Οικονόμου Γιώργος*
Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) της Νοτιοανατολικής Ευρώπης βρίσκονται αντιμέτωπες με μια θυελλώδη διεθνή σκηνή που συνδυάζει την αναβίωση του οικονομικού προστατευτισμού των Η.Π.Α., τη νομισματική αντεπίθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και την αυξανόμενη επιρροή των BRICS. Σε αυτό το δυναμικό περιβάλλον των εξωτερικών πιέσεων και της ομολογουμένως επιβαρυμένης ευρωπαϊκής οικονομίας, οι ΜμΕ ιδίως της Ελλάδας και της Κύπρου, καλούνται να αναπροσαρμόσουν τις στρατηγικές τους εάν επιθυμούν να επιβιώσουν, αλλά και να επωφεληθούν από τη μεταβλητότητά του.
Η αναζωπύρωση του οικονομικού προστατευτισμού και οι δευτερογενείς επιπτώσεις
Σε περίπτωση που Η.Π.Α. και Ε.Ε. δεν καταφέρουν κάποια διμερή εμπορική συμφωνία, τότε η δασμολογική πολιτική του Προέδρου Τραμπ θα συνεπάγεται το μεγαλύτερο τελωνειακό κόστος των τελευταίων 90 ετών. Εκτός των καθολικών δασμών (10%) και των δασμών σε ευρωπαϊκά προϊόντα (20%), διατηρούνται απειλές για δασμούς έως και 45% σε ευρωπαϊκά αυτοκίνητα και εξαρτήματα, καθώς και 25% σε φαρμακευτικά προϊόντα. Οι αναστολές εφαρμογής των παραπάνω, κάθε άλλο παρά καλό κάνουν στην Ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς η αβεβαιότητα αποτελεί ίσως το πιο καταστροφικό φαινόμενο. Ιδίως για τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, θα πρέπει να τονιστεί ότι ο Αμερικανός Πρόεδρος προτίθεται να επιβάλει έως και επιπλέον 10% δασμούς, στην περίπτωση που κάποια χώρα «ευθυγραμμιστεί» με πολιτικές των BRICS, εξέλιξη που λειτουργεί ως έμμεση απειλή για χώρες-μέλη της Ε.Ε. που επιδιώκουν στενότερες σχέσεις με το μπλοκ. Ας μη ξεχνάμε ότι η εγγύτητα της Κύπρου στη Μέση Ανατολή και οι δεσμοί ορισμένων επιχειρήσεων με χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία, μπορούν να αποτελέσουν δυνητική απειλή για την οικονομική σταθερότητα.
Οι κεντρικές τράπεζες ως γραμμή άμυνας απέναντι στην αναταραχή
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με αλλεπάλληλες μειώσεις επιτοκίων, έχει εισέλθει στην πιο επιθετική φάση χαλάρωσης από την τελευταία ποσοτική χαλάρωση. Αυτή η πολιτική δεν είναι τυχαία, καθώς το ΑΕΠ της Ευρωζώνης για το 2025 αναμένεται να αυξηθεί μόλις 0,9%, λόγω της μείωσης εξαγωγών και επενδύσεων που συνδέονται με τη δασμολογική αβεβαιότητα. Ωστόσο, οι μηχανισμοί μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής στις ΜμΕ είναι ασύμμετρος, ιδίως σε οικονομίες με υψηλό τραπεζικό κίνδυνο. Λίγες είναι η ΜμΕ που μπορούν να απολαύσουν χαμηλά επιτόκια, ιδίως σε Ελλάδα και Κύπρο.
Η άνοδος των BRICS: αποδολαριοποίηση του εμπορίου και νέα οικονομική πραγματικότητα
Το μπλοκ των BRICS επεκτάθηκε περεταίρω το 2025, ενισχύοντας τη συλλογική οικονομική του βαρύτητα. Στη Σύνοδο του Ρίο, οι ηγέτες ενέκριναν δήλωση που προωθεί τις διασυνοριακές πληρωμές σε εθνικά νομίσματα και εξέτασαν τεχνική υποδομή για ταχύτερους και φθηνότερους διεθνείς διατραπεζικούς διακανονισμούς, αν και η δημιουργία κοινής νομισματικής μονάδας θεωρήθηκε ακόμη πρώιμη. Το «Υπερταμείο» των BRICS, παράλληλα, αγόρασε 244 τόνους χρυσού το πρώτο τρίμηνο του 2025, εξοστρακίζοντας σταδιακά το δολάριο από τις εσωτερικές εμπορικές ροές. Για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, η μετάβαση αυτή σημαίνει διπλά βιβλία τιμολόγησης, μεγαλύτερη αστάθεια στις συναλλαγματικές ισοτιμίες και πιθανή διάβρωση της ανταγωνιστικότητας των τιμών σε δολάρια.
Πώς οι συνδυασμένες πιέσεις επιβαρύνουν την ευρωπαϊκή ανάπτυξη;
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μείωσε την πρόβλεψη ανάπτυξης του μπλοκ στο 0,9% για το 2025 και στο 1,5% για το 2026, σχεδόν 0,4 ποσοστιαίες μονάδες χαμηλότερα από τις εκτιμήσεις του 2024, αποδίδοντας την υποβάθμιση στους υψηλότερους αμερικανικούς δασμούς και στην επενδυτική αβεβαιότητα. Οι πιο ανθεκτικές χώρες της Κεντρικής Ευρώπης αναμένεται να επιβραδυνθούν, ενώ Γερμανία και Γαλλία ενδέχεται να παραμείνουν στάσιμες ή οριακά σε ύφεση. Η ΕΚΤ προειδοποιεί ότι ένα «σκληρό» σενάριο περαιτέρω δασμών θα μπορούσε να περικόψει το πραγματικό ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 0,7% σωρευτικά έως το 2027.
Η ιδιαιτερότητα των Βαλκανίων και της Κύπρου
Οι οικονομίες του ευρωπαϊκού Νότου υπερ-εξαρτώνται από στενές εξαγωγικές σχέσεις. Στη Βόρεια Μακεδονία, το 48% των εξαγόμενων βιομηχανικών εξαρτημάτων καταλήγει σε γερμανική αλυσίδα αυτοκινήτων που τώρα δέχεται πλήγμα 25% στις πωλήσεις της προς τις ΗΠΑ, μειώνοντας τη ζήτηση. Στην Κύπρο, οι επιχειρήσεις εμφανίζονται αρχικά «θωρακισμένες», αλλά οι διοικήσεις προειδοποιούν ότι οι δευτερογενείς επιπτώσεις από πιθανή ύφεση στην Ε.Ε. θα τις «αγγίξουν» έμμεσα μέσω του τουρισμού και της ναυτιλίας. Η έρευνα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων δείχνει ότι το 51% των Κυπριακών ΜμΕ απασχολούν πάνω από 10% του προσωπικού τους για «κανονιστική συμμόρφωση», κόστος που εντείνεται όταν προστίθενται δασμολογικοί κανόνες. Στις αγορές κεφαλαίων, οι περισσότερες τράπεζες των Βαλκανίων δανείζονται με διαφορές επιτοκίων που παραμένουν 150-200 μονάδες βάσης πάνω από το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ, άρα η ονομαστική μείωση επιτοκίου δε τις διευκολύνει τόσο όσο τις βόρειες χώρες.
Κατευθυντήριες γραμμές στρατηγικής προσαρμογής για τις ΜΜΕ
Πρώτον, απαιτείται επέκταση της γεωγραφικής διαφοροποίησης των πωλήσεων, με έμφαση σε ενδοευρωπαϊκούς ή μεσογειακούς πελάτες όπου τα τιμολόγια παραμένουν χαμηλά και τα προγράμματα διευκόλυνσης εμπορίου της Ε.Ε. επιδοτούν τη μεταφορά αλυσίδων αξίας. Δεύτερον, η υιοθέτηση πολλαπλών νομισμάτων τιμολόγησης, τουλάχιστον του ευρώ και ενός κύριου νομίσματος των BRICS, όπως το γιουάν, περιορίζει τον κίνδυνο της διακύμανσης Ευρώ/Δολαρίου και ευθυγραμμίζει τις εταιρείες με τις νέες πρακτικές διακανονισμού. Τρίτον, η περιφερειακή υποκατάσταση προμηθευτών περιορίζει την έκθεση σε καθυστερήσεις τελωνειακών ελέγχων, ενώ τα κεφάλαια του Ταμείου Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης της Ε.Ε. επιδοτούν έως και το 50% της δαπάνης για ανασύσταση «πράσινων» εφοδιαστικών αλυσίδων σε απόσταση κάτω των 800 χιλιομέτρων. Τέταρτον, η προσυμφωνία σταθερών επιτοκίων πριν από περαιτέρω νομισματικές πιέσεις εξασφαλίζει προβλεψιμότητα κόστους, ιδίως σε χώρες όπου η τραπεζική διαμεσολάβηση είναι αργή. Τέλος, ο ψηφιακός εκσυγχρονισμός διαδικασιών πιστοποίησης προέλευσης και κανονιστικής συμμόρφωσης όχι μόνο μειώνει αποτελεσματικά το δασμολογικό βάρος αλλά και ενισχύει την αξιοπιστία των τοπικών προϊόντων σε αγορές υψηλής ρυθμιστικής ζήτησης.
Οι ΜΜΕ που θα καταφέρουν να ενσωματώσουν αυτές τις προσαρμογές στο επιχειρηματικό τους μοντέλο θα είναι σε θέση να απορροφήσουν τα αρχικά σοκ, να εκμεταλλευτούν τα νέα συστήματα πληρωμών και να αποκτήσουν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα σε μια παγκόσμια οικονομία που αναδιατάσσεται ριζικά. Η προσωπική μου άποψη, όμως, είναι πως οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα πρέπει να στραφούν προς τις ανατολικές αγορές, αδιαφορώντας για τον οικονομικό προστατευτισμό του Ντόναλντ Τράμπ. Το χαμηλότερο κόστος υλικών και έτοιμων προϊόντων των Ασιατικών αγορών μπορεί να βοηθήσει στον εκσυγχρονισμό και στην πράσινη μετάβαση των Ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, ενώ η μεταφορά τεχνογνωσίας μπορεί να τις θωρακίσει έναντι μελλοντικών πιέσεων.
*Διδάκτωρ Μακροοικονομικής-Χρηματοοικονομικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης