Έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά κοινοτοπίας, ενίοτε ενδεικτικής της αδυναμίας κατανόησης των σύγχρονων μορφών επικοινωνίας, ο σχολιασμός του φαινομένου άνθρωποι να συνυπάρχουν στο δημόσιο χώρο όντας ταυτόχρονα καθηλωμένοι στην οθόνη του κινητού τους και την παράλληλη ψηφιακή δημόσια σφαίρα των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Αποκορύφωμα, ίσως, αυτής της τάσης η εικόνα ανθρώπων που σε ένα μπαρ, καφέ, εστιατόριο, τα μέρη που στοίχειωσαν την αντίληψη της νεωτερικότητας (και το κινηματογραφικό της σύμπαν) ως τόποι συνάντησης, δεν αναζητούν βλέμματα να διασταυρωθούν, αλλά κοιτάζουν τις εφαρμογές γνωριμιών στο κινητό τους.
Προφανώς πάντοτε η ανθρώπινη επικοινωνία ήταν υλικά διαμεσολαβημένη – τι άλλο είναι σε τελική ανάλυση η ίδια η έννοια της αλληλογραφίας; – και ούτως ή άλλως η ανθρωπινή επαφή δεν είναι ποτέ απόλυτα «άμεση», όπως μας έδειξε η ψυχανάλυση, αφού φορτίζεται από φαντασιακές και λιβιδινικές εντάσεις, προβολές και συμβολικές υποκαταστάσεις, αλλά μπορούμε να παραδεχτούμε ότι η σύγχρονη εκδοχή ψηφιακής διαμεσολάβησης δίνει μια άλλη διάσταση σε αυτή την τάση.
Υποχρεωτικός ναρκισισμός
Το ίδιο ισχύει και για τον υποχρεωτικό ναρκισσισμό των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, πολύ οικείο αυτές τις μέρες εάν αναλογιστούμε τον τεράστιο όγκο φωτογραφιών από διακοπές που γεμίζουν το timeline μας. Είναι αλήθεια ότι οι άνθρωποι έβγαζαν φωτογραφίες πολλά χρόνια πριν και αυτές οι φωτογραφίες ποτέ δεν ήταν μόνο ιδιωτικές αναμνήσεις (αν και υπήρξαν εποχές που ο όγκος των φωτογραφιών που μπορούσε να είχε κάποιος ήταν από μόνος του ένδειξη κοινωνικής θέσης), αλλά και ένα είδος ανταπόκρισης σε ένα πρότυπο αισθητικής. Σίγουρα, επίσης, η παρόρμηση όχι απλώς να ζήσουμε μια όμορφη στιγμή αλλά και να την δημοσιοποιήσουμε προϋπάρχει των ψηφιακών τεχνολογιών, όμως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαμορφώνουν ένα σύμπαν διαρκούς συμβολικής λογοδοσίας ως προς το πόσο καλά περνάμε, πόσο ερωτευμένες είμαστε, πόσο νοιαζόμαστε ή εξοργιζόμαστε.
Και μπορεί να ήταν ο Σαίξπηρ αυτός που είπε ότι «όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή», υποδηλώνοντας το γεγονός ότι η ανθρώπινη ύπαρξη είναι και μια διαρκής επιτέλεση ρόλων, όμως πλέον είμαστε όντως στην «κοινωνία του θεάματος», που πρωτοστοχάστηκε ο Γκυ Ντεμπόρ, όμως όχι πια με την έννοια της κυριαρχίας της εικόνας που εισβάλλει στη ζωή μας από όλες τις πλευρές. Είμαστε στην εποχή που εμείς είμαστε το θέαμα, εντός μιας διαρκώς διαδραστικής οθόνης. Αποδεχόμενοι ταυτόχρονα και την ιδιότυπη ψηφιακή εθελοδουλία που συναπάγονται οι σύγχρονες μορφές διαρκούς ψηφιακής επιτήρησης.
Μόνο που εάν δούμε αυτές τις εξελίξεις απλώς ως μια σχέση ανάμεσα στη ζωή μας και την τεχνολογία κινδυνεύουμε να παραβλέψουμε κρίσιμες πλευρές. Οι εξελίξεις αυτές δεν είναι ουδέτερες, ούτε αποτελούν απλές προεκτάσεις τεχνολογικών καινοτομιών. Η κυριαρχία του διαδικτύου στη ζωή μας, πιο σωστά μιας συγκεκριμένης εκδοχής του, που τώρα μάλιστα περνάει σε ένα επόμενο επίπεδο δικτύωσης και αλγοριθμικής ρύθμισης της ζωής μας, αυτό του «διαδικτύου των πραγμάτων», δεν είναι άσχετη από τον τρόπο που διαμορφώθηκε σταδιακά ένα συγκεκριμένο πρότυπο καπιταλιστικής συσσώρευσης που περιλαμβάνει: τη διαρκή επέκταση των συναλλαγών και υπηρεσιών 24/7, η οποία μεταφράζεται στη άρση του διαχωρισμού εργάσιμου χρόνου και χρόνου ανάπαυση που οδηγεί στην τεράστια πίεση για διαρκή ετοιμότητα ανταπόκρισης σε καθήκοντα που κατέστησε για πρώτη φορά επιτακτικό και το «δικαίωμα στην αποσύνδεση». Τη διαρκή γιγάντωση του χρηματοικονομικού τομέα, που με τη σειρά του εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διαρκή λειτουργία υπολογιστικών συστημάτων και δικτύων ικανών να διαχειρίζονται τεράστιο όγκο συναλλαγών σε «πραγματικό χρόνο». Την αναβάθμιση της οικονομικής σημασίας των «άυλων» συμβολικών εμπορεύσιμων αγαθών, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που καθιστούν κατεξοχήν «δημόσιες» πρακτικές της νεωτερικότητας όπως τη μουσική ή τον κινηματογράφο, υποθέσεις της ιδιωτικής μας οθόνης.
Και βέβαια την ίδια τη λειτουργία του «ψηφιακού σύμπαντος», από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις κάθε λογής «πλατφόρμες» έως τις μηχανές αναζήτησης ως ενός τεράστιου οικονομικού πεδίου (αρκεί να δούμε τα οικονομικά μεγέθη των αντίστοιχων επιχειρήσεων), που κατά βάση εκμεταλλεύεται και εμπορεύεται τα δεδομένα από όλες τις υποτίθεται εκτός αγοράς κοινωνικές πρακτικές, συμπεριφορές, αντιδράσεις, το ίδιο μας το βλέμμα, για να μην αναφερθούμε στη διαρκή προτροπή να γινόμαστε «παραγωγοί περιεχομένου», από τα βίντεο σε πλατφόρμες όπως το Tik Tok μέχρι τα «ερασιτεχνικά» πορνογραφικά βίντεο.
Προφανώς και σε όλα αυτά υπάρχει ο αντίλογος ότι την ίδια στιγμή αυτή η ψηφιακή υποδομή έχει αξιοποιηθεί με ιδιαίτερα επινοητικούς τρόπους από μεγάλα κινήματα που οδήγησαν σε κοινωνικές εκρήξεις ενίοτε και μεγάλες ανατροπές. Ότι επέτρεψε την ταχύτερη δυνατή γνωστοποίηση για περιπτώσεις κρατικής βίαιης και αυθαιρεσίας. Ότι διευκολύνει την αμεσότητα της αλληλεγγύης, ενίοτε και την αίσθηση μιας πραγματικής παγκόσμιας κοινότητας. Όμως, πολύ φοβάμαι ότι η πλευρά της αλγοριθμικής χειραγώγησης είναι πιο ισχυρή, το ίδιο και η πραγματική απομόνωση πίσω από την επίφαση «δικτύωσης».
Η επανάσταση δεν θα έχει live stream
Αρκετά χρόνια πριν ο Τζιλ Σκοτ-Χίρον προειδοποιούσε ότι η «επανάσταση δεν θα μεταδοθεί τηλεοπτικά» (The Revolution Won’t Be Televised) για να δείξει ότι οποιαδήποτε διαδικασία κοινωνικού μετασχηματισμού δεν μπορεί να περιοριστεί στα όρια του θεάματος και απαιτεί ανθρώπους που δεν θα είναι θεατές, αλλά θα πρέπει να αναλάβουν το ρίσκο και το κόστος που συνεπάγεται η συμμετοχή σε μια πραγματική υλική σύγκρουση που θα υπερβαίνει τα όρια του συμβολισμού.