Του Δρα Άριστου Αριστοτέλους
Διάφορα σημεία πρόσφατης συνέντευξης του Υπουργού Άμυνας (ΥΠΑΜ) στο ΚΥΠΕ (04.08.2023) χρήζουν ιδιαίτερου σχολιασμού και πληρέστερης σκιαγράφησης της πραγματικότητας. Δύο από αυτά αφορούν το ένα τις αμυντικές δαπάνες και τους εξοπλισμούς και το άλλο τα περί «ενιαίου αμυντικού δόγματος». Αμφότερα είναι αρκούντως αποκαλυπτικά κυβερνητικών αντιλήψεων σε θέματα άμυνας όπως και της στάσης της Αθήνας στο αμυντικό πρόβλημα της Κύπρου, αλλά και καταδεικτικά σοβαρών ελλειμάτων και αδυναμιών.
Καθόσον αφορά τις αμυντικές δαπάνες, πρόθεση της κυβέρνησης, σύμφωνα με τον ΥΠΑΜ, είναι η αύξηση των διαθέσιμων πόρων στον τομέα αυτό στο 2% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ), πιστεύοντας ότι με αυτό τον τρόπο διαθέτει σημαντικά ποσά για να επιτύχει «ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της άμυνας» (…«σε βάθος πενταετίας»). Ο ΥΠΑΜ με τη δήλωση αυτή επαναλαμβάνει βασικά τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας (ΠτΔ) που προεκλογικά δήλωνε ότι θα διέθετε το «2% του ΑΕΠ για εξοπλισμούς»!.. Προφανώς ο ΠτΔ, όπως ο ΥΠΑΜ, εννοούσε 2% του ΑΕΠ για το σύνολο των αμυντικών δαπανών και όχι απλά για εξοπλισμούς, ώστε να συνάδει, όπως υποδείκνυε, και με προτροπή της ΕΕ προς τα κράτη μέλη στο θέμα αυτό.
Η κυβερνητική πλευρά ωστόσο δεν φαίνεται να είναι επαρκώς πληροφορημένη, γιατί επί της ουσίας η πρόθεση διάθεσης αυτού του ύψους κονδυλίων για την άμυνα στην Κύπρο δεν σημαίνει τίποτα πολύ διαφορετικό από ό,τι διατίθετο προηγουμένως. Όταν εξαγγελλόταν η θέση αυτή προεκλογικά, η άμυνα σύμφωνα με το IISSγια το 2021 απορροφούσε ήδη 2% του ΑΕΠ, ήτοι γύρω στα $571 εκ. , ενώ αν υλοποιηθεί ο προϋπολογισμός της προηγούμενης κυβέρνησης για το 2023, το κονδύλι για την άμυνα θα κυμανθεί περίπου στα ίδια επίπεδα.
Σημειώνεται ότι τη μερίδα του λέοντος των δαπανών για την άμυνα απορροφά το μισθολόγιο και λιγότερα η συντήρηση και αγορές εξαρτημάτων και εξοπλισμού. Εύλογα λοιπόν δημιουργούνται ερωτήματα όπως: Με αυτό το επίπεδο ιεράρχησης και κατανομής των στρατιωτικών πόρων, χωρίς δραστική αύξηση των αμυντικών δαπανών πέραν του 2%, πώς θα επιτευχθεί η ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύς της άμυνας; Πώς θα υλοποιηθεί το κολοσσιαίο έργο της απομάκρυνσης και αντικατάστασης του ρωσικού οπλισμού στην Εθνική Φρουρά για το οποίο έχει δεσμευτεί η Λευκωσία έναντι δυτικών εταίρων – χωρίς πραγματικά αποτελεσματικές υποκατάστατες διευθετήσεις; Πώς θα αναστραφεί η φθίνουσα κατάσταση που παρατηρείται στην άμυνα σε κάποιους τομείς και σε εξοπλισμούς, η οποία έχει καταστεί πιο προβληματική με τον τερματισμό της παραλαβής ρωσικών οπλικών μέσων, ανταλλακτικών και προμηθειών, ενώ στο βάθος του ορίζοντα παραμονεύει ο κανιβαλισμός;
Το δεύτερο σημείο αφορά την αναβίωση του «ενιαίου αμυντικού δόγματος Κύπρου Ελλάδας», που αποτελούσε επιτομή της προεκλογικής πρότασης του ΠτΔ στο κεφάλαιο αμυντική πολιτική. Εδώ το πρόβλημα για την Κυπριακή Δημοκρατία και τους θιασώτες της πολιτικής αυτής είναι αρκετά στενόχωρο και σοβαρό. Αποφεύγοντας να απαντήσει στο ερώτημα γιατί καμία κυβερνητική αναφορά μετεκλογικά στα περί «αναβίωσης του ενιαίου αμυντικού δόγματος», ο ΥΠΑΜ διατύπωσε τώρα μια διαφορετική άποψη λέγοντας ότι: «Το σημαντικό είναι να διασφαλιστεί ότι η Ελλάδα… αντιλαμβάνεται τις υποχρεώσεις της στην Κύπρο» και ότι «την ώρα της ανάγκης δεν χρειάζεται κανένα δόγμα να την υποχρεώσει να επέμβει στην Κύπρο»!
Αν προσδώσει κανείς στις δηλώσεις του ΥΠΑΜ τη δέουσα σοβαρότητα, τότε μπορεί να συμπεράνει τα εξής: 1. Την ύπαρξη ανακολουθίας μεταξύ λόγων και έργων και ότι δεν τίθεται θέμα επαναφοράς του ενιαίου δόγματος στη ζωή. 2. Επειδή την αναβίωση του δόγματος ο ΠτΔ προφανώς την εννοούσε να γινόταν σε συνεννόηση με την Ελλάδα, οι δηλώσεις του ΥΠΑΜ σαφώς δεν αντανακλούν συναίνεση της Αθήνας με τη θέση αυτή. 3. Ο συνειρμός από τα λεχθέντα του ΥΠΑΜ είναι ότι η Ελλάδα δεν αντιλαμβάνεται πλήρως τις υποχρεώσεις της ως εγγυήτρια δύναμη σε βαθμό που να επέμβει αν χρειαστεί στην Κύπρο. 4. Τεκμαίρεται έτσι ότι η στρατιωτική εμπλοκή της Ελλάδας – το είδος, η έκταση και το περιεχόμενο της – παραμένει σχεδόν όπως πάντα αμφίβολη, ελλιπώς προγραμματισμένη και συγκεχυμένη.
Συμπερασματικά ωστόσο, για τον μελετητή η κατάσταση αυτή, όπως και οι ανακρίβειες περί αμυντικών δαπανών και εξοπλισμών, υποδηλώνουν απουσία συνεκτικής αμυντικής πολικής αμφοτέρων των χωρών στο Κυπριακό, ανυπαρξία σαφούς στρατιωτικού δόγματος – όχι αερολογίες περί «ενιαίου αμυντικού δόγματος» – και προχειρότητα αντιλήψεων περί εθνικής ασφάλειας και στρατηγικής, που πρέπει αποφασιστικά να αντιμετωπιστεί και εξορθολογιστεί. Αν υπάρχει ενδιαφέρον, η μελέτη που τους έχουμε υποβάλει θα τους ήταν πολύ βοηθητική και καθοδηγητική. Διαφορετικά, η χωρίς σοβαρό περιεχόμενο διαχρονική ευφημολογία – για εσωτερική κατανάλωση – περί «ισχυρής αποτρεπτικής άμυνας», καλά θα κρατεί και στην παρούσα διακυβέρνηση.
Πρώην Βουλευτής Ειδικός σε Θέματα Άμυνας και Στρατηγικής