*Γράφει η Αλεξία Σακαδάκη
Στις 21 Σεπτεμβρίου κάθε χρόνο, γιορτάζουμε την Παγκόσμια Ημέρα Ειρήνης, μια ημέρα αφιερωμένη στη διεθνή συνεργασία και την προώθηση της ειρήνης. Ωστόσο, καθώς τα ιδανικά της ειρήνης τιμώνται, η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Οι πόλεμοι συνεχίζουν να μαίνονται σε πολλές περιοχές του πλανήτη, προκαλώντας ανυπολόγιστες ανθρώπινες τραγωδίες και καταστροφή. Ενώ «γιορτάζουμε» την ειρήνη, δίπλα μας διεξάγεται μια γενοκτονία κατά των Παλαιστινίων, συνεχίζονται μακροχρόνιοι πόλεμοι, ξεκινούν καινούριοι, βομβαρδίζονται σχολεία, νοσοκομεία και χάνονται ανθρώπινες ζωές, που πλέον τις μετράμε σε ποσοστά και νούμερα.
Οι συγκρούσεις δεν αποτελούν μόνο εσωτερικές πολιτικές διαμάχες, αλλά και προϊόντα ευρύτερων στρατηγικών συμφερόντων μεγάλων δυνάμεων (δες Κύπρος, Υεμένη, Συρία, Ουκρανία κ.α.). Η επιβίωση των πολεμικών βιομηχανιών και η οικονομική ευημερία των κρατών ή/και προσώπων που τις ελέγχουν αποτελούν ακόμα έναν ισχυρό παράγοντα. Σύμφωνα με εκτιμήσεις, οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες το 2022 ξεπέρασαν τα 2 τρισεκατομμύρια δολάρια, με σημαντικό ποσοστό αυτών να αφορά χώρες που εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα σε πολέμους. Η βιομηχανία των όπλων αποτελεί μέχρι και σήμερα – μετά από τόσα δεινά που αντιμετώπισε η ανθρωπότητα από τους πολέμους – μια από τις πιο ισχυρές οικονομικές δυνάμεις.
Οι πόλεμοι δεν επηρεάζουν μόνο τις οικονομίες των χωρών που εμπλέκονται. Έχουν καταστροφικές συνέπειες και για τις κοινωνίες. Επηρεάζουν αρνητικά την ψυχική υγεία, την κοινωνική συνοχή και την ανάπτυξη των παιδιών. Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, εκατομμύρια άνθρωποι που ζουν σε εμπόλεμες ζώνες υποφέρουν από ψυχολογικά τραύματα, όπως διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD), κατάθλιψη και άγχος.
Έρευνες του ΟΗΕ δείχνουν ότι πάνω από 250 εκατομμύρια παιδιά ζουν σε εμπόλεμες ζώνες, με το 50% αυτών να υποφέρει από χρόνια ψυχικά προβλήματα. Η έλλειψη πρόσβασης στην εκπαίδευση, σε ιατρική περίθαλψη και σε βασικές ανάγκες όχι μόνο καταστρέφει την παιδική ηλικία, αλλά απειλεί την ίδια την επιβίωση των μελλοντικών γενεών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Συρία, όπου περισσότερο από το 40% των σχολείων έχει καταστραφεί, αφήνοντας εκατομμύρια παιδιά χωρίς καμία προοπτική για το μέλλον.
Ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη διατήρηση της ειρήνης παγκοσμίως, καθώς και η Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρωτίστως, θα πρέπει να ενισχυθούν οι προσπάθειες για παύση όλων των ενόπλων συγκρούσεων, με ενίσχυση της διπλωματίας. Η αποστολή ειδικών απεσταλμένων για την ειρήνη, η διαμεσολάβηση σε διαμάχες και η εφαρμογή κυρώσεων σε κράτη που τροφοδοτούν πολέμους αποτελούν κρίσιμες στρατηγικές. Δεύτερον, η ενίσχυση των ειρηνευτικών αποστολών μπορεί να βοηθήσει στη διατήρηση της σταθερότητας σε περιοχές που βρίσκονται σε κρίση. Το πιο σημαντικό, ωστόσο, είναι η προώθηση της ανάπτυξης και της εκπαίδευσης σε περιοχές που πλήττονται από πολέμους. Η ανάπτυξη τοπικών κοινωνιών μέσω της πρόσβασης σε πόρους, σε εκπαίδευση και σε ιατρική περίθαλψη είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποτραπεί η αναζωπύρωση των συγκρούσεων. Τέλος, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, οφείλει να καταβάλει περισσότερες προσπάθειες για την αποτροπή της στρατολόγησης παιδιών και την προστασία τους σε εμπόλεμες ζώνες.
Η ειρήνη, αν και φαίνεται σαν ένας μακρινός και δύσκολος στόχος, είναι απαραίτητη για την ευημερία των ανθρώπων και των μελλοντικών γενεών. Είναι άκρως ανησυχητικό το γεγονός ότι έχουμε κανονικοποιήσει τον πόλεμο. Ζούμε καθημερινά με εικόνες θανάτου, μιζέριας και μετανάστευσης και πλέον έχει γίνει μια άλλη πραγματικότητα στη ζωή μας. Ο ΟΗΕ, οι κυβερνήσεις και οι διεθνείς οργανισμοί πρέπει να συνεργαστούν για να σταματήσουν οι πόλεμοι και να ενισχύσουν την παγκόσμια ειρήνη. Δεν μπορούμε να μιλάμε για ένα βιώσιμο μέλλον χωρίς να δώσουμε τέλος στη βία και την εκμετάλλευση, που τροφοδοτούν τις πολεμικές συγκρούσεις.
*Κοινωνιολόγος
Μέλος Κεντρικής Επιτροπής Κινήματος Οικολόγων