές χώρες, με έμφαση στους κοινωνικούς, περιηγητικούς και πολιτιστικούς τομείς
• Στην εθνική του πτυχή, το όλο θέμα, εμπίπτει στην χάραξη της ευρύτερης γεωπολιτικής προοπτικής του Ελληνισμού στη σημερινή νέα τάξη πραγμάτων, με αιχμή τον προωθούμενο άξονα Αιγύπτου – Ισραήλ – Κύπρου – Ελλάδας και γενικότερα του MED 7.
Στο σημείο αυτό υπενθυμίζουμε την προφητική επισήμανση του τότε πρέσβη της Ελλάδας στη Λευκωσία Κυριάκου Ροδουσάκη το 1997, ότι με την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση η μεγαλόνησος πρέπει να καταστεί μέσω των θαλάσσιων μεταφορών γεωστρατηγική γέφυρα της Μέσης Ανατολής με την Ελλάδα και την Ευρώπη.
Η κοινωνία των πολιτών προσμένει την ευλογημένη ώρα που το πλοίο της γραμμής θα σαλπάρει ενώνοντας ξανά διά θαλάσσης τη γεωγραφικά απομονωμένη ημικατεχόμενη μεγαλόνησο, με τη νησιώτικη και ηπειρωτική Ελλάδα και κατεπέκταση με την Ευρώπη, της οποίας η Κύπρος είναι αναπόσπαστο κομμάτι. Επαναλαμβάνουμε ότι τα οφέλη θα είναι πολλά για τον τόπο. Ως εκτούτου, η Πολιτεία δεν πρέπει να κάνει σε καμμία περίπτωση πίσω στο σημαντικό αυτό ζήτημα.
*δημοσιογράφος, διευθυντής γραφείου τύπου ΣΕΚ