Δρ. Ανδρέας Πουλλικκάς*
Η πρόσφατη έκθεση του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας της ΕΕ (ACER) για την παρακολούθηση της λιανικής αγοράς ηλεκτρισμού στην ΕΕ έως το έτος 2024 υπογραμμίζει την αργή εφαρμογή των έξυπνων μετρητών ως εμπόδιο στην απελευθέρωση της ευελιξίας του ηλεκτρικού συστήματος της ΕΕ. Επιπλέον, επισημαίνει ότι σχεδόν τα τρία τέταρτα των νοικοκυριών της ΕΕ έχουν ρυθμιζόμενες σταθερές συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας για αυτό δεν προσφέρονται πραγματικές εναλλακτικές λύσεις για την ενεργή συμμετοχή των καταναλωτών σε δυναμικές και ευέλικτες συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρισμού. Πιο συγκεκριμένα, η προσπάθεια της ΕΕ για την επίτευξη της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050 απαιτεί κανονιστικές αλλαγές. Για να σταθεροποιηθεί το σύστημα και να αξιοποιηθεί πλήρως η δυναμική της λιανικής αγοράς ηλεκτρισμού, οι ρυθμιστικές αρχές και τα κράτη μέλη πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στα πλαίσια απόκρισης από την πλευρά της ζήτησης, να παράσχουν κίνητρα για αποδοτική χρήση του ηλεκτρικού δικτύου και να επιταχύνουν την ανάπτυξη των έξυπνων μετρητών. Οι δυναμικές και ευέλικτες συμβάσεις προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας είναι σημαντικές για την ενδυνάμωση των καταναλωτών, οι οποίοι θα πρέπει να ενημερώνονται και να ενθαρρύνονται για τα οφέλη της ευέλικτης χρήσης ηλεκτρισμού.
Είναι γεγονός ότι το 2023 με την σημαντική αύξηση της παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές σημειώθηκε 12πλάσια αύξηση των αρνητικών τιμών της χονδρικής αγοράς ηλεκτρισμού στην ΕΕ, ενώ το κόστος διαχείρισης του ολοένα και πιο κορεσμένου δικτύου ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ ανήλθε σε 4 δισεκατομμύρια €. Οι δείκτες αυτοί υπογραμμίζουν τον τρόπο με τον οποίο η ενοποίηση της αγοράς ηλεκτρισμού και η πρόσβαση στην ευελιξία από την πλευρά της ζήτησης, θα καταστούν ουσιαστικής σημασίας στο μέλλον. Αναμένεται ότι έως το 2030 οι ανάγκες ευελιξίας του ηλεκτρικού συστήματος της ΕΕ θα διπλασιαστούν, απαιτώντας (α) περισσότερη αποθήκευση, (β) περισσότερη κατανεμημένη παραγωγή, (γ) αύξηση των ηλεκτρικών διασυνδέσεων και (δ) ανταπόκριση από την πλευρά της ζήτησης.
Σήμερα στην ΕΕ κυριαρχούν οι συμβάσεις σταθερής τιμής στη λιανική αγορά ηλεκτρισμού, προστατεύοντας τους καταναλωτές από την αστάθεια της αγοράς ηλεκτρισμού, αλλά εγκλωβίζοντας τους σε υψηλότερες τιμές. Παρά τη δυνητική εξοικονόμηση κόστους που θα μπορούσαν να επιτύχουν με τη δυναμική τιμολόγηση, πολλοί καταναλωτές επιλέγουν συμβάσεις σταθερής τιμής. Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις δεν προσφέρεται στους καταναλωτές καμία πραγματική εναλλακτική λύση. Για αυτό οι καταναλωτές χρειάζονται τις σωστές γνώσεις, επιλογές και εργαλεία για να συμβάλουν ενεργά στις προσπάθειες της ενεργειακής μετάβασης προς μια ΕΕ κλιματικά ουδέτερη. Αυτό απαιτεί την ανάπτυξη έξυπνων μετρητών και την πρόσβαση σε συμβάσεις δυναμικής τιμολόγησης για όλους τους καταναλωτές. Η έκθεση του ACER τονίζει την ανάγκη της προώθησης ανταγωνιστικών αγορών ηλεκτρισμού λιανικής και την συνεργασία μεταξύ των προμηθευτών ηλεκτρισμού και των διαχειριστών δικτύων, ώστε να ενθαρρύνουν την ευέλικτη και οικονομικά αποδοτική χρήση της ενέργειας. Επισημαίνει ότι παρά τον κρίσιμο ρόλο των έξυπνων μετρητών στη διευκόλυνση των δυναμικών συμβάσεων και στην απελευθέρωση της ευελιξίας των καταναλωτών, η ανάπτυξη παραμένει περιορισμένη σε 10 κράτη μέλη. Αυτό εμποδίζει τους καταναλωτές να επωφεληθούν από τη δυναμική τιμολόγηση και παρεμποδίζει τις προσπάθειες βελτιστοποίησης της χρήσης ενέργειας και μείωσης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Τα κράτη μέλη, με την υποστήριξη των ρυθμιστικών αρχών, θα πρέπει να επιταχύνουν την ανάπτυξη έξυπνων μετρητών μαζί με την προώθηση δυναμικών και υβριδικών συμβάσεων προμήθειας ηλεκτρισμού. Η έλλειψη δυναμικών και υβριδικών συμβάσεων περιορίζει τη δυνατότητα των καταναλωτών να προσαρμόζουν τη χρήση ηλεκτρισμού σε περιόδους υψηλότερης παραγωγής ηλεκτρισμού από ανανεώσιμες πηγές και, αντίστοιχα, χαμηλότερες τιμές, περιορίζοντας τη συμμετοχή τους στην ενεργειακή μετάβαση. Σε αρκετές χώρες όπου έχουν αναπτυχθεί έξυπνοι μετρητές, εξακολουθούν να μην είναι διαθέσιμες συμβάσεις δυναμικής τιμολόγησης για οικιακούς καταναλωτές. Αν και μπορεί να μην επιθυμούν όλοι οι καταναλωτές να συμμετάσχουν στην ευελιξία, εκείνοι που το επιθυμούν θα αποφέρουν οφέλη σε όσους δεν το επιθυμούν και, ως εκ τούτου, μπορεί να είναι σκόπιμο να εξεταστεί το ενδεχόμενο παροχής κινήτρων για την παροχή ευελιξίας.
Οι καταναλωτές χρειάζονται καλύτερη ενημέρωση και κίνητρα για την προσαρμογή της χρήσης ηλεκτρισμού κατά τη διάρκεια περιόδων υψηλής ανανεώσιμης ενέργειας και την αξιοποίηση ευκαιριών για τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και την εξοικονόμηση ενεργειακού κόστους. Οι ρυθμιστικές αρχές και τα κράτη μέλη θα πρέπει να παρέχουν πλαίσια που θα διασφαλίζουν ότι μπορούν να παρέχονται κίνητρα, σε συνδυασμό με προσβάσιμες και σαφείς πληροφορίες για τους καταναλωτές, ιδίως τις βιομηχανίες, σχετικά με τα οφέλη των ευέλικτων συμβάσεων ηλεκτρισμού και τη βελτιστοποίηση της χρήσης ηλεκτρισμού. Ως μέτρο, θα πρέπει να εξετάσουν προγράμματα για την ενθάρρυνση της χρήσης ηλεκτρισμού κατά τις περιόδους μη αιχμής. Ταυτόχρονα, ιδίως τα νοικοκυριά με υψηλή κατανάλωση ενέργειας θα πρέπει να ενθαρρυνθούν να ενεργούν με πιο ευέλικτο τρόπο, προσέγγιση που θα επεκταθεί σταδιακά σε ευρύτερη βάση χρηστών. Οι ευάλωτοι καταναλωτές θα μπορούσαν να βοηθηθούν με στοχευμένα κοινωνικά συστήματα και πλαίσια κατά τη διάρκεια της ενεργειακής μετάβασης, με στόχο επίσης τη μείωση της ευπάθειας αυτών των καταναλωτών.
*Πρόεδρος Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου