Ο κόσμος μας έφθασε πολύ πιο κοντά στο χείλος της πυρηνικής καταστροφής τo 1958 απ’ όσο γνωρίζαμε. Ο Ντάνιελ Ελσμπεργκ, που αποτέλεσε τη βασική πηγή για τις αποκαλύψεις των περίφημων Pentagon Papers, αποκάλυψε απόρρητο έγγραφο το οποίο αναφέρει πως όταν οι κομμουνιστικές δυνάμεις της Κίνας βομβάρδιζαν νησιά που ήλεγχε η Ταϊβάν, τη χρονιά εκείνη, οι ΗΠΑ έσπευσαν στο πλευρό της συμμάχου χώρας με στρατιωτικές δυνάμεις – και κατέστρωσαν σχέδια για πιθανά πυρηνικά χτυπήματα στην ηπειρωτική Κίνα. Μάλιστα, η αμερικανική στρατιωτική ηγεσία πίεζε για πυρηνικό χτύπημα εναντίον της Κίνας, αποδεχόμενη το ρίσκο η Σοβιετική Ενωση να προχωρήσει σε αντίποινα εκ μέρους της συμμαχικής χώρας και εκατομμύρια άτομα να πεθάνουν.
Τα δεκάδες έγγραφα που ήρθαν στο φως ανήκουν σε μια απόρρητη έκθεση του 1966 για τα όσα είχαν συμβεί την προηγούμενη δεκαετία. Ο Ελσμπεργκ, ο οποίος είχε διαρρεύσει απόρρητα έγγραφα για τον Πόλεμο του Βιετνάμ, που έγιναν γνωστά ως Pentagon Papers, πριν από 50 χρόνια, δήλωσε ότι αντέγραψε την άκρως απόρρητη μελέτη για την κρίση των στενών της Ταϊβάν, εκείνη την εποχή, δηλαδή πριν από μισό αιώνα, όμως δεν τα είχε δημοσιοποιήσει μέχρι τώρα. Επέλεξε να το κάνει σήμερα, καθώς υπάρχει και πάλι μεγάλη ένταση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας γύρω από την Ταϊβάν.
Παρότι ήταν γνωστό σε γενικές γραμμές ότι αμερικανοί αξιωματούχοι είχαν προτείνει τη χρήση ατομικών όπλων εναντίον της ηπειρωτικής Κίνας εάν η κρίση τότε κλιμακωνόταν, τα έγγραφα αποκαλύπτουν με λεπτομέρειες τη μεγάλη επιθετικότητα της αμερικανικής στρατιωτικής διοίκησης πιέζοντας την κυβέρνηση Ουάσιγκτον να προχωρήσει σε πυρηνικό χτύπημα, εάν οι κομμουνιστικές δυνάμεις, οι οποίες είχαν ήδη αρχίσει βομβαρδισμούς σε κάποια νησιά, επέτειναν τις επιθέσεις τους.
Αντίθετα όμως η κρίση του 1958 εκτονώθηκε όταν οι δυνάμεις του Μάο Τσετούνγκ σταμάτησαν τις επιθέσεις στα νησιά, αφήνοντάς τα υπό τον έλεγχο των δυνάμεων του Τσανγκ Κάι-σεκ που είχαν ως έδρα την Ταϊβάν. Περισσότερες από 60 δεκαετίες αργότερα η στρατηγική ασάφεια για το καθεστώς που διέπει την Ταϊβάν παραμένει.
Οι πληροφορίες οι οποίες μέχρι τώρα ήταν απόρρητες είναι σημαντικές τόσο ιστορικά όσο και για την τωρινή στιγμή, λέει στους «New York Times» ο Οντ Αρν Βεστάντ, ιστορικός του Πανεπιστημίου Γέιλ, που ειδικεύεται στον Ψυχρό Πόλεμο και την Κίνα. «Για μένα επιβεβαιώνει ότι φθάσαμε πολύ πιο κοντά στη χρήση πυρηνικών όπλων από τις ΗΠΑ, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, από όσο πιστεύαμε. Και βλέπουμε με λεπτομέρειες πώς ελήφθησαν όλες οι αποφάσεις». Συγκρίνοντας την εποχή εκείνη με την ένταση σήμερα – μια περίοδο κατά την οποία η Κίνα έχει αναπτύξει τα δικά της πυρηνικά όπλα – ο Βεστάντ θεωρεί πως τα έγγραφα αποτελούν προειδοποίηση για τους κινδύνους κλιμάκωσης της αντιπαράθεσης σχετικά με την Ταϊβάν.
Αμφισβήτηση
Ακόμα και το 1958 αξιωματούχοι αμφισβητούσαν το εάν οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να υπερασπιστούν επιτυχώς την Ταϊβάν χρησιμοποιώντας μόνο συμβατικά όπλα, αναφέρεται στα έγγραφα. Εάν η Κίνα εισβάλλει σήμερα, παρατηρεί ο ιστορικός, «θα ασκήσει τεράστια πίεση στους αμερικανούς πολιτικούς, σε περίπτωση τέτοιας αντιπαράθεσης, προκειμένου να σκεφθούν την πιθανή χρήση πυρηνικών όπλων». Και προσθέτει: «Αυτό πρέπει να λειτουργήσει ως κώδωνας κινδύνου για όλους τους εμπλεκομένους».
Ο Ελσμπεργκ εξήγησε ότι διέρρευσε τα απόρρητα έγγραφα επειδή θεωρεί σίγουρο πως αυτή τη στιγμή στο Πεντάγωνο καταστρώνονται σχέδια έκτακτης ανάγκης για την πιθανότητα μιας ένοπλης σύγκρουσης στην Ταϊβάν – συμπεριλαμβανομένου και του σεναρίου που αφορά την άμυνα με συμβατικά όπλα που ίσως αποδειχθεί ανεπαρκής. «Καθώς όλα δείχνουν την πιθανότητα άλλης μιας πυρηνικής κρίσης σχετικά με την Ταϊβάν φέτος, μου φαίνεται η κατάλληλη στιγμή να προτρέψω το κοινό, το Κογκρέσο και την εκτελεστική εξουσία να προσέξουν όσα δημοσιοποιώ» ανέφερε ο πρώην στρατιωτικός αναλυτής, χαρακτηρίζοντας «ρηχές» και «απρόσεκτες» τις συζητήσεις στο ανώτατο επίπεδο που έγιναν στη διάρκεια της κρίσης των στενών της Ταϊβάν το 1958.
Μεταξύ άλλων λεπτομερειών, στις σελίδες περιγράφεται η στάση του στρατηγού Λόρενς Κάτνερ, διοικητή των αμερικανικών αεροπορικών δυνάμεων στον Ειρηνικό. Ηθελε την άδεια για να προχωρήσει πρώτος σε πυρηνική επίθεση στην ηπειρωτική Κίνα, στην αρχή της ένοπλης σύγκρουσης. Μάλιστα, με αυτόν τον στόχο, επαίνεσε σχέδιο που θα ξεκινούσε με τη ρίψη ατομικών βομβών σε κινεζικά αεροδρόμια αλλά όχι άλλους στόχους, θεωρώντας ότι έτσι θα ήταν πιο εύκολο να δώσει την έγκρισή της η Ουάσιγκτον. Την ίδια στιγμή, αξιωματούχοι θεωρούσαν πιθανότατο να απαντήσει με πυρηνική επίθεση η Σοβιετική Ενωση, στηρίζοντας τη σύμμαχό της Κίνα που δεχόταν την αρχική επίθεση. Αυτό βέβαια σημαίνει πως οι αναλυτές της εποχής, οι οποίοι αξιολογούσαν τις κομμουνιστικές χώρες, δεν είχαν κατανοήσει τις διαφορές μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου. Πάντως όλα δείχνουν ότι οι αμερικανοί στρατιωτικοί προτιμούσαν το ρίσκο να δεχθούν και οι ΗΠΑ πυρηνική επίθεση από το να χαθούν τα νησιά κοντά στην Ταϊβάν. Στα έγγραφα αναφέρεται η φράση του στρατηγικού Νάθαν Τουάινινγκ, αρχηγού του γενικού επιτελείου ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ, ότι εάν ο ατομικός βομβαρδισμός των αεροπορικών βάσεων δεν ήταν αρκετός για να σταματήσει την Κίνα, «δεν υπάρχει εναλλακτική από το να πραγματοποιήσουμε πυρηνικές επιθέσεις βαθιά στην ηπειρωτική Κίνα μέχρι τη Σανγκάη».