Ο λοχαγός από την Πάτρα Νικόλαος Κατούντας το πρωί της 22ας Ιουλίου του 1974 όντας επικεφαλής λόχου δύναμης 62 καταδρομέων έσπευσε προς ενίσχυση του 251 ΤΠ του Παύλου Κουρούπη, το οποίο μαχόταν εναντίον των εισβολέων στην Κερύνεια.
Εκεί, μαζί με τους άνδρες του έδωσαν μάχες εκ του συστάδην καθώς βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον κύριο όγκο της τουρκικής αποβατικής δύναμης.
Την ίδια μέρα, κατά τη διάρκεια της οπισθοχώρησης, καθότι ήταν πλέον ορατός ο κίνδυνος του εγκλωβισμού μετά την κατάληψη της πόλης από τον εχθρό, ο Νικόλαος Κατούντας (ο οποίος είχε στο μεταξύ τραυματιστεί ελαφρά στο πόδι) μαζί με ομάδα τεσσάρων ή έξι ανδρών δέχτηκε επίθεση από πολυάριθμη τουρκική δύναμη κοντά στο Τέμπλος.
Αν και δύο από τους στρατιώτες που τον ακολουθούσαν διασώθηκαν –μεταξύ αυτών και πεζικάριοι του 251 τάγματος πεζικού, ως επίσης και μέλη του επιτελείου του διοικητή του 251 αντισυνταγματάρχη Παύλου Κουρούπη–, ο ίδιος παραμένει από τότε αγνοούμενος.

Το τελευταίο «Μολών λαβέ»
Στρατιώτες που πολέμησαν υπό τις διαταγές του πιστοποιούν τη γενναιότητα που επέδειξε κατά τη διάρκεια των μαχών τόσο στον Άγιο Ιλαρίωνα όσο και στο κτήριο της μητρόπολης Κερύνειας. Μαρτυρίες για τον Νικόλαο Κατούντα περιλαμβάνονται στο βιβλίο Νικόλαος Κατούντας, Ο Λεωνίδας της Κερύνειας των εκδόσεων Ινφογνώμων.
Με άδεια των εκδόσεων αναδημοσιεύουμε τα όσα περιέγραψε ο τότε υποδεκανέας καταδρομέας Σωτήρης Ζαμπάς*:
Η απίστευτη ψυχραιμία, η τόλμη, η γενναιότητα και το απαράμιλλο ήθος χαρακτήριζαν τον λοχαγό Κατούντα Νικόλαο. Αυτό επέδειξε όταν το βράδυ της 20ής Ιουλίου 1974 οι καταδρομείς επιτέθηκαν και κατέλαβαν μετά από αιφνιδιασμό και άγριες μάχες τις παρυφές του Αγίου Ιλαρίωνα, ύψωμα με στρατηγική σημασία στην οροσειρά Πενταδάκτυλου και το πιο ισχυρό οχυρό των Τούρκων στην Κύπρο εκείνη την εποχή.
Εκεί έπεσε ηρωικά μαχόμενος και ο αείμνηστος διοικητής της 33ης Μοίρας Καταδρομών Κατσάνης Γεώργιος. Ο λοχαγός Νικόλαος Κατούντας είχε τραυματισθεί ελαφρώς στο πρόσωπο και μετά από σύντομη περίθαλψη επέστρεψε αμέσως στη μάχη.
Την 22α Ιουλίου διαταχθήκαμε να κατέβουμε στον Άγιο Γεώργιο για να σταματήσουμε την προέλαση των τουρκικών στρατευμάτων που είχαν αποβιβαστεί στην ακτή.
Όταν πλησιάσαμε τα τουρκικά στρατεύματα, ήρθε ο διοικητής καταδρομών συνταγματάρχης Κομπόκης και μας είπε τα εξής: «Λίγο πιο κάτω κοντά στο Πέντε Μίλι υπάρχουν 2-3 τουρκικά άρματα με μικρή δύναμη αποβιβασμένων στρατευμάτων. Προσπαθήστε να τους σπρώξετε προς τα πίσω ή τουλάχιστον να μην τους αφήσετε να προχωρήσουν».
Δυστυχώς, όταν προσπεράσαμε μια ομάδα υποστηρίξεως (ΠΑΟ) και πολύ εγκαταλελειμμένο βαρύ οπλισμό, όπως π.χ. όλμους, των Ελληνοκυπρίων, συνειδητοποιήσαμε ότι οι Τούρκοι αποβίβασαν μεγάλο αριθμό αρμάτων και οχημάτων, γύρω στα 200.
Ήδη είχαν κάνει το προγεφύρωμα και ήτο αδύνατο με την τότε κατάσταση και δύναμη που είχαμε, να σταματήσουμε την προελαύνουσα τουρκική δύναμη. Σημειωτέον οι Τούρκοι εισβολείς υπερτερούσαν αριθμητικώς συντριπτικά και ήταν οπλισμένοι με τελευταίου τύπου αμερικάνικα όπλα. Αντιαρματικά είχαμε ελάχιστα.
Οι Τούρκοι, φυσικά, δεν σεβάστηκαν ούτε την εκεχειρία και άρχισαν να σκοτώνουν όχι μόνο αιχμαλώτους αλλά και γυναικόπαιδα. Σε μερικές ώρες κατέλαβαν την Κερύνεια. Να σημειώσω εδώ ότι μας ακολούθησαν και μερικοί έφεδροι χωρίς στολές παραλλαγής, όπως είχαμε εμείς, γι’ αυτό ήτο πιο εύκολο για τους Τούρκους να τους εντοπίσουν.
Πάνω σε αυτό το σημείο τούς έκανε παρατήρηση ο λοχαγός, για την απαράδεκτη ενδυμασία που φορούσαν μερικοί. Στον πρώτο που έριξαν τη χειροβομβίδα οι Τούρκοι, φορούσε κόκκινο πουκάμισο.

Στην προσπάθεια αναχαίτισης του πάνοπλου Τούρκου εισβολέα, μια ομάδα ΛΟΚατζήδων και εφέδρων υπό τη διοίκηση του λοχαγού Κατούντα περικυκλώνονται σε μία χαράδρα νότια του τουρκοκυπριακού χωριού Τέμπλους. Η «έξοδος αυτοκτονίας» ήταν επιβεβλημένη.
Ο λοχαγός Κατούντας Νικόλαος, τολμηρός και ριψοκίνδυνος, με απόλυτη ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, έριξε δύο χειροβομβίδες στην ανατολική πλευρά της χαράδρας και εμείς αρχίσαμε να βγαίνουμε από τη δυτική πλευρά της. Μόλις βγήκα, ο λοχαγός μού έδωσε διαταγή ως ελεύθερος σκοπευτής να τον καλύπτω για να προχωρήσει.
Τη στιγμή που έριχνα εναντίον των Τούρκων για να μπορέσει να προχωρήσει ο λοχαγός, το όπλο μου Μ1 παθαίνει εμπλοκή λόγω υπερθέρμανσης. Ο κάλυκας μένει στη θαλάμη. Γυρίζω την κάννη προς το μέρος μου, κλοτσάω το κλείστρο και ο κάλυκας πετάγεται έξω προς μεγάλη μου ικανοποίηση.
Έτσι συνέχισα να ρίχνω καλύπτοντας τον λοχαγό. Ακολουθεί η έξοδος του λοχαγού. Στην προσπάθειά του να απομακρυνθεί από τη χαράδρα, ο λοχαγός Κατούντας τραυματίστηκε πάνω από το γόνατο. Εγώ τον ρώτησα πώς ήταν το τραύμα του. «Δεν είναι τίποτα σοβαρό», μου είπε. «Είναι επιπόλαιο τραύμα, ξώφαλτσο».
Ο λοχαγός περπατούσε κανονικά, χωρίς να κουτσαίνει καθόλου. Πιο πέρα, πολύ κοντά μου, ο καταδρομέας Αλεξάνδρου Χρίστος ξεψυχά φωνάζοντας «Ζήτω η Ελλάς».
Στάθηκαν όλοι τους λεβέντες, χύνοντας το ίδιο τους το αίμα για τα μεγάλα ιδεώδη της ελευθερίας και της δικαιοσύνης.

Ήταν στιγμές απαράμιλλου θάρρους και ανδρείας, που θα μείνουν για πάντα ανεξίτηλες στη μνήμη μου. Υποκλινόμαστε μπροστά τους και σαν φάρος μάς καθοδηγούν για να συνεχίσουμε τον αγώνα για απελευθέρωση των σκλαβωμένων εδαφών μας. Η πικρία της «στημένης απόβασης» ή καλύτερα «αποβίβασης» είναι σαν κόμπος στο λαιμό μου από την 20ή Ιουλίου 1974.
Θα ήθελα να δηλώσω ότι πράγματι ο λοχαγός Κατούντας Νικόλαος επέδειξε απαράμιλλη ανδρεία και γενναιότητα.
Αυτό το διαπίστωσα από όλες τις μάχες που πολέμησε μαζί μας και ιδιαίτερα από τη μάχη της χαράδρας. Πιστεύω ακράδαντα ότι ο λοχαγός είναι ζωντανός.