24 Νοεμβρίου 1963. Οι ΗΠΑ και ολόκληρος ο πλανήτης βρίσκονται υπό το σοκ της δολοφονίας του αμερικανού προέδρου Τζον Φ. Κένεντι στις 22 Νοεμβρίου 1963.
Δύο ημέρες αργότερα, μία ακόμα δολοφονία έρχεται να περιπλέξει ακόμα περισσότερο την υπόθεση δολοφονίας Κένεντι.
Δολοφονείται ο άνθρωπος που κατηγορείται για αυτήν, ο 24χρονος Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ.
Γράφουν «ΤΑ ΝΕΑ» της 25ης Νοεμβρίου 1963:
«Ενώ ο δολοφονηθείς πρόεδρος Κέννεντυ κηδεύεται σήμερον, εν μέσω παναμερικού ολοφυρμού και παγκοσμίου πένθους, ως μέγας ήρως και μάρτυς, μέγα ζήτημα εδημιουργήθη εις τας Ηνωμένας Πολιτείας λόγω του επακολουθήσαντος χθες φόνου, του κατηγορηθέντος διά την δολοφονίαν Λη Χάρβεϋ Όσβαλντ, υπό μυθιστορηματικάς και λίαν περιέργους και υπόπτους συνθήκας».
Το παράδοξο και σοκαριστικό ήταν ότι ο Όσβαλντ δολοφονήθηκε, φορώντας χειροπέδες μπροστά τα ματιά των αστυνομικών, στην έξοδο του Δημαρχείου του Ντάλλας, όπου στεγαζόταν και το αστυνομικό τμήμα.
»Ο Όσβαλντ επυροβολήθη εις την έξοδον του δημαρχείου του Ντάλλας, καθ’ην στιγμήν επρόκειτο να μεταφερθή εις τας φυλακάς, ευραυματίσθη θανασίμως και εξέπνευσεν ολίγον βραδύτερον εις το ίδιον με τον πρόεδρον Κέννεντυ νοσοκομείον του Πάρκλαντ».
Ο δράστης, Τζακ Ρούμπι, ιδιοκτήτης νυχτερινών μαγαζιών, πλησίασε το θύμα του σε απόσταση εξ’ επαφής, μπροστά μάλιστα στις τηλεοπτικές κάμερες, που έτσι μετέδωσαν τη δολοφονική επίθεση ζωντανά στο αέρα.
«Ο πυροβολήσας ιδιώτης συνελήφθη. Έτσι, ο κατηγορηθείς διά την δολοφονίαν του προέδρου, απέθανε με την τελευταίαν δήλωση του ότι δεν ήτο ο πυροβολήσας τον Κέννεντυ.
»Το πραγματικό του όνομα είναι Τζακ Ρουμπινστάιν. Διηύθυνε νυκτερινόν κέντρον και ήτο γνωστός εις τους τοπικούς δημοσιογράφους. (…) Επανειλημμένως είχεν απασχολήσει την δικαιοσύνην και είχε αρκετάς καταδίκας (…) Τον Ιούλιον του τρέχοντος έτους είχε κατηγορηθή δι’ απόκρυψιν και εμπόριον όπλων. (…) Ένας αστυνομικός μόλις τον είδε με το περίστροφον εστραμμένον κατά του Όσβαλντ, εκραύγασε: «Τζακ, γυιέ της σκύλας…» Ο Τζακ, όμως, επίεσε την σκανδάλην».
Ο Όσβαλντ πέθανε λίγες ώρες αργότερα. Ο Ρούμπι καταδικάστηκε αρχικά σε θάνατο, όμως τρία χρόνια αργότερα, τον Οκτώβριο του 1966, η ποινή ανακλήθηκε και ορίστηκε νέα δικάσιμος.
Τελικά, ο Ρούμπι πέθανε από παθολογικά αίτια τον Ιανουάριο του 1967.
Οι θεωρίες πίσω από τις δολοφονίες
«Πολλά ερωτήματα εγείρονται γύρω από τον φόνον αυτόν: Ποιος είναι ο συλληφθείς φονεύς; Αγανακτησμένος πολίτης απλώς, όργανον μιας γενικωτέρας συνωμοσίας ή συννένοχος του Όσβαλντ, αν όντως ο Όσβαλντ ήτο ο δολοφόνος;
»Πολλοί ισχυρίζονται ότι ο πραγματικός δολοφονός του προέδρου είναι άλλος και όχι ο Όσβαλντ και ότι ο Όσβαλντ εφονεύθη διά να μην επιμείνη εις την αθωότητα του και δια να κηρυχθή μετά θάνατον ένοχος».
Από τις πρώτες κιόλας ώρες της δολοφονίας του Κένεντι εκφράστηκαν πολλές θεωρίες σχετικά με τον ηθικό αυτούργο.
Υποστηρίχθηκε ότι ηθικός αυτουργός της δολοφονίας του αμερικανού προέδρου ήταν η μαφία του Σικάγο, λόγω της αποτυχίας της κυβέρνησης Κένεντι να περιορίσει τον Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος είχε εκδιώξει από την Αβάνα τα καζίνο που ήλεγχε η μαφία.
Σύμφωνα με άλλη θεωρία, πίσω από τη δολοφονία κρύβονταν στελέχη της CIA και ισχυροί αμερικανοί αντικομμουνιστές που θέλησαν με τον τρόπο αυτό να τιμωρήσουν τον Κένεντι για την πρόθεσή του να αποσύρει των στρατό των ΗΠΑ από το Βιετνάμ.
Aπό τον Νοέμβριο του 1963 ως τον Σεπτέμβριου του 1964, την υπόθεση της δολοφονίας διερεύνησε η ειδική «Επιτροπή Γουόρεν» που πήρε το όνομά της από τον επικεφαλής της Ερλ Γουόρεν.
Η επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Όσβαλντ ήταν ο μόνος που πυροβόλησε τον πρόεδρο Κένεντι και πως δεν υπήρξε κανένα στοιχείο, που να μπορεί να υποστηρίξει το ενδεχόμενο συμμετοχής του Όσβαλντ ή και του Ρούμπι σε κάποια συνωμοσία.
Τον Ιανουάριο του 1979 πάντως, ειδική επιτροπή της Βουλής των Αντιπροσώπων, ύστερα από έρευνες δύο ετών, αποφάνθηκε πως ένας δεύτερος εκτελεστής ίσως να είχε πυροβολήσει και να είχε υπάρξει όντως κάποια συνωμοσία. Και τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας όμως αμφισβητήθηκαν έντονα.
Επιπλέον, σύμφωνα με απόρρητη έκθεση του 2013, ο διευθυντής της CIA Τζον Μακόουν, την εποχή της δολοφονίας, είχε αποκρύψει στοιχεία από την Επιτροπή Γουόρεν. Μεταξύ αυτών πως ο Λί Χάρβεϊ Όσβαλντ είχε έρθει σε επαφή με τη CIA, την περίοδο μεταξύ 1959 και 1962, όταν προσπαθούσε να εξασφαλίσει άδεια παραμονής στη Σοβιετική Ένωση.
Τον Οκτώβριο του 2017, αποχαρακτηρίστηκαν χιλίαδες διαβαθμισμένα αρχεία για την υπόθεση, όμως ο μεγαλύτερος όγκος τους παρέμεινε απόρρητος, με την αιτιολογία ότι ενδεχόμενη δημοσιοποίηση του απόρρητου περιεχομένου τους θα μπορούσε να πλήξει την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ.
Από τα αποχαρακτηρισμένα αρχεία ξεχωρίζουν το ενδεχόμενο ο δολοφόνος του Όσβαλντ, Τζακ Ρούμπι να είχε δεσμούς με τη μαφία καθώς και οι αποκαλύψεις για τις επαφές που είχε ο Λι Όσβαλντ με στελέχη των σοβιετικών μυστικών υπρεσιών της KGB, δύο μήνες μόλις πριν τη δολοφονία του Κένεντι.
Σύμφωνα τα αρχεία αυτά υπάρχει καταγεγραμμένη τηλεφωνική συνομιλία στη ρωσική γλώσσα μεταξύ του Όσβαλντ και του ρώσου πρόξενου στη ρωσική πρεβεία του Μεξικού, Βαλερί Κοστίκοβα, ο οποίος είχε ταυτοποιηθεί από τους αμερικανούς ως στέλεχος της KGB.
Σαφείς απαντήσεις για τις δολοφονίες Κένεντι και Όσβαλντ δεν έχουν ακόμα δοθεί και πιθανότατα, για να συμβεί κάτι τέτοιο, με χιλιάδες αρχεία να παραμένουν απόρρητα, θα πρέπει να περάσουν αρκετές ακόμα δεκαετίες.
Το σίγουρο είναι ότι η σφαίρα του Ρούμπι, μαζί με τον Όσβαλντ, δολοφόνησε και την ευκαιρία να φτάσουμε πιο κοντά στην αλήθεια για όσα συνέβησαν.