Η Κύπρος έχει κάνει μια ουσιαστική στροφή προς τις ΗΠΑ και τη Δύση γενικότερα και ο τρόπος που λειτουργούμε σήμερα εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους, αλλά είναι σημαντικό να εξυπηρετούνται και τα δικά μας συμφέροντα, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Πρόεδρος του Κυπριακού Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων και του Τμήματος Πολιτικών Επιστημών και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, Καθηγητής Ανδρέας Θεοφάνους, ερωτηθείς για τη σημασία της συνάντησης που είχε την Τετάρτη ο Προέδρος της Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, με τον Αμερικανό Πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, στον Λευκό Οίκο.
«Προφανώς υπάρχει μια βελτίωση των σχέσεων Ηνωμένων Πολιτειών – Κύπρου τα τελευταία χρόνια σε διάφορα επίπεδα. Αυτό αποτυπώνεται και στις δηλώσεις που έχουν γίνει μετά τη συνάντηση. Από εκεί και πέρα το ουσιαστικό είναι να δούμε για τα θέματα που μας απασχολούν άμεσα τι σημαίνει αυτή η αναβάθμιση των σχέσεων», είπε ο κ. Θεοφάνους.
Επεσήμανε πως «η θεωρία των μικρών κρατών λέει ότι όταν υπάρχει ένας τεράστιος ανταγωνισμός μεταξύ δυνάμεων η ευελιξία των μικρών κρατών μειώνεται. Ως εκ τούτου, η Κύπρος έπρεπε να αναβαθμίσει τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ, όπως και έγινε», πρόσθεσε.
Το θέμα, συνέχισε, είναι τι ζητούμε εμείς πίσω ως αποτέλεσμα αυτής της συνεργασίας. «Η Κύπρος ακολούθησε όλα τα μέτρα και τις κυρώσεις της ΕΕ εις βάρος της Ρωσίας και ταυτόχρονα έχει περιοριστεί σημαντικά η παρουσία της Ρωσίας στην Κύπρο. Σε αυτό το πλαίσιο και δεδομένου πως ό,τι εξυπηρετήσεις που έχουν ζητήσει οι ΗΠΑ έχουν δοθεί πρέπει να ζητήσει και η Κύπρος κάποια ανταλλάγματα», ανέφερε.
Σημείωσε πως «στα θέματα ασφάλειας είναι σημαντικό να υποδειχθεί από τις ΗΠΑ στους Τούρκους να μην ενοχλούν στη νεκρή ζώνη – και αυτό μπορεί να γίνει άμεσα. Και αυτό ως ελάχιστος στόχος. Σε κάποια στιγμή πρέπει να ζητήσουμε και αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων, αλλά ας αρχίσουμε από το ελάχιστο», είπε.
Για παράδειγμα, συνέχισε, «στο θέμα της ασφάλειας γίνεται λόγος για θέματα αμυντικής συνεργασίας. Ένας απλός πολίτης θα μπορούσε να πει αν αυτή η συνεργασία είναι ουσιαστικής μορφής πρέπει να αρχίσουμε με το να μην παρενοχλούν τα κατοχικά στρατεύματα στη νεκρή ζώνη. Οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να προωθήσουν μια τέτοια κατάσταση, ώστε να μην ενοχλούν τα κατοχικά στρατεύματα ούτε στην Πύλα, ούτε στη Δένεια, ούτε στα Στροβίλια, ούτε στον Αστρομερίτη και να μην εποικίζουν το Βαρώσι. Θεωρώ ότι οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν αυτά. Αυτό για μένα είναι ένας ελάχιστος στόχος, δεν είναι ο μέγιστος στόχος», πρόσθεσε ο κ. Θεοφάνους.
Είπε, ακόμη πως είναι σεβαστή η θέση που αναφέρεται σε διασύνδεση της λύσης του Κυπριακού με μια ουσιαστική παρουσία-συμμετοχή της Κύπρου στο γίγνεσθαι της ευρύτερης περιοχής, ωστόσο, «αυτό το πράγμα για να γίνει πρέπει να πάμε σε έναν κανονικό ομοσπονδιακό πολίτευμα – και δεν μπορεί να υπάρχουν στρεβλώσεις, που να μην επιτρέπουν στην Κύπρο να διαδραματίζει έναν τέτοιο ρόλο».
«Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι άλλοι αξιωματούχοι έχουν ζητήσει συγκεκριμένα ανταλλάγματα από τους Αμερικανούς σε σχέση με το περιεχόμενο της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, ώστε να καταστεί, όπως θα έλεγαν και διάφοροι, διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία με το σωστό περιεχόμενο, το οποίο να μπορεί να οδηγήσει σε ένα λειτουργικό κράτος. Θεωρώ ότι αυτό πρέπει να γίνει αν δεν έγινε ακόμα», είπε ο κ. Θεοφάνους.
Ανέφερε, ακόμη, πως η οικονομία, η εκπαίδευση, η τεχνολογία είναι πολύ σημαντικοί τομείς συνεργασίας, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να είμαστε πειστικοί και τεκμηριωμένοι και να βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα.
«Για χρόνια τώρα υπάρχει ανοχή από τους εταίρους μας – και την ΕΕ και τις ΗΠΑ – έναντι της τουρκικής επιδρομής, παρανομίας και κατοχής του βορείου τμήματος της Κύπρου. Τούτη η ανοχή πρέπει να τερματιστεί. Δεν υπάρχουν καλές και κακές κατοχές», ανέφερε.
Ερωτηθείς αν θα έπρεπε ενδεχομένως η Λευκωσία να ζητήσει τον διορισμό κάποιου απεσταλμένου των ΗΠΑ για το Κυπριακό, ο κ. Θεοφάνους είπε πως «η ουσία είναι να ξέρουμε τι θέλουμε και να μην ξέρουμε μόνο τι δεν θέλουμε».
Πρέπει να καλλιεργούμε και να αναβαθμίζουμε τις σχέσεις μας με διάφορες χώρες, ιδίως με τις ΗΠΑ, καθώς και άλλες σημαντικές χώρες της ΕΕ, αλλά και χώρες εκτός ΕΕ, αλλά ταυτόχρονα πρέπει να ξέρουμε τι θέλουμε και να είμαστε πειστικοί, σημείωσε.
«Σε σχέση με την επιδιωκόμενη λύση του Κυπριακού να δούμε τι ζητούμε από τις χώρες αυτές να μας βοηθήσουν να λύσουμε το Κυπριακό και να έχουμε ένα κανονικό ομοσπονδιακό πολίτευμα, το οποίο να μπορεί να λειτουργεί», ανέφερε.
Επεσήμανε περαιτέρω πως η κατάσταση στην οποία βρίσκεται το Κυπριακό σήμερα είναι αποτέλεσμα διαφόρων καταστάσεων μεταξύ των οποίων το ανισοζύγιο δυνάμεων υπέρ της Τουρκίας στην περιοχή και η μη επαρκής επιστράτευση της επιστημονικής γνώσης εκ μέρους μας. Ανέφερε πως στις ΗΠΑ υπάρχουν δεξαμενές σκέψεις που διαδραματίζουν τεράστιο ρόλο όσον αφορά τη λήψη αποφάσεων και αυτοί οι οργανισμοί επιζητούν να έχουν ομόλογα ιδρύματα σε άλλες χώρες. «Στην Κύπρο δεν υπάρχει τέτοια παράδοση και η Κυβέρνηση δεν δίνει σημασία σε αυτό τον τομέα», συνέχισε.
Είπε, τέλος, πως μπορεί να παίρνει χρόνια να συναντηθεί Κύπριος Πρόεδρος με Αμερικανό Πρόεδρο και πρέπει να χαιρετιστεί η συνάντηση που έγινε, ωστόσο, όπως σημείωσε, «ο Μπάιντεν είναι απερχόμενος Πρόεδρος».